Αχ ντροπαλό
ανθάκι της μπιγκόνιας
με τους λεπτούς σου δισταγμούς
καρφίτσωσες το πρωί στις φλέβες μου ατολμία
και τρέμουνε στα χέρια μου τα δώρα
πολλά μου φόρτωσε η μνήμη
των φίλων κρεμαστές αυλές με τις φωνές
παλιά πατρίδα όπως κοιτάς
απ’ το στηθαίο των κοριτσιών τη θάλασσα
και λίγο χνούδι ίσα που υψώνεται
απ’ του ροδόδεντρου τα φύλλα
κρύφτηκε ο θεός νωρίς
πίσω απ’ την πλάτη του βουνού
και το φθινόπωρο δεν θα ’χω
πού να επιστρέψω την καρδιά μου
Ή λίγο σώμα ή λίγο χώμα…
(ποτέ δεν εισακούεται ο ψίθυρος των παραπόνων)
Antibody
Να με κεντάς
με των χειλιών την απαλή κλωστή
εκεί που κοντοστέκεται χαμόγελο
να φωταγωγηθώ βεγγαλικά
και ας καούν οι φλέβες
κι ας γίνουν στάθμη θάλασσας
τα γαλανά στατιστικά βουνά
από βαθιά πληγή θ’ αναπηδούν οι λέξεις
κι όσο πονάνε τα κλαδιά
σε μιας ζεστής ανάσας σάλεμα
τόσο και μόνο θα πονάω
Αποδοχή γλυκιά
του φθινοπώρου σώμα πληρωμένο
με αντισώματα έρωτα ακριβά
στις πενταροδεκάρες σκέψεις αντιστέκομαι
Πανικός
κι είναι ελάφια οι λέξεις
με τα μάτια υγρά
πώς σκορπώ με κυρίευσες
όνειρο όνειρο
σε θανάτου ευφορία
με ανέβασες άνωση
τόσο ρόδινη κι άνειρμη
μαγεμένη απ’ τα βέλη
τώρα ακίνητη τρέχω
τώρα ακοίμητη τρέχω
στ’ όνειρο στ’ όνειρο
τα αστέρια μου σκάνε
μες στο αίμα τροχιές
κι ουρανός παρανάλωμα
κι ουρανός παρανάλωμα
Από τη συλλογή «lailapse»
που κυκλοφόρησε πριν λίγες μέρες από τις εκδόσεις
Ενδυμίων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου