Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2024

Τόλης Νικηφόρου, "δακτυλικά αποτυπώματα"





τα παιδιά τού τίποτα


κατά λάθος βγήκαμε στο φως
και ζούμε εντελώς τυχαία
με την αυταπάτη της διάρκειας
γράφουμε ωραίες λέξεις
πάνω στο πέλμα του μαστόδοντου
που κάποτε θα μας λιώσει

παιδιά μιας σκοτεινής αβύσσου
στην άβυσσο θα γυρίσουμε
μετά το ασήμαντο αυτό επεισόδιο
που θα σβήσει θα χαθεί
και δεν θα έχει συμβεί ποτέ





τι έγινε τόση αγάπη;


στο τέλος πάντα πέφτει η νύχτα
η αυλαία στο θέατρο της ζωής
σβήνει η ανάσα, σβήνουν τα φώτα
και μένουν άδεια τα καθίσματα
ενώ βαθιά θλιμμένη η μνήμη
αιωρείται αβέβαια στην αίθουσα

τι έγινε η λαμπρή παράσταση;
τόση δίψα, τέτοια φλόγα
μια περιπέτεια απίστευτη
στα μάτια η εξαίσια λάμψη
τι έγινε τόση αγάπη;





πουλιά της μνήμης


αργά θ’ ανέβω ένα-ένα τα σκαλιά
και με κομμένη ανάσα θα σταθώ
αντίκρυ στη βαριά εξώπορτα
με το παλιό σιδερένιο κλειδί
και ένα τρίξιμο σαν αναστεναγμό
χάδι ή λυγμό θα την ανοίξω
 
μπροστά στα θαμπωμένα μάτια μου
σαν τα γαλάζια φωτεινά πουλιά
θα φτερουγίσουν οι αγαπημένοι μου
για μια μεθυστική φορά ακόμα
χάραμα θα ’ναι στη ζωή μου

πουλιά από τα βάθη τ’ ουρανού
δάκρυα χειμωνιάτικης βροχής





μια φιλική ανάσα


κανένας δεν πρέπει
να τριγυρίζει σε άδεια δωμάτια
να μιλάει με τους τοίχους
να κλαίει μόνος

αξίζουμε όλοι ένα χέρι αδερφικό
μια φιλική ανάσα
δυο κουβέντες και μια αγκαλιά

ένα μηδενικό είναι τα πλούτη
μια σαπουνόφουσκα ο πολιτισμός
όταν υπάρχουν άνθρωποι
που ζουν και πεθαίνουν μόνοι





επιβίωση


δεν φταίω εγώ αλλά η ίδια η ζωή
που επιχείρησε να με εξοντώσει
από τα πρώτα παιδικά μου χρόνια

μπουνιά στην μπουνιά λοιπόν
και απώλεια στην απώλεια
στην άκρη άκρη του γκρεμού
ξύπνησε μέσα μου μια τίγρη
που κατασπάραξε τη θλίψη

είμαι τώρα μια ζωντανή αντίφαση
ευαίσθητος και ευάλωτος
στην καθημερινή ζωή
και σκληρός σαν τα νύχια της
τις κρίσιμες στιγμές

είναι παλαιών αρχών η ζωή
δασκάλα με τη βίτσα στο χέρι





Από τη συλλογή «δακτυλικά αποτυπώματα», εκδ. Μανδραγόρας, 2024.

Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2024

Χρήστος Τεμιρτζόγλου, "Μνήμες"





Εις υγείαν


Στέκει ένα μισοάδειο ποτήρι κρασί −ροζέ κεχριμπαρένιο− στο τραπέζι. Έχει στραγγίξει από τα μέσα μας φόβους και ανασφάλειες. Γλώσσα και μυαλό ροδάνι. Μισοάδειο ποτήρι, μισοάδεια ζωή. Πικρή στα χείλη η γεύση από το τσιγάρο. Έχει ποτίσει νοσταλγία και πόθους. Κάπου στα μισά του δρόμου μας τελείωσε και ο αναπτήρας και δεν έχουμε τώρα στη μοίρα μας να ανάψουμε ένα κερί. Άντε να δούμε και τούτο πώς θα πάει.





Προέκταση


Περίεργα όνειρα θα ’βλεπα· ξυπνώντας στο κρεβάτι μουδιασμένος κ’ ιδρωμένος. Άπλωσα το χέρι να φτάσω μια ψυχή στο άγγιγμα. Μα στο τέντωμα έμεινε μετέωρο, κενό. Μονάχα μια δροσιά, μια παγωνιά πάνω στο σεντόνι. Κ’ εγώ από συνήθεια να κοιμάμαι μόνο δεξιά.

Πάλι ξέχασες πως είσαι μόνος.





Μνήμες


Τρέχουν πάνω-κάτω συνεχώς οι αναμνήσεις στον διάδρομο. Σκοντάφτουν, πέφτουν, χτυπάνε. Άλλες αλλοιώνονται και παίρνουν αλλιώτικα σχήματα. Άλλες πάλι γεράσανε, δε λένε με τίποτα να βγουν (εκτός και αν τις σπρώξει κάποιος τρίτος στην αυλαία). Κάποιες γίνονται παρανάλωμα, μας καίνε μέσα στα σωθικά μας. Άλλες κλαίνε, άλλες γελάνε, άλλες πονάνε. Μνήμες όλες, σαν στάμπα από μελάνι, σαν ουλές στο σώμα.




Χρήστος Τεμιρτζόγλου




Πρώτη δημοσίευση

Στην εικόνα:
Nick Scheerbart, «Walking in a canyon» (Fossen bratte, Norway, 9/10/2016).
Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons.

Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2024

Ιγνάτης Χουβαρδάς, "Χειμωνιάτικες νύχτες"





Χειμωνιάτικες νύχτες

                                        (Στη μνήμη των φίλων Δ.Ι. Καρασάββα,
                                        Σπύρου Γαλήνη, Γιώργου Λ. Οικονόμου)


Καπνίζω, ακουμπώντας στο σκαμπό ενός καφέ, στον πεζόδρομο.
Μηδενική θαλπωρή. Χειμωνιάτικη νύχτα.
Φυσάει κατά διαστήματα κι ο αέρας είναι κρύος.
Τι περιμένω; Τίποτα.
Τι παρατηρώ; Τίποτα.
Ένα σώμα αφημένο στον άνεμο και το κρύο.



*


Γυρνάς στο σπίτι άδειος, όπως άδειος έφυγες.
Τίποτα δεν φαίνεται ότι μπορεί να σε συγκινήσει.
Το περιβάλλον, οποιοδήποτε κι αν είναι, παύει να αναπνέει.
Τελευταία είσαι και κάπως αφηρημένος με τα αυτοκίνητα.
Σε κάποιες διαβάσεις συλλαμβάνεις τον εαυτό σου να χάνει την αίσθηση του χώρου.
Όμως δεν παραμιλάς. Ούτε κοιτάς κορίτσια και γυναίκες.
Στην ουσία δεν παρατηρείς τίποτα.
Φοβάσαι όμως μη χτυπήσεις. Γιατί ποιος θα σε φροντίσει;
Αυτό είναι το αντίτιμο για έναν άνθρωπο που πίστεψε στην ηδονή.
Οι δρόμοι δαγκώνουν. Τα κτίρια καγχάζουν.
Φέρνεις στο νου σου ανθρώπους που σε κουράζουν,
δεν καταλαβαίνεις τι κρύβουν στην ψυχή τους.
Το σπίτι που νοικιάζεις σε τυλίγει με τη μελαγχολία του.
Η απόρριψη του ίδιου του εαυτού.
Εξαίρεση ένα μαύρο γέλιο, όταν κάποιες στιγμές προκύπτει.
Όπως αυτό το βράδυ, που ψάχνεις μια οποιαδήποτε φαντασίωση,
στο όνομα ενός περίκλειστου αλλά χαλαρωτικού αυτοερωτισμού.
Στην αρχή περιεργάστηκες κάποια βίντεο.
Όμως δεν είχες όρεξη να δεις μια αισθησιακή ταινία, έστω και για λίγα λεπτά.
Μετά θυμήθηκες κάποιες παλιές φίλες, που είναι πλέον παρελθόν.
Περιέργως δεν τις προτιμάς, ακόμα και εκείνες που εξακολουθούν να σε ελκύουν.
Ύστερα, απρόσκλητη, ήρθε στη σκέψη σου μια ζητιάνα.
Την είδες στη νυχτερινή βόλτα σήμερα.
Την εικόνα τη συγκράτησες, παρόλο που την απώθησες.
Σε πλησίασε κι επίμονα σου ζητούσε ελεημοσύνη.
Απέστρεψες το βλέμμα απότομα, εκείνη επέμενε, τελικά απομακρύνθηκε.
Ήταν μια γυναίκα μέσης ηλικίας, παρατημένη.
Σχετικά αδύνατη.
Φορούσε μια φούστα με παρδαλά χρώματα.
Και μια μάλλινη μπλούζα.
Παπούτσια που τα είχε μετατρέψει σε πασούμια.
Περίεργη παρουσία. Πάντως όχι ελκυστική.
Με τη φαντασία σου, της ζητάς να σου δώσει ένα φιλί.



*


Βιάζονται να με κρίνουν
και να με καταδικάσουν.
Τους ενοχλεί το χαμόγελο, το χιούμορ, οι περίπατοι στην πόλη.
Ο τρόπος που πλησιάζω τις γυναίκες.
Η έλλειψη δημοσίων σχέσεων.
Το στέκι όπου κάθομαι συχνά.
Το γράψιμο ερωτικών κειμένων.
Η σιγουριά πως ό,τι γράφω είναι αληθινό.
Με φαντάζονται να λιώνω από αφροδίσιο νόσημα.
Δεν τους αρκεί που ζω φτωχός και μόνος.
Με σχολιάζουν χωρίς αιδώ,
χωρίς να υποψιάζονται τα μαύρα σύννεφα,
τα σκοτάδια που βοούν,
τις βδέλλες που με τυραννούν.
Μόνο τα παιδιά εξακολουθούν να με συμπαθούν.



*


Η υπάλληλος στα διόδια της εθνικής οδού
προτάσσει το χέρι,
δίνει τα ρέστα και την απόδειξη της διαδρομής.
Με καληνυχτίζει γλυκά.
Κι εγώ προσπαθώ να συγκρατήσω το στιγμιαίο άγγιγμα της παλάμης της.
Και δεν καταλαβαίνω αν τρομάζω από τον ίδιο μου τον εαυτό
ή από το σκοτάδι του δρόμου που με ρουφάει.



Ιγνάτης Χουβαρδάς




Πρώτη δημοσίευση

Στην εικόνα: Edward Hopper «Nighthawks» (1942).
Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons.

Σάββατο 20 Ιανουαρίου 2024

Γιώργος Λ. Οικονόμου, "Αποχαιρετισμός"




~*~


Ανέβαινες στη μυγδαλιά
έβαζες το πιο μικρό κλαράκι της
στο στόμα
κι έκανες πως καπνίζεις.
Βιαζόσουν να μεγαλώσεις.

Εξήντα χρόνια μετά
η μυγδαλιά
έγινε ξύλα για τη σόμπα
κι εσύ
τσιγάρο που καίγεται...



~*~


Γέμισο κόσμος προσφορές
γέμισε κράχτες.
Άδειες οι τσέπες μας.
Μην κλαις.
Ποιος νοιάζεται για δάκρυα;



~*~


Ρούχα, βιβλία, αυτοκίνητα, χωράφια, σπίτια. Όλα τ’ αγόρασα.
Όση ευχαρίστηση κι αν μου ’δωσαν, γρήγορα πέρασε.
Τώρα αγοράζω χαρά.
Ψωμί για τον πεινασμένο, νερό γι’ αυτόν που δίψασε...



~*~


Χιονίζει στη ψυχή μου.
Έστω και για λίγο
θα την δω
λευκή κι αμόλυντη.



~*~


Έξω η μέρα χορεύει.
Δεκάρα δεν δίνει
για τη λύπη μας.





Γιώργος Λ. Οικονόμου, 1960 - 20/1/2024.
Πηγή: Ποιήματα σταχυολογημένα από τη σελίδα του ποιητή στο fb
(17/12/2023 - 16/1/2024).


Ο Γιώργος Λ. Οικονόμου γεννήθηκε το 1960 και ζούσε στη Θεσσαλονίκη, όπου και εργαζόταν στο Δημόσιο. Ποιήματά του έχουν δημοσιευθεί σε ιδιωτικές κυρίως εκδόσεις και κατά καιρούς σε λογοτεχνικά περιοδικά. Έφυγε από τη ζωή στις 20/1/2024.
Η εργογραφία του περιλαμβάνει:
«Prova Generale» (Ιδιωτική έκδοση, 1984)
«Κόντρα» (Ιδιωτική έκδοση, 1988)
«Γιος δασκάλας» (Ιδιωτική έκδοση, 1988)
«Prima Vista» (Ιδιωτική έκδοση, 1989)
«Στρωμνίτσης 6» (University Studio Press, 1991)
«Flash Back» (επιλογή) (Οκτασέλιδο του Μπιλιέτου, αρ. 66, 2010)
«Ένα με τη σκόνη» (Τύρφη, 2017)
«Για το Άλφα της στέρησης» (εκδ. κύμα, 2019)
«15 νέα ποιήματα» (Οκτασέλιδο του Μπιλιέτου, αρ. 103, 2020)
«14 Μικρές ιστορίες» (Ιδιωτική έκδοση, 2020)
«Καρδίτσα-Χανιά-Θεσσαλονίκη» (Συλλογική έκδοση) (Γράφημα, 2020)
«40 Ποιήματα σαν λαϊκά τραγούδια» (Ιδιωτική έκδοση, 2021)
«Η σιωπή της κερκίδας» (Τύρφη, 2021).

Κυριακή 14 Ιανουαρίου 2024

Κώστας Θ. Ριζάκης, "με το συμπάθειο «Μιχαλιός»"





με το συμπάθειο «Μιχαλιός»


κατέβηκε νέτα μεσάνυκτα: «παίρνω σέ όποιο
περίπτερον βρω ανοικτόν τσιγάρα και επ-
ανέρχομαι» όλοι κοιτάζονται σαν αιφνιδίως
συνωμότες γιάφκας αλλά χαρτοπαικτών πριν
κατρακύλα βρε πολύ βαθιά πολιτικήν σύρει
σε λάθος ατραπούς τη φαύλην φαντασία σας
ο αφηγητής επεξηγώ: «μα χρόνια τόσα όσα
τον ξέρουμε μήτε εκάπνισεν ποτέ που άλλωστε
τέτοιαν ώρα θαν χρειαστεί μακρύν ναν κάμει δρό…»

τρόμου στρίγγλισμα φρένων· (κρίνουν τυχαίον τώρα
                                                                         το τροχαίον)



                                                    Κώστας Θ. Ριζάκης




Ο ποιητής Κώστας Θ. Ριζάκης (Λαμία, 1960) εξέδωσε δεκαπέντε συλλογές, τη μία συγκεντρωτική (των εξ πρώτων ‒ γ΄ επαν. Κουκκίδα 2020). Διηύθυνε ή και συνδιηύθυνε επτά έως τώρα (σε εννέα εν συνόλω περ.) λογ. περιοδικά. Επίσης, επιμελήθηκε περί τα 200 βιβλία (ιδία ποιητικά), αρκετά αφιερώματα σε έντυπα άλλων, καθώς και τιμητικούς τόμους σε μορφές (Κ.Ε. Τσιρόπουλο, Γ. Πέγκλη, Μ. Μέσκο, Ο. Αλεξάκη, Σ. Σαράκη, Ζ. Σαμαρά, Β.Π. Καραγιάννη, Γ.Χ. Θεοχάρη, Δ. Αγγελή ‒ τα τελευταία 2 υπό έκδοσιν) τής λογοτεχνίας μας. Ενασχολείται δε και συνεχίζει, με τη σύγχρονη γυναικεία γραφή (Ζ. Δαράκη, Λ. Παππά, Μ. Καραγιάννη, Κ. Κούσουλα, Χ. Κουτσουμπέλη, Έ. Λάγκε, Έ. Κορνέτη, Ν. Κεσμέτη, Κ. Ρουκ, Μ. Κουγιουμτζή, Α. Μπακονίκα, Ά. Γρίβα, Δ. Δημητριάδου, Ν. Χαλκιαδάκη). Πρόσεξε πολύ όσους νεώτερους άξιους. Τελευταία του συλλογή (με τον Σταύρο Σταμπόγλη) η, πυξίδα ουρανομήκης, εκδ. Παρέμβαση 2023. Έχουν γραφεί και εκδοθεί πολυάριθμα μελετήματα για το ποιητικό του έργο.



Πρώτη δημοσίευση

Στην εικόνα: Paul Cézanne, «The Card Players (Les Joueurs de cartes)» (1890-1892).
Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons.

Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2024

Έταμπελ Νιώπα, "Στοιχεία"





ΑΙΘΟΥΣΑ ΑΝΑΜΟΝΗΣ


Περιμένω.
Οι λέξεις λάβα στη γη
που δεν θέλησα να κάψω.

«Υπάρχει ζωή μετά θάνατον
των λέξεων».

Ρίχνω τη στάχτη τους στη θάλασσα.
Λάσπη για να σμιλευτούν
νέες Ατλαντίδες.
Μοναχικές κι αγέρωχες
στα βάθη του βυθού μου.


Από την ενότητα
Νερό





ΤΖΟΚΟΝΤΑ


Χαμογελάς.
Τα χείλη σου
σχηματίζουνε σκανδάλη
και
πυροδοτούν την κάννη.


Από την ενότητα
Φωτιά





Ο ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ


Άνοιξη−
Πάνω σε κεραμίδια πατάει αθόρυβα η απουσία σου.
Τα ίχνη σου, άνθη μιας αμυγδαλιάς
που οδήγησε μυστικός αέρας στην πόρτα μου.
Ευαγγελισμός.
Ένα άνθος φέρνει την άνοιξη.





ΤΟ ΒΑΛΣ ΤΩΝ ΧΑΜΕΝΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ


Τα χαμένα όνειρα κατοικούν μέσα σε μια λατέρνα.
Στον δικό τους Δούρειο Ίππο. Όταν ο ήλιος δύει, ο
ιδιοκτήτης τους τα ελευθερώνει.

Οι ήχοι που ακούς κάποτε στη σιωπή του σπιτιού
σου ή το ρυθμικό χτύπημα της πόρτας όταν φυσά
αέρας είναι ρυθμός του τραγουδιού που εσύ τους
είχες μάθει.
Ίσως  η  εμφάνισή τους κατ’ αυτόν τον τρόπο να
απαιτεί πραγματικότητα.

Μα ίσως στο βάθος τούς αρέσει που παρέμειναν
όνειρα,
πιστά στην απραγματοποίητη φύση τους.


Από την ενότητα
Αέρας





ΛΕΥΚΗ ΚΑΜΠΥΛΗ


Όταν έρχονται τα σύνορα, ζωγραφίζουν μια ιστορία
Αυτήν που θέλω να πω.

Όταν έρχονται τα σύνορα,
ουρανός και ήλιος παραμένουν.
Μην λιποψυχείς κι αν την σκιά δεν αγαπάς.
Τα σύννεφα ακόμη κι αν τ’ αγάπησες θα φύγουν.

Κάποτε ακόμη και το σύννεφο
αρνείται την άδικη φύση του.
«Παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο».

Σύννεφο.
Σημάδι αυτών που η ψυχή αλήθεια θέλησε.

Λευκή καμπύλη.


Από την ενότητα
Γη






Από τη συλλογή «Στοιχεία», εκδ. Μελάνι, 2020.

Δευτέρα 8 Ιανουαρίου 2024

Θοδωρής Βοριάς, "Χαμένες ψηφίδες 2"




Ειδικές περιστάσεις


Πότε πότε χρειάζεται
να σταματάμε να γράφουμε,
ν’ αφήνουμε τον δρόμο
να γίνει δρόμος.

Χρειάζεται ν’ αγγίζουμε
και την καθημερινότητα,
οι αγκίδες της
να ματώνουν τα δάχτυλά μας.

Φοβάμαι τις συμφορές
όταν βρίσκουν τους ποιητές
με το μολύβι τους
ανάμεσα στους στίχους
             την ώρα που ο δρόμος
             παίρνει φωτιά.

Φοβάμαι τις συμφορές,
απαιτούν απόλυτη αφοσίωση.


Από την ενότητα
Απότομες στροφές






Ξεριζωμός

                            Βογάζκιοϊ 13 Ιουνίου 1924


Έμαθε να γράφει ποιήματα,
να σφιχτοδένει τους στίχους
στις κομμένες ρίζες της γενιάς του,
στο στερνό θυμιάτισμα στα μνήματα,
στη γυμνωμένη εκκλησιά,
στων σπιτιών τις πόρτες
και τα παραθύρια
που έχασκαν ορθάνοιχτα.

-Πατέρα, σαν ανταμωθούμε κάποτε
θα σου πω για τις κουρτίνες μας,
ξεμακραίναμε κι ανέμιζαν
απ’ τα παράθυρα
όπως κουνάει στην προκυμαία
ὁ κόσμος τα μαντήλια
για καλό κατευόδιο.

Το ξεφτισμένο χαρτί
του ανταλλάξιμου,
εκείνο το κομμάτι ριζικού,
είναι κακιά πληγή
και στάζει ιστορία.


Από την ενότητα
Χαιρετισμοί






Χαρταετοί κι αγέρηδες χορεύουν


Στη χωμάτινη αλάνα ελάτε,
θα βρείτε αλητάκια, καρναβάλια
κι αναρριχητές σε δέντρα.

Όσο ξηλώνεται η χάρτινη ουρά σου
τόσο πιο έξαλα λικνίζεσαι,
όσο δυνατά φυσάω στο κορμί σου
τόσο βουτάς κι ορθώνεσαι
γυμνή μες στους αιθέρες.

Πασχίζω να κόψω την καλούμπα
που σ’ εμποδίζει να φτάσεις στον ήλιο.

Αμέτρητοι μασκαράδες
μας κοιτάζουν από τη Γη.


Από την ενότητα
Το τραγούδι των σειρήνων






Ρωγμές [β΄]


Οι τρύπες στην παλιά ταπετσαρία
είναι ίχνη από σταυρωμένες φαμίλιες.

Κάποτε, με την πέτρα
κάρφωνα στο σπίτι μου καρφιά,
μα οι χτύποι δε λυπούνται,
επιστρέφουν σαν εμβοές στ’ αυτιά μου.

             Όταν γερνούν τα σπίτια
             καταριούνται.

Έρχονται οι τύψεις με τα όνειρα·
ντουβάρια με ματωμένες ρωγμές,
φαντάσματα νυχτερινών δραμάτων,
ξυλοδαρμοί και θρήνοι τα μεσάνυχτα.

Το καρφί και η πέτρα εκδικούνται·
πόνος από τσακισμένα δάχτυλα,
μαύρα νύχια από σκοτωμένο αίμα.


Από την ενότητα
Στις γειτονιές των κάστρων






Άγνωστοι νεκροί


Είχαν ακόμα στ’ άρβυλα
ξεραμένα τα στερνά τους βήματα.

Ένας είχε στο στόμα τσιγάρο μισοκαμμένο,
ένας είχε στη φούχτα ένα μάτσο στάχια
κι ένας είχε στα μάτια το φεγγάρι
και τρεις στίχους στην παλάμη
             δεν έμαθα σε ποιον πόλεμο
             αιχμαλωτίστηκα,
             ποιας μάχης είμαι ηττημένος.


Από την ενότητα
Φάλαγγα κατ’ άντρα





Από τη συλλογή «Χαμένες ψηφίδες 2», Ιανουάριος 2024, ιδιωτική έκδοση ψηφιακής μορφής, εκτός εμπορίου.

Μπορείτε να διαβάσετε ελεύθερα τη συλλογή εδώ και εδώ.




Ο Θοδωρής Βοριάς γεννήθηκε το 1970 στη Θεσσαλονίκη. Ἐξέδωσε τις ποιητικές συλλογές: «Το τρύπιο ταβάνι» (Ερωδιός 2005), «Νυχτερινές επιπλοκές» (Ερωδιός 2008), «Πυγολαμπίδες» (Οκτασέλιδο του Μπιλιέτου 2011), «Χαμένες ψηφίδες» (ιδιωτική έκδοση 2012), «Στιγμές από το ρεπερτόριο του θανάτου» (ιδιωτική έκδοση 2018), «Ανιλίνες» (Οκτασέλιδο του Μπιλιέτου 2021), και «Χαμένες ψηφίδες 2» (ιδιωτική έκδοση 2024). Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, ιταλικά, ισπανικά, πολωνικά και ρουμάνικα. Διατηρεί στο διαδίκτυο το ηλεκτρονικό περιοδικό «Λογοτεχνικά Επίκαιρα» (http://logotexnika-epikaira.blogspot.com) και την ιστοσελίδα «Το Εργαστήρι» (http://vorias.blogspot.com). Υπήρξε υπεύθυνος σύνταξης του μηνιαίου ψηφιακού περιοδικού «Λογοτεχνικά Σημειώματα» που κυκλοφόρησε ελεύθερα στο διαδίκτυο μέσω της ιστοσελίδας «Λογοτεχνικά Επίκαιρα» από τον Σεπτέμβριο του 2010 μέχρι τον Ιανουάριο του 2012. Ποιήματά του έχουν δημοσιευθεί στα περιοδικά: Νέα Ευθύνη, Πλανόδιον, Μπιλιέτο, Το Κοράλλι, Τα Ποιητικά, Μανδραγόρας, Ρωγμές, Ενδοχώρα, Νέα Σκέψη, Σύγχρονη Σκέψη, Σοδειά, Diario de Avisos (Ισπανία), Pro Libris (Πολωνία), Steaua Dobrogei και Miscarea Literara (Ρουμανία) κ.ά. Στα διαδικτυακά περιοδικά: Βακχικόν, Εξιτήριον, Νέο Πλανόδιον, Περί Γραφής, Ποιείν, Στάχτες κ.ά. και στις ποιητικές ανθολογίες: Πινακοθήκη «Λυρικών» ποιημάτων, Πολύτροπος Ανήρ, Δεκαεννέα Ποιητές της Καλής Μεριάς, Ό,τι χαρτοκόπτει, εν τω άμα, χαρτογραφεί, Ποιητικό Ημερολόγιο, Ξένων αιμάτων τρύγος, Poesia Neogreca και Pegaso Greco (ιταλικές εκδόσεις) κ.ά.


 
Στην εικόνα: Canaletto (Giovanni Antonio Canal), «Capriccio of Roman Ruins with a Domed Church and the Colleoni Monument», 1754.

Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons. 

Πέμπτη 4 Ιανουαρίου 2024

Rupert Brooke, "Ειρήνη" (μετάφραση - επίμετρο: Μαρίκα Συμεωνίδου)





Ειρήνη


Τώρα, ας ευχαριστούμε τον Θεό που μας ταίριαξε με την ώρα του,
      Κι έπιασε τα νιάτα μας, και μας ταρακούνησε!
Με το σίγουρο χέρι, καθαρό μάτι και ακονισμένη δύναμη,
      Για να μετατραπούν, ως κολυμβητές στην καθαρότητα που γλιστρά,
Χαίρομαι από έναν κόσμο γερασμένο και κρύο και κουρασμένο.
      Αφήστε τις άρρωστες καρδιές που η τιμή δεν μπορούσε να συγκινήσει,
Και μισάνθρωποι, και τα βρώμικα και τα θλιβερά  τραγούδια τους,
      Και όλο το μικρό κενό της αγάπης!
Ω! εμείς, που ξέραμε τη ντροπή, βρήκαμε την απελευθέρωση εκεί,
      Όπου δεν υπάρχει άρρωστος, δεν υπάρχει θλίψη, αλλά ο ύπνος θεραπεύει,
            Τίποτα σπασμένο εκτός από αυτό το σώμα, χαμένο αλλά αναπνέει.
Δεν υπάρχει τίποτα που να κλονίζει τη μακρά γαλήνη της καρδιάς που γελάει,
      Αλλά μόνο αγωνία, και αυτό έχει τέλος.
            Και ο χειρότερος φίλος και εχθρός δεν είναι παρά ο Θάνατος.


                                                     Μετάφραση: Μαρίκα Συμεωνίδου





Peace


Now, God be thanked who has matched us with his hour,
      And caught our youth, and wakened us from sleeping!
With hand made sure, clear eye, and sharpened power,
      To turn, as swimmers into cleanness leaping,
Glad from a world grown old and cold and weary;
      Leave the sick hearts that honor could not move,
And half-men, and their dirty songs and dreary,
      And all the little emptiness of love!
Oh! we, who have known shame, we have found release there,
      Where there’s no ill, no grief, but sleep has mending,
            Naught broken save this body, lost but breath;
Nothing to shake the laughing heart’s long peace there,
      But only agony, and that has ending;
            And the worst friend and enemy is but Death.





Ο Ρούπερτ Μπρουκ (Rupert Brooke, 1887-1915) ήταν Άγγλος φιλέλληνας ποιητής, γνωστός κυρίως για τα σονέτα που έγραψε κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Μπρουκ πέθανε στις 23 Απριλίου 1915, ενώ υπηρετούσε στο Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό κατά την διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, από τσίμπημα μολυσμένου κουνουπιού πάνω σε γαλλικό πλωτό νοσοκομείο, που είχε αγκυροβολήσει στη Σκύρο και είχε ως τελικό προορισμό τη χερσόνησο της Καλλίπολης, στην Τουρκία. Οι συνάδελφοί του τον έθαψαν σε έναν ελαιώνα, κοντά στον όρμο Τρίστομο (Τρεις Μπούκες) της Σκύρου.




Στην εικόνα
: Rupert Brooke. "From a photograph by Sherril Schell" taken in 1913.
Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons.

Δευτέρα 1 Ιανουαρίου 2024

Θερμές ευχές για το 2024

 



Τα μέλη και η συντακτική ομάδα

του ΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΠΥΡΗΝΑ

σας εύχονται ολόψυχα


Χ Ρ Ο Ν Ι Α  Π Ο Λ Λ Α

και

Ευτυχισμένο  το  2024 !