Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2023

Νίκος Σφαμένος, "Στο μπαρ του Μάικ"




Στο μπαρ του Μάικ


οι ώρες είναι χρόνια
πεθαμένες
τα κορίτσια, εκείνα τα όμορφα
κορίτσια
που κάποτε φεγγοβολούσαν
τι ν απέγιναν;
οι άνδρες που έκλαιγαν
για την ομορφιά τους;
τα σκαλοπάτια του τώρα
γερνάνε απάτητα
το λουκέτο μάταια περιμένει
την επιστροφή
τα κλειστά παραθύρια
ονειρεύονται ήλιους
κι εγώ
ξεκινώ πια
για την κάμαρα μου
και σκέφτομαι τα κορίτσια
εκείνα τα όμορφα κορίτσια του
που τώρα ταξιδεύουν
στο φως



                                                  Νίκος Σφαμένος
                                                            21/1/2023
                                                        Βαθύ Σάμου



Πρώτη δημοσίευση

Η φωτογραφία είναι του Νίκου Σφαμένου. 
 

Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2023

Roger Robinson, "Ένας φορητός παράδεισος"




ΞΥΠΝΗΣΑ


Ξύπνησα αλυσοδεμένος στην κοιλιά ενός δουλεμπορικού. Το βύθισμα της πλώρης μες στα κύματα και το βογκητό των ξύλων με αποκοιμίσαν πάλι. Όταν ξαναξύπνησα με μαστιγώνανε για να σηκωθώ. Έχασα τις αισθήσεις μου και όταν ξύπνησα ήμουν σε μια δημοπρασία όπου άντρες με σκασμένα δάχτυλα ελέγχανε τα δόντια μου. Μ’ έναν σιδερένιο χαλκά στον λαιμό να με σφίγγει, περπάτησα μέχρι που κατέρρευσα και όταν ξύπνησα ο σιδερένιος χαλκάς είχε γίνει μια θηλιά που την τραβούσαν ώσπου πνίγηκα. Τους έβλεπα που με κοιτούσαν, ακόμη και μικρά λευκά παιδιά με δείχναν με το δάχτυλο ώσπου μαύρο σκοτάδι κάλυψε τα μάτια μου. Ξύπνησα καθώς με ψέκαζε κάτω στο έδαφος η αστυνομία με τις μάνικες και τα σκυλιά δαγκώναν τα καλάμια μου. Καθώς το σκυλί έχωνε στη γάμπα μου τα δόντια του, ένας αστυνομικός με χτυπούσε με το κλομπ του μέχρι που έχασα τις αισθήσεις μου. Ξύπνησα στον δέκατο έκτο όροφο ενός ουρανοξύστη κοιτάζοντας έξω από ένα παράθυρο με απρόσκοπτη θέα σε μια γη που δεν μου ανήκει.





ΜΠΟΥΚΑΛΙΑ ΕΚΤΟΞΕΥΟΝΤΑΙ ΣΕ ΑΡΓΗ ΚΙΝΗΣΗ
ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ


Όταν εσείς δημοσίως
μας σκοτώνετε, ποιος θα μιλήσει για εμάς
αν όχι αυτά τα ιπτάμενα μπουκάλια;





ΠΡΟΣΟΧΗ


Όταν η αστυνομία σού βάζει το γόνατο
πάνω στο λαρύγγι, μπορεί να μη ζήσεις
για να πεις ότι πνίγεσαι.





ΓΙΑ ΤΗ ΣΑΝΤΕ


Ποτέ δεν ήθελε η Σαντέ να ηχογραφεί
το ίδιο τραγούδι πάνω από μία φορά.
Δεν το θεωρούσε απαραίτητο.
Της είχαν μάθει μεγαλώνοντας
να αποφεύγει ό,τι δεν ήταν απαραίτητο.
Κανείς στην οικογένειά της δεν ήταν
πολύ εκφραστικός, όλοι τους όμως ξέρανε
το βάθος που υπήρχε εκεί.
Αλλά να το μοιράζεσαι έτσι δραματικά −
αυτό το θεωρούσανε υπερβολή.
Τα πάντα, ακόμα και τα ρούχα
που φορούσε, πήγαιναν πίσω
μέχρι τα θεμέλια. Ο ηχολήπτης
ρώτησε Πώς το λένε το κομμάτι αυτό;
Παράδεισο, του απάντησε.
Τη ρώτησε για τα λάθη στα φωνητικά·
Ποια λάθη; του απάντησε.





Η ΠΑΛΙΝΩΔΙΑ ΤΟΥ ΚΟΡΑΚΙΟΥ


Ίσως, άνθρωπε,
να ήμουν πολύ σκληρός
μαζί σου. Δεν ήξερα
πως τα μικρά σου
ξυπνάνε συχνά
μες στον ύπνο τους
κι εσύ όλη νύχτα
μένεις ξάγρυπνος
δίπλα στο παιδί σου.
Ένα από τα παιδιά μου
δεν είναι καλά. Δεν μεγαλώνει
όπως τ’ άλλα.
Κι εμένα, όπως κι εσένα, συχνά
με τρώει η ανησυχία.
Ξυπνάω και νιώθω έναν
πυκνό ιστό αράχνης
στο μυαλό μου.
Τα άλλα παιδιά μου αναρωτιούνται
τι πρόβλημα έχει ο πατέρας τους.
Κάνω ό,τι πρέπει να κάνω
γιατί μ’ έχουν ανάγκη,
αλλά γίνεται όλο και πιο δύσκολο.
Συγχώρησέ με, άνθρωπε,
βιάστηκα να σε κρίνω.
Τώρα καταλαβαίνω
το φορτίο που κουβαλάς.





ΕΝΑΣ ΦΟΡΗΤΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ


Και αν μιλάω για Παράδεισο,
τότε μιλάω για τη γιαγιά μου
που μου είπε να τον έχω πάντα
μαζί μου, κρυμμένο, έτσι που κανείς άλλος
να μην το ξέρει εκτός από μένα.
Έτσι δεν θα μπορούν να σ’ τον κλέψουν, είπε.
Κι αν είναι ζόρικη μαζί σου η ζωή,
χάιδεψε με το δάχτυλο μέσα στην τσέπη σου τις
        κορυφογραμμές του,
μύρισε τη μυρωδιά του πεύκου στο μαντίλι σου,
μουρμούρισε τον ύμνο του με χαμηλή φωνή.
Και αν τα ζόρια σου είναι αδιάκοπα και καθημερινά,
πήγαινε σ’ ένα άδειο δωμάτιο −σ’ ένα ξενοδοχείο,
σ’ έναν ξενώνα, σε μια καλύβα− βρες μια λάμπα
και άδειασε τον παράδεισό σου πάνω σ’ ένα τραπέζι:
την ξανθή άμμο σου, τους πράσινους λόφους και τα
        φρέσκα ψάρια.
Φώτισέ τα με τη λάμπα σαν μια νέα ελπίδα
πρωινή και μείνε να τα κοιτάς μέχρι να αποκοιμηθείς.



                                                              Μετάφραση: Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος




Από τη συλλογή «Ένας φορητός παράδεισος», εκδόσεις Κείμενα, 2020.


Ο Ρότζερ Ρόμπινσον είναι ποιητής και περφόρμερ. Γεννήθηκε το 1967 και ζει μεταξύ Λονδίνου και Τρινιντάντ. Η πρώτη του ολοκληρωμένη ποιητική συλλογή The butterfly hotel δημοσιεύτηκε το 2012. Η συλλογή Ένας φορητός παράδεισος τιμήθηκε το 2019 με το υψηλού κύρους βραβείο για την ποίηση T. S. Eliot.

Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2023

Κλεονίκη Δρούγκα, "Ξεκάθαρο κρύο"




Αμφιβολία


Η λέξη ξεροκαταπίνει
όσο η τελεία σκαρφαλώνει.
−Πού θα σταθείτε; πού;
−Να μπω μετά από σας ή
μήπως είν’ αυθάδεια;
−Ως τελεία επιβάλλεστε
ή κάνουμε δοκιμές;
Η λέξη σταύρωσε τα πόδια της.
Ένα πλεκτό
σκούντηξε μίαν άλλη
άλλαξε θέση ανήσυχη.
−Μετάνιωσα
της είπε η τελεία
και αποσύρθηκε.
Ο ποιητής
την κουβαλά μες στο μυαλό του
μια την στριμώχνει
μια την εξορίζει.

Κάποια στιγμή την εξωθεί ως
και δύο χρόνια μετά
μ’ ακόμη −λες− τη σκέφτεται.





Επείγουσα παραγγελία


―Πλήρωσα κάτι παραπάνω και
δυο τρεις μέρες μού είπατε
πια και θα ’ναι εδώ
στον φάκελο έγραψα «επείγον»
ξεφλούδισα τον χρόνο
―ο πατέρας βίδωνε
ρόδες βοηθητικές του ποδηλάτου.
Δεν ήρθε ακόμα.
―Τι παραγγείλατε, λοιπόν;
―Τα καλοκαίρια που ήμουνα παιδί.
―Λυπούμεθα. Αργήσατε.
Εξαντλημένο απ’ τον εκδότη.





Το λες ζωή


Ξυπνάς απότομα
αποφεύγεις τους καθρέφτες
να μη βλέπεις τη φθορά.
Το λες πανικό.
Πετάς πάνω από καταιγίδες
μ’ ένα τραγούδι των Beatles
παραφυλάς τον κηπουρό
μ’ ένα μακρύ ψαλίδι
κόβεις τη βροχή.
Το λες αναχρωματισμό.
Κρέμεσαι ανάποδα από έναν πλάτανο
λύνεις τα μαλλιά ενώ
βουτάς το κεφάλι στη θάλασσα
πνίγεις κάτι ψίχουλα λύπης και
το λες αντάρτικο.





Η θάλασσα μέσα της


Ανοίγει την ντουλάπα
ντύνεται με τα κύματα
στολίζεται στον καθρέφτη
γεμίζει κοχύλια η ματιά
καράβι γίνεται
φτάνει στα ξένα
στα λιμάνια βγάζει τα ρούχα της
αφρίζει θηρίο λαβωμένο
η θάλασσα μέσα της.





Κρουστό απόβραδο


Κυριακές ευτυχίας
τυλιγμένες σε αυταπάτες
περιστρέφονται μ’ ένα τηλεκοντρόλ
γύρω από σκουριασμένα απογεύματα
χαμογελούν στους καναπέδες
σκεπάζουν κάτω από λινές κουβέρτες
ληγμένες αποφάσεις.
Έδωσα όνομα ποιητικό
σ’ αυτή την Κυριακή
την είπα
ακριμάτιστη.
Δεν είχα σκοπό τ’ όνομα να αλλάξω.
Φώναζαν όμως οι λέξεις.
Κάποια πράγματα δεν…
να μην αλλάξουν γίνεται.




 
Από τη συλλογή «Ξεκάθαρο κρύο», εκδ. Μανδραγόρας, 2023.

Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2023

Κωνσταντίνος Βορβής, "Ο ήρωας του φθινοπώρου"




Ο ΗΡΩΑΣ ΤΟΥ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΥ


Ο χρόνος είχε σταματήσει
άνθρωποι αδιάφοροι
διέσχιζαν τα πεζοδρόμια
πετούσαν καμένα τσιγάρα
στον δρόμο ενοχικά
και βιαστικά επέστρεφαν
στην ατέρμονη πορεία τους.

Ξεχασμένοι
κάπου στο απρόσωπο φόντο
χαμένοι ναυαγοί της εποχής μας
μέσα στο αδίστακτο στροβίλισμα
απόκληροι των αστερισμών
ακίνητοι
να δίνουμε μορφή
και να κινούμαστε αυτοκτόνοι
προς την άβυσσο.

Σε ξέρω
ήρωα του φθινοπώρου
σε γνώρισα
προτού φύγεις
για τα απάτητα οροπέδια
ακολουθώντας το δειλινό.

Τώρα που σμίγει
το φως με το σκοτάδι
και η ζωή με τον θάνατο
άκουσε τη φωνή μου
για τελευταία φορά
ανάμεσα στα φύλλα
καθώς βραδιάζει
και στις τζαμαρίες
των μικρών καταστημάτων
παγώνει το χιονόνερο.

Μείνε λοιπόν αυτή τη νύχτα
στον θάνατο των άστρων
μόνοι και γύρω μας ο κόσμος
μέχρι να μας χτυπήσει το φως
και μετά χάσου
σε μια ορφανή μέρα του Σεπτέμβρη
χάσου
για να σε ξαναδώ μονάχα
αιχμάλωτο του πλήθους
στην επέτειο ενός πόνου
που αποκαθήλωσε τον ήλιο
όταν κάθε πίστη μου ξεψυχήσει
εκτεθειμένη δημόσια
στα βέβηλα βλέμματα των ανθρώπων.





ΑΠΟΨΕ


Απόψε
οι δρόμοι έχουν αδειάσει
τα σινεμά της Ομόνοιας
είναι κλειστά από νωρίς
και τα ταξί στις πιάτσες
περιμένουν καθηλωμένα
τους τελευταίους χαμένους
από τις παράνομες λέσχες.
 
Περπατώντας την
3ης Σεπτεμβρίου
όταν περάσεις νευρικά
από τα στέκια των ναρκομανών
και τα στενά των οίκων ανοχής
όταν πετάξεις το αποτσίγαρο
στην βρεγμένη άσφαλτο
όταν φύγεις στον παράδρομο
τίποτα δεν θα έχει αλλάξει.
 
Η πόλη εξαφανίζεται
πίσω τρέχουν μεθυσμένοι
το ατέλειωτο σκούρο
της παλαιάς Εθνικής
η άπλα των λωρίδων
κάποια μακρινά φώτα
σημαίνουν τον προορισμό.
 
Τα φρένα σκληρίζουν
και το μέταλλο καυτό
τα καθίσματα άδεια
ο συνοδηγός μακριά
μόνος απέναντι
στην αλήθεια.
 
Αυτό το βράδυ θα περάσει
νύχτα, νύχτα του καιρού
τα παράθυρα κλειστά
ο νιπτήρας στάζει
λεπτές σταγόνες
τα σφυριά χτυπούν
στις άκρες των κροτάφων
η σιωπή
όταν παύουν οι φωνές·
με θλίψη και αξιοπρέπεια
θα περάσει
κι αυτό το βράδυ.
 
 
 
 
 
FLÂNEUR
 
 
Νύχτα και περπάταγες στην Ιουλιανού
το παλτό σου τύλιγε το νέφος χαμηλά
από τις εξατμίσεις των αυτοκινήτων
οι μύτες των παπουτσιών ακροβατούσαν
στις βρώμικες γρίλιες των υπονόμων
έβλεπες τα πρόσωπα να προχωρούν
υποταγμένα στις άψυχες επιταγές
της ποσότητας και της ταχύτητας
εσύ, που έστεκες σταματημένος
σε είδανε από την φωτισμένη βιτρίνα
ενός χρεωκοπημένου καταστήματος
σε χαιρέτισαν αυτοί που εκδίδονταν
στο βρεγμένο πεζοδρόμιο απέναντι
προσπέρασες τα στέκια των αστέγων
νεύματα από τους επιβάτες των λεωφορείων
που λειτουργούν μονάχα μετά τα μεσάνυκτα
και τότε υποσχέθηκες, για πρώτη φορά
πως δεν θα επέστρεφες ποτέ ξανά
θα άφηνες αυτόν τον κόσμο πίσω σου
τους δρόμους, τα στενά, τα φανάρια
και μαζί του θα απέστρεφες το βλέμμα
μακριά από κάθε σπάραγμα του παρελθόντος
θα εξόρκιζες το παρελθόν, θα ξεχνούσες
τους ανθρώπους και τις υποσχέσεις τους
μια νύχτα περπατώντας στην Ιουλιανού.
Κι όμως, τέτοια νύχτα θα είσαι πάλι εδώ
θα έχουν παρέλθει δυο εβδομάδες ή χρόνια
θα είσαι εδώ, δραπέτης τόσων ακάνθινων βραδιών
σαν περιστέρι χωρίς φωλιά, περιπλανώμενος
Ηπείρου, Αχαρνών, Λιοσίων, Φυλής
θα είσαι πάλι εδώ, σε ένα πλαστικό τραπέζι
όχι με αναμμένο τζάκι όχι με ανέσεις
κάπου στο κέντρο της Αθήνας
ζεστά κι απ’ έξω το χιόνι
μόνος και για συντροφιά
τα ταξί που φέγγουνε στη νύχτα
και τα έρημα βαγόνια στον σταθμό.
 
 
 
 
 
ΑΓΙΟΙ ΑΝΑΡΓΥΡΟΙ
 
 
Κοιτούσε μια γραμμή που χάνεται στα δέντρα
υφάσματα που κρέμονται από βαγόνια
ένα στραβό ρολόι που λειτουργεί ακόμα
τα παρατημένα μηχανήματα του σταθμού
και αναρωτιόταν πώς έφτασε μέχρι εδώ
με αυτούς που ακροβατούν στο περιθώριο
ποιος χάραξε τα σημάδια στα χέρια της
ποιος έριξε το μαύρο στις άκρες των ματιών της
ποιος της έκλεισε τα βλέφαρα.
Την βρήκανε μπροστά στον ξεκρέμαστο καθρέπτη
το κεφάλι της γερμένο ακουμπούσε στον τοίχο
και δίπλα της ένα μικρό βιβλίο: Σύλβια Πλαθ.
 
Πρώτη Αυγούστου. Καινούργιος μήνας.
Στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, στα περιοδικά
χαρμόσυνες εικόνες, οι καλοκαιρινές διακοπές
πρόσωπα χαμογελαστά, οικογένειες
ευτυχείς στις παραλίες και τα νησιά.
Και κάπου, σε μια μικρή στήλη
στις τελευταίες σελίδες ασπρόμαυρης
καθημερινής εφημερίδας
αναγραφόταν η είδηση:
«ήταν είκοσι ετών».
 
 
 
 
 
Από τη συλλογή «Ο ήρωας του φθινοπώρου», εκδ. Οδός Πανός, 2022.

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2023

Κώστας Θ. Ριζάκης, "εν αμφιβόλω"




εν αμφιβόλω


το δίλημμα σαφώς έχον κατατεθεί διό-
λου οχληρό αποβαίνει ουχί δε επικίνδυ-
νον βεβαίως κατεκάλυπτεν πολλά έτι
πολλών τα έτη σύμπασαν όι γενιάν την
των νεωτέρων το αφήνω εκτός νυμφώ-
νος κάπως ξεκρέμαστον θα πει βρε
σεις τα μασημένα τέλεψαν α ψάξτ’ επ’ ο-
λίγον μόνοι ότι νυχτώνει ασυζητητί μυαλό
’ναι που να πάρει στο δίλημμα, επ’ ουδενί

«κιθαρίστας ή ντράμερ κιθαρίστας ή ντράμερ»



                                                   Κώστας Θ. Ριζάκης




Ο ποιητής Κώστας Θ. Ριζάκης (Λαμία, 1960) εξέδωσε δώδεκα συλλογές, τη μία συγκεντρωτική (των εξ πρώτων ‒ γ΄ επαν. Κουκκίδα 2020). Διηύθυνε ή και συνδιηύθυνε επτά έως τώρα (σε εννέα εν συνόλω περ.) λογ. περιοδικά. Επίσης, επιμελήθηκε περί τα 200 βιβλία (ιδία ποιητικά), αρκετά αφιερώματα σε έντυπα άλλων, καθώς και τιμητικούς τόμους σε μορφές (Κ.Ε. Τσιρόπουλο, Γ. Πέγκλη, Μ. Μέσκο, Ο. Αλεξάκη, Σ. Σαράκη, Ζ. Σαμαρά, Β.Π. Καραγιάννη, Γ.Χ. Θεοχάρη, Δ. Αγγελή ‒ τα τελευταία 2 υπό έκδοσιν) τής λογοτεχνίας μας. Ενασχολείται δε και συνεχίζει, με τη σύγχρονη γυναικεία γραφή (Ζ. Δαράκη, Λ. Παππά, Μ. Καραγιάννη, Κ. Κούσουλα, Χ. Κουτσουμπέλη, Έ. Λάγκε, Έ. Κορνέτη, Ν. Κεσμέτη, Κ. Ρουκ, Μ. Κουγιουμτζή, Α. Μπακονίκα, Ά. Γρίβα, Δ. Δημητριάδου, Ν. Χαλκιαδάκη). Πρόσεξε πολύ όσους νεώτερους άξιους, ιδρύων σχετικήν (με την Μ. Ζαγκλαρά) σειρά. Τελευταία του συλλογή (με τον Σταύρο Σταμπόγλη) η, πυξίδα ουρανομήκης, εκδ. Παρέμβαση 2023. Έχουν γραφεί και εκδοθεί πολυάριθμα μελετήματα για το ποιητικό του έργο.



Πρώτη δημοσίευση

Στην εικόνα, ο θρυλικός κιθαρίστας Jeff Beck (1944 - 10/1/2023), στο εξώφυλλο του άλμπουμ "Blow by Blow" (1975). Δημιουργός εξωφύλλου: John Collier.

Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2023

Περιοδικό Θευθ, τεύχος 16, Δεκέμβριος 2022



Θευθ
οι δύο όψεις της γραφής

Εξαμινιαίο περιοδικό λογοτεχνίας
και λογοτεχνικής κριτικής

τεύχος 16, Δεκέμβριος 2022


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ


    7   ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΣ, «Μάριος Ποντίκας 1942-2022»
    9   ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ, «Γιατί μου αρέσει ο Δεκέμβριος»
  10   ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΒΛΑΧΟΥ, «Το σημαδεμένο περιστέρι»
  12   ΣΟΥΛΤΑΝΑ ΒΟΥΔΟΥΡΗ, «Ο πιο παγωμένος άνεμος»
  13   ΒΑΛΙΑ ΓΚΕΝΤΣΟΥ, «Ο τρομακτικός ουρανός κατεβαίνει»
  14   ΣΤΑΥΡΟΣ ΓΚΙΡΓΚΕΝΗΣ, «Υπάρχουν»
  16   ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΕΛΙΟΠΟΥΛΟΣ, «Αντάρτες γλάροι»
  18   ΔΗΜΗΤΡΗΣ Α. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, «Αν αφεθείς ολοκληρωτικά στο κάλεσμά της»
  22   ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΪΤΑΤΖΗ-ΧΟΥΛΙΟΥΜΗ, «Τα όνειρα δείχνουν»
  24   ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΑΡΑΝΤΩΝΗ, «Ηλίου εκποιούντος το φάος»
  25   ΛΙΛΛΥ ΚΟΤΣΩΝΗ, «Μια λέξη μόνο»
  29   ΜΑΡΙΑ ΛΕΒΑΝΤΗ, «Τ' αστέρια του Βαν Γκογκ»
  31   ΝΙΚΟΣ ΛΕΥΚΑΔΙΤΗΣ, «Με γούνα λεοπάρδαλης»
  33   ΠΕΤΡΟΣ ΛΥΓΙΖΟΣ, «Η βροχή του καλοκαιριού»
  37   ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΑΡΚΟΓΙΑΝΝΗΣ, «Ίσως ο θάνατος»
  39   ΧΑΡΗΣ ΜΕΛΙΤΑΣ, «Αμαχητί»
  42   ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΙΧΑΣ, «Στη γη είν’ οι άγγελοι»
  44   ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΟΥΡΑΣ, «Αξιοκρατία»
  46   ΧΡΗΣΤΟΣ ΝΤΙΚΜΠΑΣΑΝΗΣ, «Σκέψεις»
  49   ΚΩΣΤΑΣ Θ. ΡΙΖΑΚΗΣ, «Φουλ στην αφήγηση»
  50   ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ ΣΑΜΑΡΑΣ, «Μυθολογία»
  53   ΕΛΕΝΗ ΣΙΓΑΛΟΥ, «Φεγγάρι»
  55   GEORGES SIVETIDIS, «Liberty or death!», μετάφραση Αφροδίτη Σιβετίδου
  58   ΒΑΛΙΑ ΤΣΑΪΤΑ-ΤΣΙΛΙΜΕΝΗ, «Οικογενειακή υπόθεση»
  62   ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Κ. ΧΑΤΟΥΠΗΣ, «Μνημοσύνη»
  64   ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΣ, «Θυμός μύθος»
 
  66   ΠΟΠΗ ΑΡΩΝΙΑΔΑ, «Χνωτίζοντας τα τζάμια»
  71   ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΡΒΑΡΗΓΟΣ, «Η απολογία»
  76   ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, «Πραγματικά πυρά»
  81   ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΔΙΑΒΑΤΗ, «Φιλοσοφώντας»
  83   ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΕΞΑΡΧΟΥ, «Ράψιμο»
  85   ΣΟΝΙΑ ΖΑΧΑΡΑΤΟΥ, «Φωτογραφίες»
  91   ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΚΑΛΤΣΟΓΙΑΝΝΗ, «Ο κύριος X. ταξιδεύει»
  93   ΔΗΜΗΤΡΑ ΜΗΤΤΑ, «Επικήδειος»
  97   ΠΟΛΥΝΑ Γ. ΜΠΑΝΑ, «Η πάλαι ποτέ επιδραστική δύναμη μιας carte de visite»
102   ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΜΥΛΩΝΑ - ΠΟΛΥΒΙΟΣ ΜΥΛΩΝΑΣ, «Τα λόγια σου, πατέρα»
107   ΤΟΥΛΑ ΠΑΠΑΠΑΝΤΟΥ, «Στο νερό εμπιστεύεται τη ζωή της»
110   ΖΩΗ ΣΑΜΑΡΑ, «Ως τα Ιεροσόλυμα»


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ - ΔΟΚΙΜΙΟ - ΚΡΙΤΙΚΗ

115   Συνέντευξη του ΓΙΩΡΓΟΥ X. ΘΕΟΧΑΡΗ στον ΔΗΜΗΤΡΗ ΒΑΡΒΑΡΗΓΟ
121   Συνέντευξη της ΕΛΕΝΑΣ ΝΟΥΣΙΑ στη ΝΕΝΑ ΚΟΚΚΙΝΑΚΗ

126   ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΚΑΠΛΑΝΗ, Από το φεγγίτη στο δωμάτιο της γραφής:
         ΙΩΑΝΝΑ ΑΒΡΑΜΙΔΟΥ
134   ΑΡΙΣΤΟΥΛΑ ΔΑΛΛΗ, «Ψυχαναλυτική προσέγγιση στο συμβολισμό και στην
         αλληγορία του διηγήματος του Έντγκαρ-Άλλαν Πόε, “Το κλεμμένο γράμμα”»
141   ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΔΗΜΟΥ, «Το πρόσωπο και το έργο. Η φυσιογνωμία του δημιουργού
         ως παράγοντας της λογοτεχνικής πρόσληψης.
         Η περίπτωση του Ντίνου Χριστιανόπουλου»
146   ΕΛΕΝΗ ΣΙΤΑΡΑ, «Η θεατρική διασκευή και η σημασία της ανάγνωσης»

152   ΚΟΥΛΑ ΑΔΑΛΟΓΛΟΥ, Η πρώτη γεύση

162   Η ΓΙΩΤΑ ΒΑΣΣΗ γράφει για τον ΓΙΩΡΓΟ ΔΡΙΤΣΑ
166   Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΝ. ΛΥΜΠΕΡΗ γράφει για τον ΤΟΛΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ
171   Η ΓΕΩΡΓΙΑ ΝΤΕΜΙΡΗ γράφει για τον ΝΙΚΟ ΠΑΠΑΝΑ
175   Η ΜΑΡΙΑ ΠΕΡΑΤΙΚΟΥ-ΚΟΚΑΡΑΚΗ γράφει για τον ΣΩΤΗΡΗ Π. ΒΑΡΝΑΒΑ
182   Η ΖΩΗ ΣΑΜΑΡΑ γράφει για την ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΓΑΛΑΝΟΥ
188   Η ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΣΟΥΛΟΓΙΑΝΝΗ γράφει για τον ΗΛΙΑ ΓΚΡΗ και τον ΠΕΤΡΟ
         ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗ
194   Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΡΟΥΜΠΑΣ γράφει για τον ΘΕΟΔΟΣΗ ΠΥΛΑΡΙΝΟ και τον ΓΙΩΡΓΟ
         ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟ

199   Πολιτιστικές αναζητήσεις: ΣΙΣΣΥ ΣΙΓΙΟΥΛΤΖΗ-ΡΟΥΚΑ, «ΣΠΕΚ: όραμα, στόχοι,
         ευεργεσία»




Θευθ
Εξαμινιαίο περιοδικό λογοτεχνίας
και λογοτεχνικής κριτικής

Ιδιοκτήτης εκδότης: Γιάννης Κιντάπογλου
Διεύθυνση: Ζωή Σαμαρά - Μαρία Λιτσαρδάκη
Συντακτική επιτροπή: Βικτωρία Καπλάνη, Μαρία Λιτσαρδάκη,
                                   Ζωή Σαμαρά, Γιώργος Χουλιάρας

Ηλεκτρονική διεύθυνση: literaryview@gmail.com

Ζωγραφικά μοτίβα: Νεφέλη Δελόγλου

Κεντρική διάθεση:
Εκδόσεις Ρώμη, Τσιμισκή 16,
54624  Θεσσαλονίκη


Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2023

Άντζελα Λούτζιο, "Επίμονα παράθυρα"




ΑΣΤΟΧΙΑ ΥΛΙΚΩΝ


Μοιάζουμε απελπιστικά
έχουμε την ίδια σύσταση
σκόρπιες σταγόνες χλωροφύλλης
μέσα σε χώμα ξερό
και στο μέτωπο την ίδια ρυτίδα
που ευθύβολα μας σημαδεύει
πάσχουμε από την ίδια αστοχία υλικών
όπου μας αγγίζουν
γινόμαστε τρίμματα
σε τσέπες περαστικών
Παλεύουν οι άκρες μας
να σμίξουν στερητικά
[μα εγώ μέσα στα χέρια σου
ολότελα συνοψίζομαι
κι εσύ σαν κόμπος στο λαιμό μου
ολάκερα σωρεύεσαι]
και κάπως έτσι οι νύχτες μας
ασελγούν πάνω στις μέρες τους
και είναι τρύπια τα σώματα
στεγνά τα σεντόνια





ΕΠΙΜΟΝΑ ΠΑΡΑΘΥΡΑ


Υπάρχουν παράθυρα επίμονα
που μένουν ορθάνοιχτα χειμώνα καλοκαίρι
Που φέγγουν τις νύχτες
κάθε φορά που οι δρόμοι ερημώνουν
Που κρέμονται στους τοίχους σαν εικονίσματα
σε αδειανά δωμάτια
Υπάρχουν παράθυρα επίμονα
Που πίστεψαν σ’ ένα σιρίτι φως
στων λουλουδιών το παρανάλωμα
Που υπέκυψαν στου ανέμου την απροσδόκητη φορά
Υπάρχουν παράθυρα επίμονα
που πίσω από γρίλιες σφραγισμένες
ικέτεψαν παράφορα την άνοιξη





ΠΑΝΤΟΣ ΚΑΙΡΟΥ


Κι αλλάζει κάθε τόσο η εποχή
Και μπαινοβγαίνουν τα ρούχα στο πατάρι
Και πάλι γυμνά στέκουν τα σώματα
Γιατί στενέψαν τα καλοκαίρια ανεπανόρθωτα
ο σκόρος μάσησε τους χειμώνες
και η άνοιξη ξεθώριασε στο πλυντήριο
στριμωγμένη με γκρι φθινόπωρα
Κι αλλάζουν κάθε τόσο τα ρούχα
Και παραμένει εκείνο το παλιό κάταγμα
να θυμίζει πως αλλάζει ο καιρός
Λες κι η ζωή συνωστίζεται στο κόκαλο
μαζί μ’ όλα τα αβέβαια βήματα
και τις αδέξιες χειρονομίες
Κι αλλάζουμε λίγο λίγο
γινόμαστε παντός καιρού
σαν εκείνες τις φωτεινές επιγραφές
στων παλιών μοτέλ τους ρημαγμένους τοίχους





ΛΙΠΟΤΑΞΙΑ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ


Ο ήλιος λιποτάκτησε στο δέρμα σου
Και λίγο λίγο ξεκλειδώνει τη φυλακή μου
Όπου κι αν μ’ αγγίξεις
οι τοίχοι μαλακώνουν





ΤΑ ΔΑΧΤΥΛΑ ΣΟΥ


Τα δάχτυλά σου, ράμματα μεταξωτά
κεντάνε πάνω μου την άνοιξη





Από τη συλλογή «Επίμονα παράθυρα», ΑΩ Εκδόσεις, 2022.

Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2023

Διονύσης Καψάλης, "Ο καταρράκτης"




ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ

                   In dreams begins responsibility.
                                               W. B. YEATS



Όπως τα φέρνει ο άνεμος και όπως
τα χείλη της στα χείλη μας κι οι λέξεις
που θ’ ανεβούν στα χείλη μας − και όπως
ένας στον άλλον οι άνθρωποι, μιλάμε,
λέμε ιστορίες, κάποιοι τη δική τους,
τις τύχες και τα κατορθώματά τους,
και άλλοι άλλων που δεν λησμονούνται·
κι όσα ιστορούν, παράπονα και πίκρες,
στιγμές χαράς και μέρες γιορτινές
και συμφορές και θάνατοι κι αρρώστιες
( δοιοί γαρ τε πίθοι εν Διός ούδει ),
κι όσα βαθιά στον ύπνο κατεβαίνουν,
φωλιάζουν στις πτυχές του κι απηχούν
αισθήματα, μορφές, χειρονομίες −
αυτά είναι η ευθύνη μας· κι αν μείνουν
αφρόντιστα ( σαν ένας εαυτός
αφύσικος κι όμως αγαπημένος,
που τον αφήνεις πίσω σου και φεύγεις),
θα σε προλάβουν στα όνειρα·
                                                       σαν ένας
ξενιτεμένος φίλος επιστρέφουν
στ’ άπλετα βάθη των ονείρων − ίσκιοι
σαν σώματα, που φέρνουνε μαζί τους
τις τύχες και τα κατορθώματά τους,
αισθήματα, μορφές, χειρονομίες,
σε προλαβαίνουν στα όνειρα και σπρώχνουν
να βγουν στο φως της μέρας· σαν τα λόγια
που πρέπει να ειπωθούν και πάντα μένουν
ανείπωτα ώσπου δεν είναι πια·
σαν κόσμοι πιθανοί που σβήνουν, άστρα
που καταρρέουν σ’ άλλους γαλαξίες,
κι ούτε κανείς ευθύνεται γι’ αυτό.





ΙΚΕΣΙΑ


Το φως της μέρας φεύγει, κι ολοένα
πιο δύσκολα, καθώς περνούν τα χρόνια,
δέχεσαι τον αποχαιρετισμό του·
κάτι σαν θλίψη κάθεται τα βράδια
στις παρυφές, στις άκρες γύρω γύρω,
όπως θαμπώνει ένας παλιός καθρέφτης,
κι όπως στους αυτοκόλλητους φακέλους
που μένουν ανοιγμένοι στο τραπέζι
κολλάει η σκόνη κι από μέσα εξέχει
ένας απλήρωτος λογαριασμός.

Κρατώ στα δάχτυλά μου τον αέρα
μιας δακρυσμένης μουσικής, κι ακούω
τον θρήνο της πώς φτάνει από μακριά
και σβήνει σε βουβή χειρονομία·
όλο και πιο ανάγλυφες οι φλέβες
γράφουν ανάστροφα το άγγιγμα
της αδειανής παλάμης με την άλλη.
Η νύχτα ανοίγεται στην ικεσία.





ΜΑΪΟΣ 2021


Στον κήπο του «Άμα λάχει» τα γεράνια
λυγίζουν με το φύσημα του αέρα
κι είναι σαν να φινίρονται στο φως,
ενώ από πάνω η κληματαριά
κεντάει στο γαλάζιο τ’ ουρανού
εργόχειρο με πράσινες ανταύγειες.

Σαν από κτίσεως κόσμου λάμπουν όλα
και όλα συνομολογούν αιτίες
αμίλητες αυτό το απόγευμα
που φτιάχτηκε από φως κι απαντοχή,
εδώ που όλα τελειώνουν κι όλα αρχίζουν
και τίποτα δεν βιάζεται να φύγει.

Και άθελά μου σκέφτομαι την ώρα
που θα ’ρθει το σκοτάδι για να φέρει
τον ύπνο τον γλυκό τού στρατοκόπου,
κι ο ουρανός από πάνω θα σωπαίνει
κρατώντας όλη νύχτα τη μεγάλη
ανάσα, τη βαθιά του ξαστεριά.





AUBADE


Εδώ δεν φτάνει ο πόλεμος· κοιτάζω:
ένας κοκκινολαίμης στο μπαλκόνι
τινάζει από πάνω του τον ύπνο
σε μια κηλίδα ήλιο κι ανασαίνουν
τα φύλλα της ελιάς μέσα στη γλάστρα
με την πνοή του αέρα· ξημερώνει.





Από τη συλλογή «Ο καταρράκτης», εκδ. Άγρα, 2022.

Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2023

Θερμές ευχές για το 2023

 



Τα μέλη και η συντακτική ομάδα

του ΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΠΥΡΗΝΑ

σας εύχονται ολόψυχα

 
Χ Ρ Ο Ν Ι Α  Π Ο Λ Λ Α
 
και
 
Ευτυχισμένο  το  2023 !