ή
Τι λέω στον εαυτό μου, όταν καταστρώνω σχέδια διάσωσης
που μουτζουρώνουν τον ουρανό
/κάποιες φορές τα σύννεφα κάνουν την έκπληξη
σκορπίζουν
έτσι ελπίζουν οι άνθρωποι σε μια καινούρια έναρξη/
και κάνεις πως δεν σε νοιάζει
και κανείς δεν το καταλάβει
μην πάρεις μαζί σου τίποτα φωτοβόρο
όπως, λόγου χάρη, εφημερίδες /κάτω απ’ τα εσώρουχα/
το τρένο της λίγης ζωής
γρήγορα γίνεται τσιγάρο
το καπνίζει ένας αργοπορημένος επιβάτης
στην αίθουσα των χαμένων βημάτων
κυλάει από σταθμό σε σταθμό
πάνω σε μη πραγματικές
όμως ευκρινώς χαραγμένες ράγες και
στο πρωτότυπο είναι: «Nothing. Nothing that you can do».
ή
Προθέσεις που δεν αρθρώνονται
και σελιλόιντ
κατά τη διάρκεια της συνάντησης
καιρό μετά
η οικεία μας φαντασιοκοπία
δεν υφαίνει ούτε κισσό ούτε καπνό
παρά περικλείει τη στιγμή
παρά χειραψία
απ’ αυτά που σκεπάζει