ΤΑ ΓΥΑΛΙΝΑ ΜΑΤΙΑ ΤΩΝ
ΨΑΡΙΩΝ
Ήταν
στιγμές
που
περπατούσα ανάποδα στην όψη μου.
Χέρια
χαράζαν το δέρμα από μέσα.
Νύχια
γαμψά
απ’
τη λαχτάρα μου να δω.
Χαράδρες
σκάβαν βαθιά τα δυο μου μάτια.
Εσείς
ανυποψίαστοι
κομψοί
σχοινοβάτες
του ύπνου.
Κι
εγώ
μια
λέαινα
δίχως
δέρμα
με
το αίμα πηχτό ποτάμι στα μετέωρα μάτια
και
τα χέρια ξέπλεκα δίχτυα
σε
θάλασσα δίχως ψάρια.
Τα
σκότωσε όλα το αλάτι που δεν ήταν αλάτι
μα
σκόνη.
Τα
έστειλε στα βουνά να γυρεύουν ανάσα.
Ψάρια
δίχως βράγχια
εκλιπαρούσαν
γι’ αέρα απ’ τα μάτια.
Έχεις
δει ψάρια με μάτια ανθρώπου;
Εγώ
τα είδα
στην
απόκρημνη πλαγιά
Ήταν
εκεί.
Μου
μίλησαν με ανθρώπινη λαλιά.
Μου
λέγανε πως στέρεψε η αρμύρα από τις θάλασσες
το
νερό τους στυφό
κι
ο αέρας φαρμάκι.
Με
κοιτάζαν με μάτια ανθρώπου
κι
εγώ
ένιωσα
ξαφνικά τον αέρα να εισβάλλει μέσα μου με πόνο
και
δε βαστούσα να κοιτάξω στα μάτια σας.
Άνθρωποι
Συνεπιβάτες
μου
Δίχως
ντροπή κλέψατε τα γυάλινα μάτια των ψαριών
Τα
φοράτε με καμάρι
Κι
αυτάρεσκα υψώνετε το δάχτυλο
Να
με δικάσει.
ΘΕΕ
Θεέ,
έλα
και πάρε από πάνω μου τούτο το καρφί.
Είμαι
μικρή πολύ για να το σηκώσω.
Αν
θέλεις πάλι να γελάσεις με τη γύμνια μου
μάθε
πως το χατίρι δε σου το κάνω
να
με δεις να κλαίω σα χαζό κουτάβι.
Βρήκα
μπογιά που δεν ξεβάφει με τα δάκρυα.
Μ’
αυτήν το μούτρο μου άλειψα
και
σε προσμένω.
Μάθε
πως τώρα κατάλαβα
τι
σημαίνει
να
’ρχεται κατά πάνω σου η Μοίρα
κι
εσύ να στέκεσαι αγριεμένος απ’ τα μέσα σου νερά
και
να τινάσσεις θύελλες απ’ τα μάτια.
Μάθε
πως έβγαλα απ’ το μηρό μου άλλο παιδί
με
γέλιο το τύλιξα μετάξι
με
πίκρα ανθρώπου με έγνοια το μοίρανα
και
το κρατώ στην αγκάλη του βλέμματος
το
κανακεύω με ψέμα.
Κι
ολόρθη μπροστά σου θα με δεις
σαν
έρθεις πάλι να γελάσεις με την τύφλα μου.
«Ναι
είμαι εγώ.
Κι
έμαθα να κοιτώ τη θάλασσα
και
να μην πονώ πια
απ’
την αβάσταχτη ομορφιά της»
Από
τη συλλογή «Τα γυάλινα μάτια των ψαριών», εκδ. Βακχικόν, 2016
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου