που πετά, μπορεί να δει από ψηλά
την πορεία μου στο μονοπάτι, το νοητό του όριο
να σμίγει με τη θάλασσα σε μιαν αλυγαριά
που την αφήνει το πουλί
για να ραμφίσει ένα ξερόκλαδο στα βάτα.
σ’ αυτό το παιχνίδι των μεταμορφώσεων
που είναι τα λόγια μας. Αν όλα κερδίζονται
στην αμεριμνησία των ίσκιων
που διαρκώς αλλάζουν θέση
στο μονοπάτι κατά το μεσημέρι.
και της πλατείας
που ερημώνει τα μεσάνυχτα.
να συνεργαστούν με τους ψαράδες
της ακτής του St Brieuc;
όμως δεν έλαβα απάντηση. Αυτό σημαίνει
πως ο Θεός δεν υπάρχει;
σε σύγκρουση με τους Χιλιανούς
που παίζουν σκάκι;
−κι όλα τ’ αντικείμενα του κόσμου−
είναι σχηματισμοί κυμάτων της θάλασσας
όπως πιστεύουν οι Ιατμούλ;
ο σπουργίτης που αναπηδά στο περβάζι μου
για λίγα, μόλις, δευτερόλεπτα
την ώρα που ξυρίζομαι
φτιάχνει ένα τετελεσμένο γεγονός;
ούτε ένα φύλλο δεν θροΐζει.
Τα πόδια σου σκονίζονται
στον χωματόδρομο. Στα ρούχα σου
στραγγίζει η αλμύρα απ’ το μαγιό σου.
Μια σαύρα σε κοιτά κι ύστερα
κρύβεται στους θάμνους, τρομαγμένη.
καθώς γυρνάς μονάχη από τη θάλασσα.
ολοένα του παππού μου:
δεν πάω διακοπές
και περπατώ μονόπαντα.
Ποίηση υψηλού επιπέδου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην χαιρετίζουμε, και την γιορτάζουμε, ποιητή μας.
"Κι αν, όπως λένε, ο κόσμος είναι όλα όσα έχουνε συμβεί
ο σπουργίτης που αναπηδά στο περβάζι μου
για λίγα, μόλις, δευτερόλεπτα
την ώρα που ξυρίζομαι
φτιάχνει ένα τετελεσμένο γεγονός;"