Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2019

Τάσος Λειβαδίτης, "Σκοτεινή πράξη"




ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΠΡΑΞΗ
(Χορικό)


ΑΙΩΝΙΑ κυνηγημένοι, διωγμένοι από παντού, και μόνο το τραγούδι μας, καμιά φορά, θλιμμένο
μαρτυρούσε το δρόμο, ή άλλοτε για να ξεφύγουμε, σε θρύλους, όπως σε σιωπηλή γυναίκα,
γερνάμε, ή γινόμαστε απλοί, τόσο που μας έχαναν.
Κι αλήθεια, κατά πού πέφτει η βασιλεία,
και μόνος ο καθένας μας θ’ ακούσει το ράγισμα ενός άστρου,
αργά, τη νύχτα.





~*~


ΑΙΩΝΙΑ, σκοτεινή αποδημία, λαοί που πλανιούνται από όνειρο σε όνειρο,
πουλιά που διασταυρώνονται με το ποτέ ή το πουθενά.
Κι ίσως τα δέντρα στάθηκαν μαντεύοντας το άσκοπο του δρόμου.





~*~


ΠΑΝΑΡΧΑΙΟ, σκοτεινό παιχνίδι, όπου ο ποιητής ξέρει να χάνει με μιαν απρόβλεπτη κίνηση.





~*~


Ο ΑΤΕΛΕΙΩΤΟΣ πυρετός των δρόμων, οι μεγάλες απόπνοιες απ’ τις πυρκαγιές,
και πάλι παλιές διηγήσεις, ενώ το ήρεμο αδράχτι των γυναικών
οδηγούσε μυστικά τις ώρες. Κανείς δεν μας αναγνώρισε όταν γυρίσαμε,
καθίσαμε κι εμείς μες την ανωνυμία μας, σαν τον ξυλοκόπο
μες στη συγγνώμη των δένδρων, ώσπου σιγά σιγά μας ξέχασαν,
δεν είχαμε ούτε όνομα, ούτε προσδοκία. Όπως τ’ αγάλματα είναι αθάνατα,
συντηρώντας μια θνητή μας ώρα.





~*~


ΟΛΗ ΜΑΣ τη ζωή ούτε μια νύχτα δε μείναμε χωρίς αυτόν, έτσι που ν’ αναρωτιέται κανείς αν έχει κάποια θέση μες στη ζωή του, κι όταν μιλούσαμε σ’  ένα άδειο πανέρι ή με μια περαστική σκιά, ήταν, ίσως, ένας αιώνιος υπαινιγμός που δεν μας απαντούσαν, αφού όσο ελπίζουμε, τόσο πιο ανέτοιμους μας βρίσκει, κι ύστερα, καθώς πλησιάζαμε στα μαύρα δένδρα, θυμήθηκα τις παλιές κλειστές κάμαρες, την ώρα που το κερί στάζει αργά, ώσπου άξαφνα σβήνει μες το ανεπανόρθωτο,
το βλέμμα μου γαντζώθηκε τότε στην κουρτίνα με τέτοια επιμονή, που η κουρτίνα κινήθηκε, αφήνοντας να φανεί η μικρή επιτάφια πλάκα, που παιδιά την είχαμε κάποτε ανύποπτα αγκαλιάσει, και κατοικούσε από τότε με άλλα ακατανόητα πράγματα μες στη σιωπή της καρδιάς μας.





~*~


Σ’ ΟΛΟ το μάκρος της Ιστορίας πρόσωπα πέτρινα, δίχως μάτια, μας έχουν κοιτάξει,
κι ω, χαμένο μας όνειρο, που μας βοήθησες να πεθάνουμε.





~*~


Η ΙΣΤΟΡΙΑ μας είναι αιώνια, μα εμείς ένα ελάχιστο κρατάμε,
εφήμερες εικόνες του ύπνου μες στην αγρύπνια του Θεού.
Κι όποιος γυρίζει σπίτι του, είναι νικημένος.





~*~


ΕΝΩ ο γερο-ραψωδός, που θάψαμε χτες, και το παιδί που ακούμπα-
γε δισταχτικά
τα δάχτυλα στη λύρα ήταν κιόλας συνομήλικοι
όσο προχωρούσε το βράδυ.






Από τη συλλογή «Σκοτεινή πράξη», (1974).
Πηγή: «Τάσος Λειβαδίτης - Ποίηση, (Τόμος δεύτερος 1972 - 1977)», εκδ. Κέδρος 2003, 8η έκδοση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου