Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2019

Αλέξης Τραϊανός, "Οι μικρές μέρες"




ΟΙ ΜΙΚΡΕΣ ΜΕΡΕΣ


Μια ζωή γέμισα


Μια ζωή γέμισα μια ζωή γεμάτη ινδάλματα
Βιαστικό πέρασμα της ορφανής μουσικής
Ανάμεσα στα πιο λευκά οστά
Εκεί που πάγωναν τα κρύσταλλα
Κι αρχίζανε τα μάτια να θυμούνται
Τυχαία πρόσωπα ολότελα τυχαία
Εκεί που κλείστηκαν οι πεθαμένοι
Βαλμένοι σε μια πέτρα σε μια κίνηση
Αποκοιμίζοντας τον έρωτα σε άλλα γόνατα
Σάρκα στυφή κομμένη από σώματα που έγερναν
Σε χρώματα ηλιακά μέρες και δρόμους
ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ ΡΟΣΤΑΝ
Χρώματα μέρες δρόμοι που έζησα

Κλείνουν οι δρόμοι ένας ένας
Κλείνουνε πίσω
Πίσω απ’ τα κουρασμένα πόδια μας
Με τα χλωμά παράθυρα με τα φτωχά ινδάλματα
Λόγχη του χρόνου ικρίωμα του καιρού
Κλείνουν τα πρόσωπα τα μάτια μέσα μου
Βαραίνω

Πώς χώρεσαν
Πώς χώρεσαν όλα μέσα μου μ’ αγάπη





Οι μικρές μέρες


Καλοκαίρι στεγνό κίτρινο
Φωλιασμένο στις ρυτίδες των πεύκων
Φωλιασμένο πάλι και πάλι φορώντας το χρόνο
Απουσία και νύχτα
Προσωπείο χλωμό σαν κερί μες στη σκυμμένη αγάπη
Προσωπείο κλεισμένο σε μελανές κάμαρες
Βλέποντας τα δέντρα του λωτού να ψηλώνουν
Σε μελανές κάμαρες τους λωτούς να πληθαίνουν
Ανάστημα από σιωπή
Δάπεδο φυτεμένο την απομόνωση

Έπειτα τόσες φορές πέρασε
Εκείνος ο δυνατός άνεμος
Γκρέμισε αρκετά δέντρα άλλα μαράθηκαν
Ήρθε η μνήμη γυναίκα γυμνή
Ξεσκεπάζοντας ένα χώρο από καθρέφτες
Αρχίζοντας το παιχνίδι
Που προσπαθούμε να συγκολλήσουμε
Μικρά μικρά κομματάκια τις χαμένες μας μέρες
Όλο σκόνη και στάχτη

Παίζουμε πάντα το ίδιο παιχνίδι
Χρώματα φωτεινά χρώματα θαμπωμένα
Κερδίζοντας ακίνητοι ανέκφραστοι
Το βαρύ νόημα να υπάρχουμε
Μέρες ματωμένες από ράμφη πουλιών
Ριγώνοντας τη ζωή μας

Οι μικρές μέρες χωράν μεγάλες λύπες






ΘΑΝΑΤΟΨΙΣ


Αυτά τα ερείπια


Αυτά τα ερείπια τα καμένα φτερά
Αυτόν τον μισόν άνθρωπο άφησε ο σεισμός σου ψυχή μου
Η πυρκαγιά σου αναμμένη από χιλιάδες μοναχικά άστρα

Αν τώρα τούτη η πέτρα είναι το ποίημα η ζωή σου
Αν τώρα τούτη η πέτρα είναι
Η σκονισμένη κλειστή κάμαρα
Τα χαλασμένα σου χρόνια
Αν τώρα τούτη η πέτρα είναι
Το σώμα όπου είδες να πέφτουν
Ένα ένα όλα τα φύλλα η άλλη σου γύμνια
Τότε ξέρεις πως ό,τι έδωσες σε σένα δόθηκε
Ό,τι χάθηκε μέσα σου χάθηκε
Ό,τι είναι να φύγει από σένα θα φύγει
Τότε ξέρεις την περιπέτεια του αίματος
Το δυσοίωνο μέτρημα των σφυγμών
Το μάτι σου που μεγαλώνει να χωρέσει τον κόσμο
Ο κόσμος μίκρυνε χάθηκε

Όχι μόνον εσύ μίκρυνες
Μόνον εσύ αδυνάτισες
Μόνον εσύ χάθηκες
Και δεν μπορείς να σηκώσεις τίποτα
Κι έγινε η καρδιά σου κουρέλι κόκκινο
Ανεμισμένο απ’ τα σκοτάδια
Κι έγινε πλάνη εξαίσια στη φωλιά των κοκάλων
Αθωότητα αποσπασμένη και πεταμένη
Στη σκληρή θάλασσα και τα σκληρά λιθάρια
Φωνή της θλίψης καλώντας για μεταμόρφωση
Καλώντας μ’ ένα χέρι μικρού παιδιού
Να αποτραβήξουν από ’δω αυτό το μουντό φως
Να το πάρουν να το σηκώσουν
Για να μπορέσεις να ξεπεταχτείς
Ν’ αλλάζεις να δειχτείς





Δεν έμεινε κανείς


Θα τη θυμάμαι αυτή την πολιτεία
Με τα τελειωμένα πρόσωπα στη σειρά
Εκεί που και το δικό σου πρόσωπο τέλειωνε
Ανάμεσα σε παραλλαγές σπιτιών σύνολα λουλουδιών
Καθώς χτυπούσε δυο κίτρινα φτερά το καλοκαίρι
Πάνω απ τη βρεμένη εξουσία άλλων χρωμάτων
Το φθινόπωρο ύστερα από κάθε καλοκαίρι
Νεκρά έντομα και συλημένες ήσυχες ακρογιαλιές
Σκύβοντας κι ακούγοντας μόνον την καρδιά τους
Δίχως κανέναν
Δεν έμεινε κανείς μέσα στην πέτρινη καρδιά
Αυτής της αδέσποτης πολιτείας που τόσο περπάτησα
Τις αναμνήσεις της τα άσπρα της άδεια της σπίτια
Με τις παλιές κάμαρες γεμάτες ανθισμένα γυαλιά
Με τις παλιές κάμαρες γυρισμένες κατά το νοτιά
Μέσα στον πυρετό που ολοένα ανεβαίνει
Γυμνώνοντας τα πουλιά
Στην πιο έντονη μουσική των χρωμάτων
Χέρια άδεια σα λυμένα μαλλιά
Δικά σου
Ορθωμένα σαν προαιώνια θλίψη μες στο άφεγγο ψύχος
Που περιμένουν το τίποτα
Την αυγή ή τη νύχτα τόσα χρόνια
Δεν έμεινε κανείς
Όλοι παίζουν το ρόλο τους
Χωμένοι πίσω από μιαν εφημερίδα γυαλιά
Άδεια επαγγέλματα ασχολίες ελεεινές
Δεν έμεινε κανείς μέσα σ’ αυτή την πολιτεία
Μόνοι εσύ κι εγώ εγώ κι εσύ
Θα ’μαστε τ’ αγάλματα μες στον ακίνητο χρόνο
Που τρώνε το κενό και υφίστανται





ΥΔΡΙΑ


Δεν έχω ήλιο να σε κρατήσω


Δεν έχω ήλιο να σε κρατήσω
Φόρεμα να σε ντύσω

Μένει μόνο ο ύπνος μου να σε δέχεται
Στις μυστικές του κρύπτες
Στις ανεκπλήρωτες διαθέσεις του
Να σε μαζεύει λίγο λίγο
Σταγόνα σταγόνα μέσα στις φούχτες μου
Τόσο θρυμματισμένα τόσο επώδυνα
Σαν ένα καθρέφτη ραγίζοντας στο πρόσωπό μου

Έτσι ράγισες έτσι νυχτώνεις
Σβήνοντας ένα ένα όλα τα φώτα
Να γίνει η μεγάλη σιωπή
Να γίνει η μεγάλη στέρηση
Τίμημα της πολλής αγάπης
Τίμημα της πολλής στοργής





Από την συλλογή «Οι μικρές μέρες» (1973).
Πηγή: «Αλέξης Τραϊανός, Φύλακας ερειπίων - Τα ποιήματα», εκδ. Πλέθρον, 1991.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου