1
ΠΕΡΙ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΚΑΙ ΜΗ
ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ
Le dur desir de durer
Εν δυο, εν δυο, βαδίζω πάνω στη λέξη διάρκεια. Η
διάρκεια είναι κάτι άλλο από τη λέξη διάρκεια. Η διάρκεια είναι ιλιγγιώδης. Σαν
το μηδέν ιλιγγιώδης. Τόνος του μηδενός και ρυθμός. Η διάρκεια διαρκώς
πεινάει. Τρώει τα κόκαλα του χρόνου. Κρατάει όλο το αλφάβητο στην κοιλιά της.
Ακόμα κι ο θάνατος τη φοβάται. Τα βιβλία κατατροπώνουν τον θάνατο, έχει γράψει
ο T.S.E. Τα βιβλία τρώνε τα κόκαλα του χρόνου. (Για να πούμε του στραβού το
δίκιο, η αθανασία δεν πρέπει να ’ναι υπόθεση για λίγους· πάντα υπάρχει κάτι −
μια πράξη, μια συμπεριφορά, ένα σχέδιο − που αξίζει να περισωθεί, ν’
αθανατιστεί· ίσως αυτό ακριβώς που δεν έχει πρόθεση να θαυμαστεί. Ενώ η φράση, Το βασικό κίνητρο τον καλλιτέχνη είναι η
σταθερή επιθυμία της διάρκειας, ποδηλατεί προς βέβαιη λακκούβα). Άλλα ας
μην πω για το κενό.
Το μηδέν κατοικεί σε φωλιά − πτηνά καλλικέλαδα
οι τόσες διάρκειες, οι μικρές οι μεγάλες.
Το αποθανείν και η διάρκεια
Σίβυλλα τι
θέλεις; Αποθανείν θέλω
ΠΕΤΡΩΝΙΟΣ
Μα
γιατί τόση φασαρία για τον θάνατο;
Το
αποθανείν είναι η σοφία του σώματος που
γλιστράει
ως την πιο φυσική του κατάσταση·
δηλαδή,
στο μηδέν. Άλλωστε, το σώμα
εξαρχής
ετοιμάζεται για τούτο το σχέδιο
δένοντας
με σχοινί τη λέξη «σώμα» − ναι,
είναι
λέξη πιο βέβαιη από την αθανασία
(της
αθανασίας το κύρος, ως γνωστόν,
τίθεται
διαρκώς υπό αίρεσιν).
Ενώ
το σώμα όλοι το πιστεύουν. Το σώμα
κουβαλάει
το αποθανείν σαν το σπίτι του·
εκεί
τρώει· κοιμάται· εκεί απλώνει τη χλόη
όπου
κυλιούνται οι εραστές
που
μόνο για μια στιγμή ανασταίνονται
(η
στιγμή αυτή θορυβώδης, σαν το μισοφαγωμένο
αχλάδι
στο σχετικό πίνακα του Ντύρερ).
Το
αποθανείν θα ονομάσω φυσικό φαινόμενο.
Ενώ
το αγαπώ, φυσική αθανασία· κοτζάμ
κωδωνοστάσιο
− μια ορθοστασία της ύπαρξης·
ουσία
που αναβλύζει πράξεις, λόγους, ασφοδέλους,
φλογερά
γεγονότα μέσα στο κερασμένο χάδι
(κύριε
Φρόυντ, έχετε αντίρρηση;)
9
ΠΕΡΙ ΕΥΦΩΝΙΑΣ
Λιθοξόος στα λόγια ο φιλόσοφος.
Έχει ξεχάσει: το σύμπαν τέμνεται οριζοντίως και
καθέτως
από ιδέες που αναιρούν η μια την άλλη
Ο ποιητής καταλήγει σε συμπεράσματα:
Το
επί ματαίω συχνά πυκνά τινάζεται
μπροστά
στα μάτια μας σαν τίγρης της Βεγγάλης
−
ή σαν μηχανάκι μ’ όλα τα γκάζια ερεβώδη −
εις
μάτην έρχεται ξανάρχεται βοά βουίζει
τρυπάει
το αυτί όμως
αποσιωπάται
η κάθε του κίνηση, η ορμή του
κρύπτεται
υπό, λανθάνει, υποφώσκει
(να
φέρνει χαλασμό θα έπρεπε - αντί γι’ αυτό
η
ύπαρξη το διώχνει).
Ο
ποιητής είναι ανθοπώλης ( Ποιος
αγοράζει;)
10
ΠΕΡΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ
ΕΥΦΡΟΣΥΝΗΣ
Mens agital melem
Πνεύμα
ανακινεί τον υλικό σωρό, γράφει ο
Βιργίλιος.
Ο Βολταίρος συμφωνεί. Αλλά ο
έρως
είναι μια αιωνιότητα έτσι κι αλλιώς, μέρος
ακανθώδες,
σφαίρα πυρός από μόνος του,
κάθε
εσπέρα χαμηλωμένο βλέφαρο χωρίς θέα.
Οι
πλανήτες ταράζονται από τους εραστές
–
στο αγκάλιασμά τους, η αρμονία αναπηδά
στην
αγχόνη·
όμως
μ’ ένα φιλί, η λέξη άπειρο παρουσιάζεται,
γεμίζει
άρωμα το μπουκαλάκι της ένωσης·
(ως
γνωστόν, υπό κανονικές συνθήκες
δυο
σώματα δεν χωράνε το ένα στο άλλο).
Κι
άλλες πολλές αιωνιότητες φτιάχνει η φθαρτή
σάρκα
– αυτό το παράδοξο ποιος θα μου
το
εξηγήσει;
12
ΠΕΡΙ ΕΝΤΙΜΟΥ ΒΙΟΥ
Cercato ho sempre
solitaria vita
Πάντα
έψαχνε τη μοναχική ζωή ο
Πετράρχης·
αλλά ποιος θα ορίσει τον κτήτορα
του
αληθινού; Το να συνυπάρχεις με τους άλλους
μήπως
είναι μια ευκαιρία να μάθεις ποιος είσαι;
Κάποιοι
συναντιούνται για να πλήττουν
όλοι
μαζί – θα απαντούσε ο Σοπενχάουερ.
(Ιδού
μια φιλοσοφική εκδοχή που συναινεί
με
τον προαναφερθέντα ποιητή.)
Το
μόνο σίγουρο, φυσικά, ο θάνατος·
αλλά
να ’ναι η φιλία ο αθάνατος κρίνος,
απ’
όπου η μυρωδιά των αιώνων αναδύεται
σαν
την μπεσαμέλ της πιο καλής νοικοκυράς;
Λέω
να μείνω σπίτι απόψε· ως η πλέον
αναρμόδια,
θα εξετάσω τα παραπάνω ερωτήματα·
και
ίσως στο τέλος απλώς αναφωνήσω:
δεν
υπάρχει λωτός δίχως μίσχο.
Σημειώσεις κουζίνας (VIII)
Είμαι
αυτό που μιλά ή ένα άλλο;
(Το
ερώτημα παλιό· επανέρχεται με καλπασμό).
16
ΠΕΡΙ ΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ
Δωμάτιο με θέα
Ο ποιητής κοιτάζεται στα πράγματα μέσα στο σπίτι· η
φύση του σπιτιού ξέρει ν’ αλλάζει συνεχώς· πέφτουν καρέκλες και τσακίζονται,
πηδάνε άλογα στις πολυθρόνες. Οι νύχτες βόσκουν στα πατώματα. (Αν τις ταΐσεις ποιήματα
θα χορτάσουν;) Λάμπα μου φέξε, το σώμα κόβεται σε πολλές λέξεις, οι λέξεις
βγάζουν τα ρούχα τους. (Τη νύχτα που πέθανε ο ποιητής Τάσος Δενέγρης, ήρθε στον
ύπνο μου και μου είπε: Τα ποιήματα είναι οι σκιές των δασών).
(Η όραση συνήθως αυταπατάται; O Mπόρχες νομίζω θα έλεγε:
η όραση είναι βιβλιοθήκη· ομοίως κι αυτή περισυλλέγει το ένα το άλλο. Πολλές
φορές γλιστράει και φεύγει χωρίς να βλέπει αυτό που συμβαίνει. Μια βιβλιοθήκη δεν
είναι βοσκός αλλά δοχείο με φτερουγίσματα. Όμως το ζητούμενο, η σοφία, πάντα
εχθρεύεται τα τοπία της σκόνης· ζει κρεμασμένη σε μια αιώρα που δεν περιμένει
τον κουνιστή της αλλά την αδαμάντινη χαρά τού ουδέν οίδα.)
18
ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΣΕΩΣ ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Όταν έλθεις εν τη βασιλεία
σου
Ποίημα,
σε λίγο θα φύγεις, θα πάρεις
τους
δρόμους σαν σκύλος
σαν
ντάλια κομμένη – τι θα έχω τότε,
ποιος
θα είμαι; σε τι κατοικίες θα πλαγιάζω
χωρίς
φαΐ, χωρίς νερό, χωρίς κορμί;
Ποίημα,
μου ρίχνεις τόσους σκοτωμένους
να
με σκεπάσουν όλα τα υπαρκτά
και
τα κατεβατά της ερήμου
όλοι
οι άνεμοι, οι σχηματισμοί πτηνών και οι
φωλιές
τους, οι θύελλες οι αισθηματικές τους.
Ποίημα,
συ ο παρών, ο ενεδρεύων
σε
κάμπους πίσω από μάτια και μυαλά,
σε
όλα τα λόγια που με διώχνουν από τη
φωλιά,
σε οράματα που φτύνουν στο στόμα μου
όπως
οι σαμάνοι
μα
και σε ουρλιαχτά των Άλπεων
(τόσο
πολύ χιόνι μαζεύεται όταν λείπεις)
Ποίημα,
ποιος είσαι; Ποιοι είμαστε όλοι οι
κρυμμένοι
στον έναν αυτόν που τώρα μιλά;
Αν
γίνεις ο ρυθμός, το σχήμα, το ρίγος
το
στήθος των φτερωτών ζηλωτών των γλωσσών
σαν
λαμπάδα του Πάσχα θ’ ανάψεις
σαν
έρως του Ενός
−μνήσθητί
μου, Ποίημα, όταν έρθεις εν τη
βασιλεία
σου στο σπίτι του Κανενός.
(Μούσα συμπλήρωσε εσύ ό,τι
χρειάζεται να συμπληρωθεί)
Το ωραίο είναι ατίθασο σαν
ξίφος
Από
τη συλλογή «Το μηδέν σε φωλιά», εκδ, Γαβριηλίδης 2018.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου