ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΕΝΑ ΑΝΕΚΔΟΤΟ
Πεθαίνοντας δύο μεγάλοι πολιτικοί μας, αντάμωσαν
στο «καθαρτήριο» και, αναλογιζόμενοι τα «καλά» που έκαναν, περίμεναν τρέμοντας
την θεία ετυμηγορία. Εμφανίστηκε τότε ένας άγγελος και τους είπε: «Κύριοι, η
απόφαση για το αν θα πάτε στην κόλαση ή στον παράδεισο είναι δική σας. Τι
επιλέγετε;».
Οι δύο πολιτικοί
κοιτάχτηκαν απορημένοι μην πιστεύοντας στ’ αυτιά τους.
«Και, πριν αποφασίσουμε,
μπορούμε να επισκεφτούμε τα δύο μέρη;», ρώτησε ο ένας, θαυμάζοντας κι ο ίδιος
για το θράσος του.
«Φυσικά αγαπητοί μου,
και μάλιστα μπορείτε να μείνετε δοκιμαστικά όσο θέλετε», αποκρίθηκε μελίρρυτα ο
άγγελος.
«Τότε, αν γίνεται, ας
δούμε πρώτα την κόλαση», ακούστηκε τραυλίζοντας ο δεύτερος πολιτικός, βέβαιος
ωστόσο ότι θα απέρριπταν αυτήν την επιλογή και θα επέλεγαν εντέλει τον
παράδεισο.
Ο άγγελος εισάκουσε την
επιθυμία τους και τους μετέφερε στον τελικό προορισμό των κακούργων ανθρώπων,
των μιασμάτων και των μιαρών ψυχών. Με μια του κίνηση άνοιξε μια πύλη της
κολάσεως και οι δυο πολιτικοί κοίταζαν κρυμμένοι πίσω του, σαν δυο μικρά παιδιά
πίσω από το φουστάνι της μαμάς. Ξεθάρρεψαν όμως κάπως και στάθηκαν δίπλα του
προσπαθώντας να προσαρμόσουν τα μάτια τους σε αυτό που έβλεπαν: Μπροστά τους
απλώνονταν ένα ατέλειωτο γλεντοκόπι με ταβέρνες, μπαρ και γυναίκες. Όλα αυτά
για τα οποία γίνανε πολιτικοί εκτυλίσσονταν μπροστά τους σε βιβλικές
διαστάσεις.
Επειδή όμως οι δύο
πρωταγωνιστές μας ήταν πονηροί και πλεονέκτες, ζήτησαν βιαστικά απ’ τον άγγελο
να τους πάει να δουν και τον παράδεισο. Ο άγγελος κράτησε τον λόγο του και τους
μετέφερε στον τελικό προορισμό των δικαίων. Εκεί επικρατούσε η γαλήνη. Υπέροχα
μέρη εναλλάσσονταν όπου οι ψυχές βρίσκονταν σε αιώνια ενατένηση ενός όμορφου
και αγαθού οράματος.
«Είναι αυτό που είπε
κάποιος, ότι δηλαδή στην κόλαση πάμε για
την παρέα ενώ στον παράδεισο για το κλίμα», είπε …ξεφεύγοντας ο ένας
πολιτικός. Τον επανέφερε όμως στην τάξη ο ξερόβηχας του αγγέλου και η απόκοσμη
φωνή του: «Λοιπόν, κύριοι, πείτε μου τι αποφασίζετε και θα γίνει αμέσως σεβαστό».
Μια ματιά μεταξύ των δύο
πολιτικών ήταν αρκετή για την τελική τους απόφαση. Άλλωστε, όσο ζούσαν, είχαν
κοινή βιοθεωρία, άσχετα αν στα μάτια των ψηφοφόρων εμφανίζονταν ως λυσσασμένοι
εχθροί.
«Ε, να, λέμε δηλαδή, και
χωρίς να θέλουμε να σε θίξουμε, ότι η κόλαση είναι αυτή που μας ταιριάζει
περισσότερο, κι αν δε σου είναι κόπος…», ήταν η απόφασή τους και ο άγγελος,
βλοσυρός πια, εκτέλεσε την επιθυμία τους.
Ανοίγοντας όμως για
δεύτερη φορά την πύλη της, οι δύο πολιτικοί έντρομοι αντίκρισαν την διάσταση
της κόλασης που φοβόντουσαν αρχικά: δηλαδή ως τόπου των αιωνίων μαρτυρίων των κακών
ψυχών, μέσα στο …πυρ το εξώτερον.
«Μα, όταν μας είχες
φέρει εδώ, την πρώτη φορά, ήταν… πολύ διαφορετικά. Τι συνέβη;», ρώτησαν οι
πολιτικοί.
«Τίποτα το σπουδαίο
κύριοι», αποκρίθηκε ο άγγελος, «απλά, την προηγούμενη φορά, πέσατε πάνω σε
προεκλογική περίοδο».
* * *
Ακριβώς.
Σαν σε ανέκδοτο η χώρα οδεύει προς εκλογάς και
ένα τεράστιο χαλί έχει σηκωθεί και υποδέχεται τα κακώς κείμενα όπως: κρίση,
ανεργία, φόροι, αδικίες και άλλα …ποταπά του λαουντζίκου. Τώρα έχομεν εκλογάς
και η αίσθηση που διαχέεται είναι σα να πατήθηκε παύση σε σκηνή πτώσης
αλεξιπτωτιστή, λίγο πριν αυτός διαπιστώσει ότι το αλεξίπτωτό του είναι ελαττωματικό.
Η χώρα έχει βγει στις
αγορές, έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα, θα έρθουν επενδυτές, έχουμε (παλαιά) κόμματα
(σε) νέα (συσκευασία) και (για μια ακόμη φορά) άπειρους (και με τις δύο
έννοιες) υποψηφίους για τις δημοτικές εκλογές, οι οποίοι καταλαμβάνουν τις
σελίδες των, τοπικών κυρίως, εφημερίδων χαμογελαστοί, λες και εξαργύρωσαν την
επιταγή του τζόκερ. Ενώ σαν προεκλογικό μότο, ελλείψει παροχών, θα μπορούσε να
είναι το: «σας επιστρέφουμε τα γιαούρτια που μας πετάτε για να γλείψετε ό,τι
έχει απομείνει στα κεσεδάκια αφού, βρε, εμάς θα ξαναψηφήσετε».
Με την κρίση θα
ασχολούμεθα τώρα κύριοι; Τώρα έχουμε εκλογάς, και τι εκλογάς; Εκλογάς «δύο σ’
ένα», εκλογάς …εικονικού πολέμου. Εκλογάς 150 χρόνια πίσω, τύπου: «−Ποιο είναι το πρόγραμμά σας κύριε Δηλιγιάννη;
−Μα, το αντίθετο του Τρικούπη φυσικά».
Ναι, αλλά σε μοντέρνα συσκευασία και σε νέα version.
Πρόκειται περί μιας λαμπρής
φιέστας∙ περί μιας στίλβουσας παράτας. Οι παρατάξεις παρατάσσονται και μετρούνε
τις δυνάμεις τους για μια, άντε δυο, μάχες
που, άμα τη λήξη των, τι θα συμβεί; Τι θα συμβεί, εκτός από το ότι θα πούνε οι −γνωρίζοντες
των ιδρώτα μόνον εκ του θερινού καύσωνα− εκλεγέντες: «τώρα ήρθε η ώρα της
ευθύνης» ή «ήρθε η ώρα να σηκώσουμε τα μανίκια και να δουλέψουμε», εννοώντας βέβαια
ότι: «θα σας ξαναδούμε σε μια τετραετία».
Μετά την απομάκρυνση από
την κάλπη τι; νέα χώρα; νέες πόλεις; νέοι φόροι; ή μήπως νέα πρόσωπα (θα βγουν
από το χειρουργείο κάποιου αλμπάνη αισθητικού, ή κάποιου όμορφου Φρανκενστάιν);
Μετά τις εκλογές τι θα εμφανιστεί κάτω από το χαλί; Τι σόι παράσιτα θα
ξαναριχτούν στον χορό της εκμετάλλευσης; μεθυσμένα από τη δυσωδία τους και
γελώντας εις βάρος μας.
Εντέλει, σ’ αυτή τη χώρα, το δύσκολο δεν είναι
να αναπαραστήσεις μια μάχη, σαν αυτή του Μαραθώνα λόγου χάρη, αλλά το να
ξανανικήσεις τους βαρβάρους.
Εντέλει, το δύσκολο δεν
είναι η λεγόμενη «κρίση», αλλά το να μοιραστείς ένα Όραμα μαζί με τα στίφη των φιλάθλων (των ποδοσφαιρικών
πόλεων-κρατών), τα στίφη των κοντοκουρεμένων κομμάτων, τα στίφη των υποψηφίων ευρωβουλευτών,
δημάρχων και δημοτικών συμβούλων.
Μας θύμωσε ασφαλώς εκείνο το «μαζί τα φάγαμε», αλλά είναι να
αναρωτιέται κανείς: «μαζί τα ζούμε όλα αυτά;».
Δημήτρης Γ. Παπαστεργίου
Πρώτη Μαΐου...
Κλείσε το τζάμι μην κρυώσει το παιδί.
Σημείωση: Το πρώτο μέρος του κειμένου είναι βασισμένο σε γνωστό ανέκδοτο.
Στην εικόνα πάνω: Αφίσα του 19ου αιώνα.
Στην εικόνα πάνω: Αφίσα του 19ου αιώνα.
(Και ολίγα χρήσιμα ιστορικά, στην πηγή της:
http://rythmisidaneia.blogspot.gr/2012/03/80.html)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου