Κινδυνεύω μέσα σ’ ένα λυγμό
Μ’ ένα βλέμμα κλειστό
Ανέκφραστου κοριτσιού
Ακριβή μοναξιά μου
Ανάμεσα στα γυμνά μπράτσα
Όπως η ψυχή το σώμα
Όπως η θάλασσα το φεγγάρι
Ποιος ο άνεμος
Κι όμως δεν είμαι παρά ένας άλλος
Που σκύβει μέσα στα μάτια μου
Μ’ ένα βλέμμα που τρυπάει
Διπλές ματιές
Φορεμένα χέρια
Σε κάθε κατώφλι
Τα πουλιά μονάχα γλίτωσαν
Ανοίγοντας τρύπες στον ουρανό
Προφτάνοντας την καλή γαλάζια ελπίδα
Τους ίσκιους που απόμειναν
Επάνω στα εγκαταλελειμμένα βήματα
Που ονειρεύονταν αγγέλους
Η φωνή κινδυνεύει χωρίς άγγελο
Πώς ν’ αντικρίσει κανείς τη θάλασσα
Άνθρωποι επάνω σε φτερωτά άλογα
Καλπάζοντας τον ετοιμασμένο θάνατο
Όμως πρέπει ν’ αγρυπνώ
Ένα πουλί
Μια σταγόνα
Το κρύο και τη βροχή
Μαζεύεται κόσμος και γελά χαζεύοντας απ’ όλες τις μεριές
Ζώα φυλακισμένα
Άδεια καθίσματα παλιά
Ένα κομμένο κεφάλι που ξεφωνίζει
παράθυρο
Ένα σκέτο πανί
Το σκέπασμα της νύχτας
μάτια
Έρχεται απ’ την άλλη μεριά
Πέρ’ απ’ τη θάλασσα την πόρτα τ’ ουρανού
Αρχίζει η μοναξιά
Φωνές της θάλασσας
Που παίζει
Πονεί
Εδώ στο μάτι
Μια πεταλούδα
Κάτι απομεινάρια
Κάτι ωραία φτερά
Ένα σκέτο ορθογώνιο πλαίσιο
Πεθαμένα πουλιά και φύλλα
Πηγή: «Γιώργος Θέμελης, Δενδρόκηπος και άλλα ποιήματα [Επιλεγμένα ποιήματα 1923-1975]», εκδ. Ρώμη, 2019.
Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου