Αλκίνοος
Μη
τον
μικρό μου φίλο τον Αλκίνοο
που
τρώει με το δάχτυλο το μέλι,
βουίζουνε
στον ουρανίσκο του οι μέλισσες,
το
φιλντισένιο όστρακο
των
κυανών ματιών του
ουρά
χελιδονιού ψαλίδισε
περνώντας
η σκιά της.
Μη,
έτσι
ολόγυμνος π’ αποκοιμήθηκε
κάτω
από της μουριάς τα φύλλα
και
στάζουν οι χυμοί από τα μούρα της
σαν
κοκκινάδια άσεμνα
στο
τρυφερό του σώμα,
μην
τον ξυπνάτε.
Δημοσιευμένο στο περιοδικό
Εντευκτήριο, τεύχος 77 (Ιούνιος 2007)
Η έρημος
Είναι
η έρημος παράδεισος,
ανθίζουν
σπάνια λουλούδια.
Άσπρα
ελάφια
παίζουν
μ’ άσπρους λύκους.
Μονόκεροι
μ’ αμέθυστους φτερά πετάνε.
Ολόξανθες
πεταλούδες ιππείς
στη
ράχη κόκκινων πουλιών αλόγων.
Γελάς,
και πέφτουν μαργαρίτες απ’ το γέλιο σου
κάνουν
τα φύλλα τους βαρκούλες τα μυρμήγκια
κι
οι μέλισσες τις σέρνουν με τ’ αγκίστρι τους
στο
ζαλισμένο αέρα τσαϊράδα.
Μες
στις αιώρες της δροσιάς
λικνίζονται
της αχλαδιάς τα φύλλα,
κοιμάται
πάνω τους η βελουδένια κάμπια,
ένα
μαμούθ έσκυψε και τη φίλησε
κι
έμεινε το μεταξωτό της χνούδι
σκουλαρίκι
στο μεγάλο αυτί του.
Ο
ήλιος που μήτε έδυε, μήτε ανέτειλε,
με
τις χρυσές χορδές έπαιζε της κιθάρας του
και
χόρευαν μεθυστικά τα πράσινα φιλιά της χλόης.
Έρχονται
οι έρωτες σε διάφανα έλκηθρα
κρούουν
με τύμπανα τ’ ατλάζι της ψυχής σου,
δεν
σχίζεται, ηχεί.
Είναι
επόμενο
να
βλέπεις τόσα οράματα
αφού
εξόριστη στην έρημο βαδίζεις.
Δημοσιευμένο στο περιοδικό
Εντευκτήριο, τεύχος 77 (Ιούνιος 2007)
Η ερώτηση που δεν μ’
αγαπούσε
Κανένα
νέο; Ρώτησες.
Εξαρτάται
πώς εννοεί κανείς το νέο.
Νέο
μπορεί να είναι ότι επιτέλους τηλεφώνησες.
Μπορεί
να είναι μια καινούρια σκέψη που έκανα για σένα
ή
μια παλιά που την έκανα εκ νέου.
Μπορεί
να είναι νέα η διάθεσή μου
ν’
ακούσω τη φωνή σου
ή
η δική σου διάθεση που ρωτά: έχεις κάνα νέο;
Η
ερώτησή σου απαντούσε
σ’
αυτό που μας ενώνει καθώς μας χωρίζει.
Είναι
σα να με γύρευε εκεί που δεν ήμουν
κι
εκεί που ήμουν δε με βρήκε.
Ίσως
γιατί ερχόταν από κει που δεν ήσουν
ενώ,
εκεί που ήσουν, η ερώτηση δεν υπήρχε.
Δημοσιευμένο στο περιοδικό
Πάροδος, τεύχος 14 (Ιούνιος 2007)
Όνειρο
Μες
στη φωτογραφία του
κοιμάται
ο νέος ναύτης
η
άσπρη φορεσιά τού αφαιρεί το βάρος
θαρρείς
λευκό και θαλασσί
μπαλόνι
που υψώνεται
χαράζοντας
μια φωτεινή γραμμή
στα
μάτια της γυναίκας
π’
αγρυπνάει.
Δημοσιευμένο στο περιοδικό
Πάροδος, τεύχος 14 (Ιούνιος 2007)
Μη βλέπεις
Μη
βλέπεις
πώς
μοιράζει τα χαρτιά
πώς
κόβει τον βαλέ και πώς τη ντάμα
πώς
ρίχνει τα σπαθιά μες στις καρδιές
κι
απλώνεται το αίμα
στο
μονό του στρώμα.
Εσύ
να βλέπεις
τους
δυο λύκους μες στα μάτια του
καθώς
ρουφάνε το κελαρυστό μεδούλι
απ’
τα δικά σου.
(Ανέκδοτο ποίημα)
Ανθοδέσμη
Σε
μια μεταξωτή θηλιά κορδέλα
τα
κίτρινα τριαντάφυλλα σπαράζουν
Τα
δάχτυλα των φύλλων τους
βοήθεια
ζητάνε μες στο θολό νερό,
για
να σωθούν
γαντζώνονται
στ’ αγκάθια
ξεσκίζοντας
την πράσινή τους σάρκα.
(Ανέκδοτο ποίημα)
Πηγή:
Ο διαδικτυακός τόπος «Translatum».
Περισσότερα
ποιήματα της Μαρίας Κουγιουμτζή μπορείτε να διαβάσετε στον σύνδεσμο:
Θερμές
ευχαριστίες στην κυρία Βίκυ Παπαπροδρόμου για την ευγενική παραχώρηση της άδειας σταχυολόγησης των ανωτέρω ποιημάτων.
Θερμά σε ευχαριστώ Δημήτρη για την αγάπη και την αφοσίωσή σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν θα μπορούσα να σκεφτώ πιο ταιριαστή ανάρτηση για την σημερινή Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας.
ΔιαγραφήΜπράβο, Δημήτρη!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣας ευχαριστώ θερμά.
ΔιαγραφήΣυγχαρητήρια για τo εξαιρετικό, μακροχρόνιο έργο της ανθολόγησης των λογοτεχνών, που ακατάπαυστα μας προσφέρετε.