ΕΝΑΣ ΦΙΛΟΣ
α΄
Είμαι
κακός και το γνωρίζετε όλοι σας.
Σταματήστε
να με ζωγραφίζετε,
να
χύνετε τις μπογιές και τα χρώματα,
ξεπλύνετε
τα πινέλα και σκίστε
το
τελάρο. Πετάξτε από πάνω μου
αυτόν
το λευκό μανδύα του ποιητή.
Σταματήστε
επιτέλους να με φωτογραφίζετε
και
να ζητάτε συνεντεύξεις.
Ένας
κακός ευτυχισμένος άνθρωπος είμαι.
στ΄
Βγήκα
από τον τάφο μου τον Δεκέμβριο
του
δώδεκα Δευτέρα δεκαεφτά,
πεινούσα
και δεν χόρταινα, δεν μπορούσε
να
με νικήσει το όνομα, ο λόγος,
ο
κόσμος. Κανένας δεν μου έδωσε το κλειδί
ούτε
έμαθε ποτέ κανείς προς τα πού πήγα
ποια
κατεύθυνση πήρα σε ποια καταλύματα
της
μιας βραδιάς κοίμησα το κορμί μου. Κανένας
δεν
ζητάει να μάθει τι όνειρα βλέπει ένας νεκρός.
ΜΙΑ ΠΟΛΗ
α΄
Μια
πόλη φιλική
με
ποτάμι και γέφυρες,
λεύκες
πλατιές,
πυκνές
ομίχλες,
μεγάλα
καφενεία
μικρά
τσιπουράδικα,
οτέλ
με αυτοκρατορικά κρεβάτια
για
τα παράνομα ζευγάρια,
δρόμους,
δρόμους να τρέχουν
οι
διαδηλωτές και οι κουκουλοφόροι.
Φωνάζουν
αλλά δεν τους ακούω,
δεν
τους ακούτε,
δεν
τους ακούνε στις Βρυξέλλες.
Περνάνε
οι διαδηλωτές
με
τα ταμπούρλα,
τις
σημαίες
βουβό
πλάνο του Αγγελόπουλου,
σε
μια κωφάλαλη πόλη.
ΕΝΑΣ ΑΝΔΡΑΣ
β΄
Δεν
έσφαλα αρκετά. Έπρεπε να επιμείνω
λίγο
περισσότερο, να επιδείξω μεγαλύτερη
επιμέλεια,
εργατικότητα. Να επεξεργαστώ
το
έμφυτο ταλέντο μου στην παρανομία,
τα
κτυπήματα κάτω από τη μέση. Να εκ-
μεταλευτώ
το χαμογελαστό μου πρόσωπο,
να
τους εξολοθρεύσω όλους κι όχι να λα-
βω
αυτή τη μεταλαβιά της συγχώρεσης μετά.
Όχι,
δεν αμάρτησα αρκετά, το παραδέχομαι.
ζ΄
Τελευταία
είμαι χαρούμενος λένε. Λένε
για
μένα πως αυτό εκείνο και το άλλο.
Ακούω
μέσα μου φωνές πως το τάδε έτος
και
ξεσπούν γέλια. Ζητωκραυγές. Έκανα
πολλά
και ξέχασα περισσότερα. Κάποιες γυναίκες
με
φωνάζουν Σταμάτη αλλά δεν γυρίζω
να
τις κοιτάξω. Ψευδείς αναμνήσεις
μού
φτιάχνουν το κέφι. Θα ξυπνήσω
με
ένα καλό προαίσθημα τη μέρα που θα πεθάνω
Από
τη συλλογή «Αλτσχάιμερ αρχόμενο», εκδ. Μελάνι, 2017.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου