Δευτέρα 12 Αυγούστου 2024

Μαριανίνα Βεντούρη, "Το αίμα των δέντρων"






[Το αίμα των δέντρων…]



Το αίμα των δέντρων
Κανείς δεν λυπάται
Κανείς δεν θυμάται
Πληγές των δασών

Το πράσινο αίμα
Πικρό και ποτάμι
Μαυρίζει τους κάμπους
Θολώνει γιαλούς

Στερεύει, φωνάζει
το πράσινο αίμα -
Μικραίνει η ανάσα
Χωλαίνει η ζωή.


                    12/8/2024

                  Μαριανίνα Βεντούρη




Η Μαριανίνα Βεντούρη γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία και εργάζεται ως καθηγήτρια και κριτικός/επιμελήτρια εκδόσεων. Έχει αποφοιτήσει από το Ποιητικό Εργαστήρι της Βιβλιοθήκης του Δήμου Καλλιθέας και από το Νεανικό Ποιητικό Εργαστήρι του Ιδρύματος "Τάκης Σινόπουλος". Έχει παρακολουθήσει πληθώρα σεμιναρίων από καταξιωμένους εισηγητές/εισηγήτριες.
   Έχει δημοσιεύσει τις ποιητικές συλλογές Κατάδεσμος (Εύμαρος, 2022) και Κυκλαδοσύνη (Δρόμων, 2024).
     Έργα της έχουν δημοσιευθεί σε ανθολογίες, έντυπα ή ηλεκτρονικά περιοδικά κι εφημερίδες της Ελλάδος και της Κύπρου. Βιβλιοκριτικές της έχουν παρουσιαστεί σε πολυχώρους τέχνης και έχουν δημοσιευθεί σε διάφορα μέσα. Συνεντεύξεις και άρθρα έχει παραχωρήσει στις εφημερίδες "Αξία", "Παλμός", "Αλήθεια" και σε διάφορα ιστολόγια. Είναι αρχισυντάκτρια του ηλεκτρονικού λογοτεχνικού περιοδικού Θρυαλλίδα.



Πηγή για την εικόνα και το ποίημα: η σελίδα της Μαριανίνας Βεντούρη στο facebook.

3 σχόλια:

  1. Το ποίημα «Το αίμα των δέντρων» διαμορφώνει ένα έντονα ελεγειακό και καταγγελτικό ύφος, θέτοντας το ζήτημα της οικολογικής καταστροφής και της αδιαφορίας της κοινωνίας απέναντι στην καταστροφή των δασών. Ο τίτλος είναι ήδη βαρύνουσας σημασίας: «αίμα» των δέντρων, δηλαδή η ίδια η ουσία της ζωής των δασών, ταυτίζεται με το πράσινο χρώμα, το οποίο εδώ αποκτά υπαρξιακή και συμβολική διάσταση.

    Στην πρώτη στροφή, η αποστροφή «Κανείς δεν λυπάται / Κανείς δεν θυμάται / Πληγές των δασών» καταγράφει μια συνολική κοινωνική αμνησία και απάθεια. Η απουσία λύπης και μνήμης υπογραμμίζει το βάθος της αδιαφορίας. Οι πληγές, οι ουλές της φύσης, παραμένουν αόρατες ή, ακόμη χειρότερα, ασήμαντες για τον σύγχρονο άνθρωπο.

    Στη δεύτερη στροφή, το «πράσινο αίμα» προσωποποιεί τη φύση, παρουσιάζοντας τη χλωρίδα ως ζωντανό οργανισμό που αιμορραγεί πικρά. Η μεταφορά «ποτάμι» ενισχύει το αίσθημα της απώλειας και της συνεχούς αιμορραγίας, ενώ η φράση «μαυρίζει τους κάμπους / Θολώνει γιαλούς» αποδίδει τις άμεσες και έμμεσες συνέπειες της καταστροφής: το πράσινο χάνεται, μετατρέπεται σε μαυρίλα και ασάφεια.

    Η τρίτη στροφή αποδίδει την κορύφωση της απελπισίας: «Στερεύει, φωνάζει / το πράσινο αίμα - / Μικραίνει η ανάσα / Χωλαίνει η ζωή». Εδώ η ίδια η φύση παρουσιάζεται ως μια δύναμη που αργοσβήνει και διαμαρτύρεται, ενώ ταυτόχρονα η ανθρώπινη ύπαρξη («η ανάσα», «η ζωή») απειλείται άμεσα. Η σχέση ανθρώπου-φύσης υπογραμμίζεται ως αλληλένδετη: η εξάντληση της φύσης οδηγεί αναπόφευκτα και στη φθορά του ανθρώπινου βίου.

    Συνολικά, το ποίημα ασκεί έντονη κοινωνική και ηθική κριτική, αναδεικνύοντας την επιτακτική ανάγκη για συλλογική συνειδητοποίηση και δράση. Η ποιητική γλώσσα υπηρετεί την οικολογική αγωνία, με μεταφορές που αναδεικνύουν τη βιαιότητα της καταστροφής και τη σιωπηρή συνενοχή μιας κοινωνίας που «δεν λυπάται, δεν θυμάται». Το ποίημα υπενθυμίζει ότι η πληγή του περιβάλλοντος είναι, τελικά, και δική μας πληγή.


    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ευάγγελος Γ. Ηλιόπουλος Κριτικός. https://www.facebook.com/apcbehath/

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σας ευχαριστούμε θερμά για την παρέμβαση, καθώς και για την αναλυτική κριτική.

      Διαγραφή