ΑΝΕΣΤΙΟΣ
Έβαλα
τη φορεσιά της λύπης
περπάτησα
μέρες σε μονοπάτια
δρόμους
σκοτεινούς,
ήσυχους,
φωταγωγημένους και θορυβώδεις.
Αρνήθηκα
τη λάμψη της φωτιάς
όσο
κι αν με τραβούσε η φλόγα.
Με
τις καύσεις των ερειπίων
άλλαξε
η ρότα της ανησυχίας μου.
Έζησα
δυο αιώνες εξορία
μα
ξαναγύρισα.
Ξέχασα,
ναι, όμως η λήθη σμίλεψε τη φωνή μου
η
μνήμη α ναι η μνήμη
μητέρα
σκληρή
απροσπέλαστη
ερωμένη
σπασμένος
σκληρός δίσκος.
Ένα
όστρακο είναι η αμοιβή μου
κάθε
καλοκαίρι.
Από
την ενότητα: Όμηροι Άγγελοι
ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ
ΠΥΡΗΝΑΣ - ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, Ενδυμίων 2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου