Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου 2023

Δημήτρης Π. Παπαδίτσας, "Το προεόρτιον"




1


ΤΡΙΟΠΤΡΙΟΝ

1

Το άστρο δεν ήτανε ξένο
είχε προορισμό:

εβλέπετο
όπως λιθάρι παραλίας
στρογγυλό όσο ποτέ
ιονόσφαιρο ίσως
οφθαλμοειδές και ζέον
υπάρχον στις καμπύλες
και στ’ αριθμητικά του

αλλά μη υπάρχον
στα από χρόνους πολλούς
εξαντλημένα επίθετα
και ουσιαστικά του



2

Κι ο λόγος χτες περί φωνής:
δεν είμαι σύννεφο
αδειάζω όλα τα πρόσωπα
και πρώτα απ’ όλα το δικό μου

γι’ αυτό δεν ψάχνω, ούτε κανείς
και μ’ έχει ψάξει, αχανής
ακινητώ στον εαυτό μου.



3

Σπάω πότε πότε με τα μάτια
ένα κλαδί
ή το γυρίζω χρυσό από τ’ άστρα
και το φυτεύω στο μυαλό
να τραγουδεί.

                                 Ρείκια Κυλλήνης, 2.8.1983




ΥΙΟΣ ΟΙΑΓΡΟΥ

                           δίψ αος γώ κα πόλλυμαι
                                                           ΟΡΦΙΚΟ



Στεγνός από τη δίψα σου
στο γυρισμό σου
πλάι στη λευκή κυπάρισσο
ρίψε την ονειρόπετρα στη λίμνη

Αριστερά σου
πιες απ’ την άλλη κρήνη

Τι με καλείς πού με καλείς
σε ποιο σημείο με σκάφτεις;

Μην πλησιάσεις

Ούτε θα μάθεις
ούτε αν ρωτήσεις θ’ απαντήσεις
διότι διψοπρεπώς συγκατανεύεις
δενδροπρεπώς φτάνεις στο σύννεφο
με τον καρπό και το λιβάδι αμφικαλύπτεσαι

Είσαι ή δεν είσαι ζωντανός
βροντάει το πέσιμο της γύρης
κι έχουν σωπάσει
του σκελετού σου οι ψίθυροι.

                                                            11.1.1984




ΑΝΤΙΘΕΤΟ


Αν δεν
η αστροφεγγιά δεν με πυράκτωνε το μεσημέρι
θα ’λεγα πως κανένα δέντρο δεν κρατάει τα φύλλα του
και καμιά πέτρα δεν μπορεί να πέσει
κι απ’ τα νερά κανένα δεν θα μοίραζε
μύριες αισθήσεις.

                                                                    1984






2. ΤΟ ΠΡΟΕΟΡΤΙΟΝ


2

Το πράο σκοτάδι − είπα
σε ιλιγγιώδη αρπίσματα
αύριο εκπνέει

Και ω θεοείκελε άνδρα
καύχημα θείο πανόλβιο
στρέψε με δάκρυα
να ιδείς την Περσεφόνη
πηγή ανθέων και φωνημάτων ευδίας

Να ιδείς δάχτυλα ήπια
που ό,τι αν αγγίξουν άυλη
σκόνη κρημνίζεται, όπως
από φτερό μελίσσης
η πάναγνη αύρα.




3

                     ἤλυθε κα πίεν αμα κελαινεφές· ατίκα δ’ γνω
                                                                             ΟΔΥΣΣΕΙΑ



Και τ’ όνειρό μου ο στέφανος
της Αριάδνης στ’ άστρα
(με θέλει απόψε η Νάξος)
με ξετυλίγει το έαρ
στρόβιλους φύλλων

Γύρνα και πες μου πρόσωπο
πολύφθογγο, πυρφόρε
καρπέ αμπελώνος,
στάχυ ελευσίνιο του άδη
κάτασπρο κρίνο

Χέρι υπογήινο αδράχνει
άνθη στιγμιαία και η κόρη
νυχτολαμπής πλησιάζει
μα εγώ ούτε βλέπω, πες μου
πυρφόρο στόμα
να πιω απ’ την κρήνη ή απ’ το αίμα;

Ο νους μου εδώ θυμάται
κι εκεί ξεχνάει, μου βρίσκει
χαλίκια που μου μοιάζουν
και δέντρα που μ’ αρνιούνται

Να πιω απ’ την κρήνη ή απ’ το αίμα;
Μα εγώ ούτε βλέπω, ουράνια
νήματα με έλκουν.
Εδώ η λευκή κυπάρισσος
ο λευκός ύπνος η λίμνη
ο πάνρυτος λόγος η κρήνη

Ω ας με ιδείς ας μ’ ακούσεις
ας γίνουν τα λόγια μου ο δυόσμος
που θα μυρίσεις

Μα εγώ πού πάω; πες μου
να πιω απ’ την κρήνη ή απ’ το αίμα;





Από τη συλλογή «Το Προεόρτιον» (1986).
Πηγή: «Δ.Π. Παπαδίτσα - Ποίηση», Μέγας Αστρολάβος / Ευθύνη, Αθήνα, 1997.

Στην εικόνα: Evelyn de Morgan, «City of Light» (1894).
Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου