Τρίτη 19 Σεπτεμβρίου 2023

Ο Γιώργος Σεφέρης ως έμπνευση






ΣΕΣΙΛ ΔΑΙΥ ΛΙΟΥΙΣ

Η ΑΙΘΟΥΣΑ

                                    Στον Γιώργο Σεφέρη


Σ’ αυτή την αίθουσα — ήτανε κάπου
Στα βάθη των ανακτόρων, αλλά κανείς,
Μήτε βασιλικός επισκέπτης μήτε
Ευνοούμενη παλλακή, την είχανε ποτέ πατήσει —
Σ’ αυτή την αίθουσα συνήθιζε ν’ αποσύρεται.
Πρόθυμος να διαθέτει τον εαυτό του, με προφύλαξη όμως
Στους αυλικούς, ικέτες, δύσκαμπτους πρέσβεις,
Ή στους ευλύγιστους δολοφόνους, αυτός, στην αθέατη
          τούτην αίθουσα
Με ύφος ενός που επειγόντως καλούν
Σπουδαία ζητήματα σε κάποιο ανώτατο καθήκον,
Αφήνοντάς τους όλους, αποτραβιούνταν.

Κι εμείς τη φανταζόμασταν πρόσφορα ετοιμασμένη
Για κοινωνία με το Θεό, για στοχασμούς
Πάνω στη Δίκαιη Πολιτεία, ή τουλάχιστο κρησφύγετο
Για υπέρτερα όργια… Μονάχα αυτός
Την ήξερε την αίθουσα:  χωρίς παράθυρα
Κι όμως αερική, γυμνή κι όμως γεμάτη
Παλιοπράγματα που βρίσκουνται σε κάθε
Αγαπημένη των παιδιών σοφίτα· και πως
Απλούστατα πήγαινε εκεί για να ελέγξει
Τον εαυτό του, για να βεβαιωθεί
Πως πίσω απ’ τη βασιλική προαίρεση και αφαίρεση
Έμενε στη ζωή, ήταν πραγματικός.






ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΜΑκΚΑΡΘΥ

ΘΑ ΦΥΓΩ ΑΠ’ ΤΟ ΚΑΡΑΒΙ ΜΟΥ

                 Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει…
                 Το καράβι που ταξιδεύει το λένε ΑΓ ΩΝΙΑ 937

                                                          ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ



Ναυτολογήθηκα στο «Σύνταγμα»
για 46 λιμάνια, μέρες 67·
καλό καράβι
ταπέτα πέρα ώς πέρα, καθαρό
και μάστορας του μπριτζ ο Γκόρεν·
όλο χαρά και ξεγνοιασιά
— ο Ισμπράντσεν έτσι το διαφήμιζε —
καλοθάλασσο με το παραπάνω.

Αψηφώντας τις φουρτούνες του Ατλαντικού
σκαμπανεβάζοντας στις φουσκοθαλασσιές της Αφρικής
ήταν κάπως μεγάλο για τη Μεσόγειο,
σίγουρα για το Αιγαίο.
Με τέτοιο βύθισμα πώς να πλευρίσουμε
περιμέναμε αρόδο.

Ξενιτεμένος
έξω από τη γλώσσα σου, μεταφρασμένος
απ’ το καράβι «Αγωνία» 937
ανέβηκες βίαια στο καράβι μας,
με μια κραυγή για την Ελλάδα, Γιώργο Σεφέρη.

Με της Ελλάδας τις πληγές
μας πλήγωσες.
Μας πλήγωσες με το βαθύ βογκητό
γυναικών που ολόλυζαν μέσα από τους αιώνες —
και με τη ρηχή σιωπή
της θαμμένης φλογέρας.

Μας πλήγωσες με το φόβο τον κοφτερό
του σπασμένου κουπιού, δείχνοντας τον τάφο
στ’ ακρογιάλι
και με τη μουγκή πίκρα του λιμανιού
όταν μισέψουν όλα τα καράβια.

Μας πλήγωσες με την ασπράδα
της αμυγδαλιάς της ανθισμένης
και με τα μαύρα αποκαΐδια
στα δεκατισμένα χωριά.

Μας πλήγωσες
με τη γλύκα του ροδιού
και με την πίκρα
της θαλασσινής αρμύρας.

Μας πλήγωσες
με τ’ αλαφρύ περπάτημα των παιδιών,
με τα βαριά μαρμάρινα κεφάλια
και με τις ασήκωτες πέτρες.

Μας πλήγωσες ώσμε το θάνατο
κι ώσμε τη ζωή.

Έντεκα λιμάνια μ’ απομένουν
όμως θα φύγω απ' το καράβι μου
για να μπαρκάρω με το «Αγωνία 937».



                                                    Μετάφραση: Γιώργος Σεφέρης




Πηγή: Γιώργος Σεφέρης, Αντιγραφές, Ίκαρος 2005
(δεύτερη φωτολιθογραφική ανατύπωση της 2ης έκδοσης του 1978).


Στην εικόνα: Γιάννης Ψυχοπαίδης, Πορτρέτο Γ. Σεφέρη.
Πηγή για την εικόνα: Η Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα
(https://www.greek-language.gr/).


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου