ευωδιά που θυμίζει σκάλα σε κήπο
κόρφο γυναίκας ή αποχαιρετισμό.
Ύστερα η ξαφνική τουφεκιά
που τον κάνει φωτογραφία.
Άλλαζε τις κλωστές, δοκίμαζε τα χρώματα
ήθελε τα πούπουλα να φέγγουνε από μέσα
να λάμπουν με το φως να σκοτεινιάζουν με τη συννεφιά.
Ο λαιμός και η τραχηλιά να πηγαίνουν μπροστά
διώχνοντας το φόβο. Και στα νυχάκια του η ανάγκη
να περπατήσει μες στον κόσμο.
βγήκε από το κέντημα και πέταξε στον ουρανό
μετά χαμήλωσε και κάθισε στο φιλιατρό του πηγαδιού
κοιτάζοντας μέσα στο νερό ένα σύννεφο που διάβαινε.
Και είπε το περιστέρι: Θα μαζέψω μπαμπάκι για τη φωλιά μου.
Βούτηξε κατεβαίνοντας στο πηγάδι
και πνίγηκε.
Μπήκανε στο χωριό μου ένα πρωί
μα δε σταθήκανε. Περάσανε
αργά πάνω στο χιόνι. Τα γένια τους
ανάμεσα στα σύννεφα και τις κοτρόνες
καθώς τους χώνευε το βουνό.
Κράτα το άλογο, μου είπε
και βάζοντας το σκούφο του στην αμασχάλη
έσκυψε στο νερό να πιει
και το ’να μάτι του με κοίταζε απ’ το πλάι.
τα πόδια μου μες στις λινάτσες
τις ξόβεργες στα ξυλιασμένα χέρια μου
και πώς του χαμογέλαγα
κρατώντας τ’ άλογο με περηφάνια.
αχνό βασιλεμένο
όταν αδειάσαν ματωμένο το σακί
και κύλησαν στη μέση της πλατείας
κομμένα τα κεφάλια τους.
και πούλαγα τσιγάρα σε δρόμους και πλατείες.
έρχεται κάποτε η στιγμή.
Ξέρεις, εκείνη που σε κράτησα.
Έλεγες, ναι, θα μπορέσω
και μπορούσες κάθε φορά σαν ένα
σαν το πουλί μέσα στον ήλιο.
σκύβει και τη φιλεί στα χείλη
τα φύλλα τρέμουνε με τον αέρα
Ρέα, ένα να πάμε στο νερό τής ψιθυρίζει.
διστάζει καθώς κοιτάζουνται στα μάτια.
Ωστόσο ξετυλίγει τον ίσκιο της προσεχτικά
γύρω από το κορμί μου −
το χέρι της αποτραβιέται
κι αφήνει λίγο φως μες στο δικό μου.
ξέρω του λέει πως μας βλέπει
ενώ με δείχνει πλάι της
ήσυχα πλαγιασμένον στο χορτάρι.
να πάνε για παιχνίδια στο νερό
μα δεν αποφασίζει και φοβάται.
Φοβάται σάμπως να έχουν πέσει
κι οι δυο στου ύπνου μου το δίχτυ
και δεν μπορούνε τώρα να ξεφύγουν.
μήτε κοιμάμαι με τη Ρέα.
Φαντάζομαι μονάχα πράγματα
που θα μπορούσε να ονειρευτεί εκείνη
ταξιδεύοντας ακόμη στον ύπνο μου
σ’ ένα βαγόνι με φαντάρους
καθώς μας παίρνουν ολοένα για τον πόλεμο.
Πηγή: «Γιώργης Παυλόπουλος, Ποιήματα [1943-2008]», εκδ. Κίχλη, 2017.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου