Γενναιόδωρες μέρες
Ο
κίτρινος ποταμός ξεχυνόταν ανεμπόδιστος,
από
τις κορυφές των πεύκων μέχρι τα ταπεινά χόρτα,
έλουζε
τα μαλλιά των κοριτσιών και δρόσιζε την όψη τους.
Τα
βουνά ανέπνεαν ελεύθερα χωρίς το γκρίζο σεντόνι στο κορμί τους
τα
πουλιά τιτίβιζαν συνθήματα για την εαρινή επέλαση.
Φιλόξενες
οι σκιές των δέντρων έδιναν στέγη σε φίλους και συγγενείς,
για
να ξεδιπλώσουν τους μύχιους συλλογισμούς τους.
Τούτη
τη μέρα ήρθες στον κόσμο και λάμπρυνες το σπίτι μας.
Σου
εύχομαι η ζωή να σε ευλογήσει με τόσο γενναιόδωρες μέρες!
Θα μας περιμένει
Λαχταρήσαμε
μια βαθιά ανάσα,
από
τότε που εισέβαλε η απειλή στον αέρα.
Πόσο
απότομα στένεψαν οι δρόμοι!
Μετρημένα
τα βήματα, οι σπατάλες απευκταίες
η
προσοχή, η πιο θωρακισμένη πανοπλία.
Τα
παράθυρα δεν φτάνουν για να κοπάσει η πείνα των ματιών
αντλούμε
εικόνες από την τράπεζα των αναμνήσεων.
Ο
λευκός τοίχος δεν είναι το πεπρωμένο μας, ούτε οι σφραγισμένες πόρτες.
Το
σπαθί των αποστάσεων δεν θα κόψει καρδιακούς δεσμούς
επίπονη
η στασιμότητα, αλλά το τρένο της αγάπης ταξιδεύει ακόμα
της
καθημερινότητας το ποτάμι αναπαύεται χωρίς να στερεύει.
Θα
ανοίξουμε άφοβα τις πύλες
θα
κινηθούν πάλι οι δείκτες των ρολογιών.
Η
φλόγα θα επιστρέψει στα λημέρια μας
χιλιάδες
σπίρτα θα ανάψουμε με τις φωνές μας.
Τα
ποδήλατα θα τραβήξουν την ανηφόρα
η
χαρά θα συναθροιστεί γύρω από τις κούνιες.
Ο
ναός της γνώσης θα λειτουργήσει ξανά,
για
να εφοδιάσει τους οικοδόμους του αύριο.
Η
γαλάζια φίλη θα μας περιμένει
θα
υποδεχτεί ξανά τις γελαστές παρέες,
τους
σκεπτικούς διαβάτες, τα ονειροπόλα ζευγάρια.
Ποτέ
δεν μας εγκατάλειψε, ποτέ δεν όρθωσε εμπόδια
η
αγκαλιά της ήταν πάντα ορθάνοικτη.
Θαύμα
Χορεύουν
τα ερωτοφυή πλάσματα πάνω στα δεκτικά νερά της λίμνης
τα
χελιδόνια βουτούν στα βάθη του ουρανού,
μια
ανάσα από τη γη, σαν να μας χαιρετούν.
Σημαδεμένο
το κορμί της ελιάς, μα με ρίζες βαθιές
οι
καταπράσινοι λόφοι επικρατούν ολοκληρωτικά της γύμνιας
οι
παπαρούνες μεταγγίζουν τη φωτιά τους στις φλέβες του κάμπου.
Θαύμα
χωρίς μάρτυρες δεν λογίζεται,
σαν
τα φιλιά της βροχής να μην αγγίζουν το χώμα,
το
τρυφερό χέρι του ανέμου να μην χαϊδεύει τα φύλλα.
Μπορούμε
να κλείσουμε τα μάτια στην πανδαισία,
να
στερήσουμε από τα χρώματα και τις λέξεις
το
προνόμιο να την υπηρετήσουν;
Χρέος
μας να συμπαρασταθούμε στην πλάση,
τη
μήτρα της αιώνιας ζωής, να ομολογήσουμε το θαύμα,
να
το υπερασπιστούμε σαν να ήταν η στερνή πηγή.
Νερούδα
Πολ
Βερλέν, Γιαν Νερούντα, γέννησαν τον Πάμπλο Νερούδα.
Τον
Παύλο, τον απόστολο του έρωτα, των γήινων απολαύσεων
τον
ραψωδό του λαού, τον συγγραφέα του έπους των ανθρώπων του μόχθου.
Του
προσέφεραν τον σπόρο, ολόκληρος ο κάμπος όμως ήταν δικό του παιδί.
Τα
στάχυα μια δεύτερη ζωή κέρδισαν μέσα από τον επιδέξιο στιχοπλόκο
και
η θάλασσα της φαντασίας μας βάλθηκε να γίνει ωκεανός.
Στο
δικό του σύμπαν ούτε ένα αστέρι δεν περίσσευε, κάθε πλάσμα
ακτινοβολούσε
όλοι
και όλα μιλούσαν, ακόμη και όσα ήταν το πεπρωμένο τους η σιωπή.
Ήταν
εύλογες οι αντιρρήσεις του, γιατί τα δέντρα να μην μιλούν;
γιατί
να ακούμε μόνο το ψιθύρισμα των ανέμων πάνω στο στωικό τους σώμα;
Είχε
δύο ακούραστους εργάτες στη διάθεση του, τα δύο του μάτια
σαν
σφουγγάρια ρουφούσαν κάθε σταγόνα του σήμερα
τροφοδοτούσαν
με ενέργεια το αιρετικό του εργοστάσιο.
Αυτό
αντιμαχόταν τη βιομηχανία του κομφορμισμού, τα προϊόντα της
υποκρισίας
κρατούσε
αναμμένη τη μηχανή της επανάστασης και δεν επέτρεπε στο
νου να σβήσει.
Μας
χάρισε πλήθος μολύβια εκείνο το εργοστάσιο,
για
να γράψουμε το δίκαιο με βάση τους νόμους του ουράνιου τόξου,
για
να απαλλάξουμε τις λέξεις από τα σύνορα τους,
για
να χαράξουμε ασύλληπτους δρόμους με πυξίδα την αγάπη.
Πρώτη δημοσίευση
Στην εικόνα: Frederic Edwin Church, "Syrian
Landscape" (1873).
Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου