Πέμπτη 4 Απριλίου 2019

Μαρία Ζαγκλαρά, "Η καρδιά ήταν μόνο το πρόσχημα"




ΤΟ ΜΕΤΡΗΜΑ


Έχτιζα μικρές ζωές στην άμμο,
μια μια το νερό τις διέλυε
Με κοίταξες σκεπτική
Βλέπεις;
Η ζωή δε χάνεται μια φορά, είπες
Τη ζωή τη χάνεις πολλές φορές από λίγο
Άρχισα να μετρώ πόση έχασα
Δεν έφταναν τα δάχτυλα
Γέλασες
Πόση ζωή έχασα;
Ακόμη περιμένω να αρχίσει
κι εσύ μου μιλάς για τέλος;
Πήρα να θυμώνω
Η ζωή δε χάνεται μια κι έξω, Μαρία,
ξαναείπες χωρίς καθόλου να γελάς
(σαν να μεγάλωσα ξαφνικά)
Κοίταξες τα χέρια μου,
άμμος γλιστρούσε απ’ τα δάχτυλα
Τη ζωή, είπες,
τη χάνεις λίγο λίγο
κάθε φορά που τη μετράς
Και τους ανθρώπους; ρώτησα
Αυτούς πώς τους χάνω;
Α, αυτούς δεν τους χάνεις! είπες
Απλώς μπερδεύεις στο μέτρημα
αυτούς που δεν είχες ποτέ





ΠΟΡΤΛΑΝΤ


Πώς πέρασαν τα χρόνια
Ο ένας Μάρτης μετά τον άλλο
Ο ένας κύκλος μέσα στον άλλο
Ομόκεντροι και φαύλοι
Στις δεκατρείς πεθαίνεις
Στις δεκατέσσερις γεννιέσαι
Οκτώβρης
Με πονάει το πόδι μου έλεγες κι έπιανες το κενό
Δεν είχες πόδι, μπαμπά
Μαρία, φώναζες
Δεν είναι εδώ
Έφυγε
(Γιατί έφυγα;
Λες κι ήταν πολλές οι στιγμές που μας έμεναν
κι είπα να χαρίσω κάμποσες στην τύχη)
Ποια τύχη;
Άτυχη στιγμή, θα έλεγαν μετά
Άλφα στερητικό και τύχη.
(Κάποια μέρα θα μετρήσω όλα τα στερητικά άλφα
       της ζωής μου. Κάποια μέρα.)
Μαρία, φώναζες
Τι την θέλεις, μπαμπά; Έφυγε.
Α! Έφυγε. Το ξέχασα.
Λίγο νεράκι. Μόνο λίγο νεράκι.
(Δε στο ’φερα ποτέ.
Ήθελες λίγο νεράκι. Κι εγώ δε στο ’φερα ποτέ.)
Έπειτα ήρθαν τα δάκρυα, μα ήταν γλυφά.
Κι εσύ είχες πια ξεδιψάσει.





~*~

Το θαύμα κρατά επτά ημέρες, είπε
Για όλες τις επόμενες θα πρέπει να παλέψεις





ΚΟΚΚΙΝΗ ΚΛΩΣΤΗ


Λέξεις
Μολυβένιοι στρατιώτες
πέφτουν στο πεδίο μιας μάχης εκ προοιμίου χαμένης
Βρίσκω μια κοιλότητα στον κόσμο και κρύβομαι
Με τα γόνατα στο ύψος της καρδιάς
Χρόνια κυοφορώ ελπίδες,
μα αρνούνται τον κόσμο και μου γδέρνουν τα σωθικά
Είμαι αθώα, σπαρταράνε στον λαιμό μου, με πνίγουν
Τις καταπίνω
Τις στέλνω πιο βαθιά μέσα μου
Πνίγομαι

(Ησύχασε. Μείνε εκεί. Δε θα αφήσω να πειράξεις κανέναν.)

Αυτό το ποίημα θα με σκοτώσει.





ΠΑΡΑΒΑΣΗ


Μόνο τα κλειστά παράθυρα φοβάμαι
Τα παράθυρα που δε γεμίζουν ήλιο
Που δε σκορπίζουν μυρωδιές,
τα παρατημένα παράθυρα
Τα πρόχειρα σφαλισμένα με ασβεστόλιθο κι
αγκωνάρια σιωπή
Τα πρόωρα γερασμένα παράθυρα
Αυτά που κλειδώνουν μέσα τη λησμονιά
Αυτά φοβάμαι,

που άσπρισαν χωρίς να φταίξουν

(πώς άσπρισα χωρίς να φταίξω;)





Από τη συλλογή «Η καρδιά ήταν μόνο το πρόσχημα», εκδ. Κουκούτσι, 2018.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου