Η Βιβλιοθήκη
ή
«Το ημερολόγιο
ενός αναγνωστικού καταστρώματος»
(αποσπάσματα)
Δεν είναι η ιστορία μιας ώρας, άρχισε τη διήγησή του ο Αόρατος Επισκέπτης, ούτε ενός μεγάλου γεγονότος. Δεν είναι ιστορία ταξιδιών στον κόσμο. Το αντίθετο: είναι μια ιστορία που εκτυλίσσεται μέσα σε ένα δωμάτιο. Ναι, ναι... μην εκπλήσσεστε... Είναι η ιστορία μιας βιβλιοθήκης, η οποία σήμερα ανήκει σε μένα. Είναι η ιστορία μιας ιδιωτικής βιβλιοθήκης, ενός καθηγητή της Αλβανικής Γλώσσας και της Παγκόσμιας Λογοτεχνίας. Είναι η Βιβλιοθήκη του πατέρα μου.
[…]
Κάθομαι μπροστά σε αυτήν τη βιβλιοθήκη σχεδόν κάθε μέρα. Την παρατηρώ, βγάζω ένα βιβλίο από κάποιο ράφι, διαβάζω μερικές σειρές, χαϊδεύω το βιβλίο και το ξαναβάζω πάλι στη θέση του. Έχω την εντύπωση ότι κάθε βιβλίο έχει τη δική του, μια sui generis, μυρωδιά. Κάθε βιβλίο έχει μια ξεχωριστή ιστορία να διηγηθεί, η οποία μπορεί να σε αρπάξει, να σε κάνει να ξεχάσεις πού βρίσκεσαι, να χάσεις την αίσθηση του χρόνου και η φαντασία σου να πάρει φτερά και, με τον Πήγασο της Ελληνικής Μυθολογίας, να πετάς πάνω στα σύννεφα, όπως οι θεοί του Ολύμπου. Μπορεί κάποιο βιβλίο να μοιάζει με τη ζωή σου, λες και γράφτηκε για σένα, μπορεί να σε κάνει να κλάψεις ή να γελάσεις.
[…]
Θα αναρωτιέστε ίσως: οι βιβλιόφιλοι, οι παλαιοβιβλιοπώλες, οι παθιασμένοι αναγνώστες βιβλίων –σε αυτήν την τελευταία κατηγορία κατατάσσω και τον εαυτό μου− ποιον κοινό παρονομαστή έχουν; Είναι τρελοί; είναι Δον Κιχώτες με ευγενική τρέλα; ή είναι κινητές βιβλιοθήκες που εξευγενίζουν και εξημερώνουν με την παρουσία τους την ανθρώπινη κοινωνία; Βεβαίως, είναι αυτό το τελευταίο. Σκοπός τους είναι να μεταδώσουν την αγάπη τους για τα βιβλία, να επικοινωνήσουν τις γνώσεις τους με άλλους αναγνώστες, να κληροδοτήσουν τα βιβλιοφιλικά τους «γονίδια» και να μεταδώσουν «γενετικά» την πληροφορία από τη μια γενιά στην άλλη. Αυτοί είναι οι φύλακες των βιβλίων.
Ένας τέτοιος είναι και ο δημιουργός της βιβλιοθήκης που συζητάμε, ο πατέρας μου, ο οποίος μου μετέδωσε την αγάπη για τα βιβλία. Αμφιβάλλω όμως εάν θα σταθώ στο δικό του ύψος και εάν θα μπορέσω να κάνω το ίδιο και για άλλους. Αυτός, είναι ένας άνθρωπος παθιασμένος με την κλασική λογοτεχνία και με τα βιβλία. Με υπομονή και θυσίες δημιούργησε αυτή τη βιβλιοθήκη. Πάντα με εξέπληττε η ικανότητά του να επιλέγει βιβλία. Οι υπάλληλοι των βιβλιοπωλείων τον γνώριζαν και του κρατούσαν στην άκρη τις καινούργιες εκδόσεις, οι οποίες για την εποχή που μιλάμε ήταν λίγες, ενώ, αντιστρόφως, η ζήτηση ήταν μεγάλη. Υπήρχε μια σιωπηρή συμφωνία ανάμεσα στον βιβλιοπώλη και στον πατέρα μου. Όμως, δεν ήταν μόνο ο πατέρας μου που είχε πάθος με τα βιβλία. Είχε και πολλούς φίλους που μοιράζονταν το ίδιο πάθος. Κάποιοι από αυτούς έφυγαν πέρα από τον Ατλαντικό.
[…]
Δεν κατάλαβα πώς έφτασαν περασμένα μεσάνυχτα. Άνοιξα τα μάτια σα να ξυπνούσα από όνειρο μαγικό παρατηρώντας ότι το παράθυρο ήταν κάπως ανοιχτό, ενώ ο Αόρατος Επισκέπτης είχε φύγει χωρίς να το καταλάβω. Στο τζάκι η φωτιά είχε πέσει και κομμάτια από κάρβουνο έλαμπαν σα μεγάλα ρουμπίνια στο μισοσκόταδο του δωματίου.
[…]
Οι μεταμεσονύχτιες ώρες έχουν τη μαγεία τους και το μυστήριό τους. Ας τις αφήσουμε ήσυχες, γιατί αυτές φέρνουν τα όνειρα. Αφήστε τα βιβλία για τέτοιες ώρες να νανουρίζονται στα ράφια τους και να ονειρεύονται για ανθρώπους που θα τα αγαπάνε, θα τα διαβάζουν και θα τα προσέχουν.
Τα βιβλία έχουν πολλά να πουν· για τον κόσμο, για τον εαυτό τους και για τον ιδιοκτήτη τους. Θα σου επιστρέψουν στο πολλαπλάσιο την υλική αξία που ξόδεψες για να τα αγοράσεις, μεταστοιχειωμένη όμως τώρα σε αξία γνώσης και πολιτισμού. Αυτήν την ανταλλαγή, κανένα χρηματιστήριο του κόσμου δεν μπορεί να την πραγματοποιήσει.
[…]
Επιμέλεια, πρόλογος: Κωνσταντίνα Χατζηϊωαννίδου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου