Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2018

Ιγνάτης Χουβαρδάς, Για τον ποιητή Φίλιππο Β. Ντυμένο (1954-2018) και το βιβλίο του "Στον καθρέφτη"



Για τον ποιητή Φίλιππο Β. Ντυμένο (1954-2018) και το βιβλίο του "Στον καθρέφτη"

                                                                          του Ιγνάτη Χουβαρδά

Η περίπτωση του ποιητή Φίλιππου Β. Ντυμένου συνδέεται με την ιδιαιτερότητα ενός έργου που μόλις αναδύθηκε με τα φτερά του, τότε κάτω από το βάρος μιας εσωτερικής αμηχανίας διάλεξε να κοιμηθεί μέσα στα φυλλώματα της χειμέριας νάρκης, πριν αφεθεί στο βλέμμα του αναγνώστη. Η ποιητική σύνθεση γράφηκε το 1984. Χρειάστηκε να περάσουν δεκαεννιά χρόνια, μέχρι να βρεθούν δύο φίλοι το 2003, ο Βασίλης Δασκαλάκης και ο Σούλης Λιάκος, που ενθάρρυναν τον ποιητή και τελικά πραγματοποίησαν μαζί του την έκδοση αυτού του μικρού έργου με τον τίτλο "Στον καθρέφτη". Μέχρι την έκδοση, μεσολάβησαν χρόνια σιωπής, το έργο έχοντας κόψει τον ομφάλιο λώρο από τον δημιουργό του, έμοιαζε με κώδικα χαρτογράφησης της απόστασης που χωρίζει τον δημιουργό από μερικές αυθεντικές στιγμές μιας ιδιαίτερης εποχής της ζωής του. Από τη διαδικασία αυτή έλειπε ο αναγνώστης, ο δημιουργός σα να είχε επιλέξει για το έργο του μια σιωπηλή κατάσταση ορφάνιας ή εξορίας, το έργο είχε ισχύ μόνο σε αναλογία με τις ψυχικές διεργασίες του δημιουργού του. Όταν η ψυχή ήπιε το ιαματικό νερό κι έγινε λέξεις, τότε το κείμενο αναδιπλώθηκε στην αποσπασματική του σύσταση, αναιρώντας την επικοινωνία με το κοινό. Η προβληματικότητα μιας τέτοιας διεργασίας που ευτυχώς έληξε έστω και καθυστερημένα, κατοχύρωνε όμως και το πλεονέκτημα ενός έργου που η αυθεντικότητά του στηριζόταν στη δυναμική της αναμέτρησής του με τον ψυχισμό του ποιητή, μέσα στα όρια αντιπροσωπευτικών στιγμών που άπλωναν τα χνάρια τους στο μέλλον, σαν χρησμοί που ίσως να επαληθεύτηκαν.
  Μερικά λόγια για το ίδιο το κείμενο. Πρόκειται για την εγγραφή ενός φτερουγίσματος της ψυχής σε υπαρξιακά ερωτήματα, που θέλουν να βρουν θαλπωρή σε μια ερωτική αγκαλιά. Οι λέξεις φορτίζουν το νόημά τους αγγίζοντας τον κόσμο του υποσυνείδητου. Δεν είναι ακριβώς αιμάτινες λέξεις, δηλαδή λέξεις φορτισμένες από το άλγος μιας ψυχής που ο πόνος τη μετατρέπει σε βάρος σωματικό, είναι πιο πολύ λέξεις γαλουχημένες με μια ιδιότυπη αποσπασματικότητα, σαν συγκοινωνούντα δοχεία που παιχνιδίζουν γύρω από τις αμφισημίες με τις οποίες διανθίζουν το περιβάλλον. Τους μετέωρους στίχους σα να τους διατρέχει ένας νοσοκομειακός ορός που μουδιάζει τους πόρους των ψυχικών κυττάρων μέσα σε μια ελευθερία σημαινόντων και σημαινομένων. Ο ποιητής αφήνει τα αποτυπώματά του στις αμμουδιές ενός δυσοίωνου μέλλοντος. Το έργο, ευάλωτο μέσα στην κρυπτικότητα και την αποσπασματικότητά του, κουβαλά την αίσθηση του ανολοκλήρωτου.
   Αυτή η εσωτερική υπερένταση των θραυσμάτων της ψυχής, στον ορίζοντα μιας καθαρότητας ιαματικής, σαν εξαγνισμένο νερό, διαμορφώνει τις πτυχές ενός έργου που στην οριοθέτησή του αγγίζει τη λεπτή ισορροπία του εύθραυστου. Η ακροβασία ανάμεσα στο όλα και στο τίποτα, στο άσπρο και στο μαύρο, στο φως και στο σκοτάδι,  ίσως να δελέασε και παράλληλα να φόβισε τον ποιητή. Ανάμεσα στη γοητεία και το φόβο, επικράτησε ο φόβος και το έργο προτίμησε να παραμείνει κρυμμένο σ' ένα καθεστώς αμήχανης αμφισημίας σε σχέση με τον δημιουργό του, προστασίας και ορφάνιας μαζί, ένα καθεστώς που επέβαλε την εσωστρέφεια.
    Οι στίχοι σαν κρύσταλλα συμπυκνωμένου χρόνου -σε μια φασματική ατμόσφαιρα που με τις λέξεις γίνεται καθαρή και απτή- αποπνέουν το γρατσούνισμα μιας υπόγειας εγγραφής, που τολμά να μπολιάζει τη ζωή με το θάνατο και αντίστροφα, σ' ένα παιχνίδι χωρίς όρους. Λέξεις καρφιά, που μπορούν να αναπνέουν μόνες τους, ανεξάρτητες, αυθύπαρκτες. Όταν το ταξίδι ζητά τον προορισμό, μοιάζει να μπαίνει μια νοερή παύλα που αποκλείει τη συνέχεια στον ίδιο τόνο. Αυτό γίνεται απότομα και τετελεσμένα. Ο Φίλιππος Β. Ντυμένος κοιτάζει τις γραμμώσεις της παλάμης, τις κάνει λέξεις που μπορεί να είναι και χρησμοί, μας κοιτάζει από μακριά...


(Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα της Βέροιας  ΟΙ ΚΑΙΡΟΙ, στις 13 Ιουνίου 2003, με αφορμή το ποιητικό βιβλίο του Φίλιππου Β. Ντυμένου «Στον καθρέφτη», που τυπώθηκε στο λιθογραφείο κλίμαξ στη Βέροια, με σχέδια του Ηλία Μάντζου, τον Φεβρουάριο του ίδιου χρόνου. Στην παρούσα ανάρτηση έγιναν αρκετές διορθώσεις).


Ένα μικρό ανθολόγιο από το βιβλίο:



                   ~

Σούρουπο, η παλίρροια φουσκώνει
ανεβαίνει το κρύο
δε μου φτάνει μια αγκαλιά
να σωπάσω το πρόσωπό σου

Ο ουρανός που δείχνεις τελειώνει
στο  κατώφλι του στόματος


                   ~

Ονομάζω το στήθος μου τύμπανο σιωπής
μα δε βολεύεσαι
Τα μάτια σου δύο κόγχες φώτα
μεγαλώνουν το σκοτάδι

Γίνομαι εσύ
μ’ αγνοώ την τάξη που σε ανασταίνει
το ρούχο που σε φανερώνει


                   ~

Έρχεσαι την ώρα που κοιμάμαι και με κοιτάζεις
Είμαι μαζί σου και σ’ αγαπώ στη σιωπή της νύχτας


                   ~

Στα ρούχα η έκσταση ζεστός άνεμος˙ η
σιωπή με χέρια έντασης και αγωνίας˙ στο αίμα
ο πόθος της καρδιάς έκταση. Με
το κερί μιας πίστης ανεβαίνω
ως το τελευταίο σκαλοπάτι του νερού
-ο ύπνος μου προτού χαράξει


                   ~

Το παραμύθι θα κοιμάται
θα καίγεται θα ξεδιπλώνεται
-αφού το σώμα…


                   ~

Στεγνώνω τα κουπιά μαζεύοντας απ’ το κορμί  το αλάτι
και με την μπίλια του κόσμου στο μέτωπο ξαναβουτάω
στην θάλασσα


                   ~

Είναι τα βήματα που επιστρέφουνε πάντα
σ’ αυτό το τοπίο που υπάρχουμε και δεν υπάρχουμε
σ’ αυτές τις φωτιές που σβήνουν κι ανάβουν παντού
σκιές της ίδιας όχθης
εδώ που θαρρείς ακίνητα
που εννοούμε αληθινά μόνο στον ύπνο
ακούμε την ανάσα της καρδιάς νύχτα

Είναι τα χέρια πλήθος αλόγων υποταγμένων
σε σχήμα αγάπης˙ μία φλόγα σιωπής
με τα ζωγραφισμένα λόγια


                   ~

Θα πω το πρόσωπό μου τοιχογραφία
που γκρεμίζεται μαζί σου
(με τα φαιά και τα κόκκινα χείλη
της μέθης)
αφού τώρα σ’ αυτό το κρύο
και μ’ αυτή τη σιωπή
πάλι το πρόσωπό σου γυρεύω
στο φως της νύχτας


                   ~

Με το αίμα παραθαλάσσιο καφενείο
ο φοίνικας στο φως της αυγής μια εικόνα.
Με τους παλμούς της καρδιάς το ψηφιδωτό
μεράκι στης πέτρας το άκρο άκρο.
Έτσι τώρα πηγαίνεις-
υπάρχει ένας άγγελος πάντοτε πλάι σου
με ρούχα μαβιά˙
απ’ τα μάτια του θα κρατάς
τη λάμψη μονάχα



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου