ΔΕΝ
ΕΡΧΕΤΑΙ ΟΠΩΣ ΠΑΛΙΑ
Δεν
έρχεται όπως παλιά:
σα
μια καλή φίλη
για
ένα ευχάριστο απόγευμα.
Τώρα,
όποτε θα ’ρθει,
θα
είναι για ξεκαθάρισμα λογαριασμών.
ΑΠΛΩΣ,
ΜΙΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ
Ούτε
ευτυχισμένος,
ούτε
δυστυχισμένος·
απλώς,
μια
επιφάνεια,
που
πάνω της
κάνει
τσουλήθρα ο χρόνος.
ΟΙ
ΕΡΑΣΤΕΣ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ
Τη
νύχτα όχι
δε
θα μας την πάρουν,
δε
θα μας την πάρουνε,
αγαπημένη.
Με
τα κορμιά τους,
όλο
και πιο πολλοί
θα
την υπερασπίζουν εραστές.
ΜΙΛΟΥΝΕ
ΑΚΑΤΑΠΑΥΣΤΑ
Χειρονομούν,
μιλούνε
ακατάπαυστα:
τι
εύκολα που υπάρχουν!
Ενώ
αυτός
−δυο
τραπεζάκια διαφορά−
παλεύει
με
τα σκοτεινά του δευτερόλεπτα.
ΑΝΙΑ
Με
δυσκολία προχωράει η ζωή,
σαν
άρρωστο απομεσήμερο,
σαν
Κυριακή·
όπως
σ’ ένα μπαλκόνι ένα σκυλί,
γαβγίζει
από ανία.
ΜΟΝΑΧΙΚΟΙ
ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ
Άνθρωποι
που ταξιδεύουν μόνοι:
κατά
κανόνα σιωπηλοί,
πιάνοντας
θέση στο παράθυρο.
Δεν
έχουνε αποσκευές,
δεν
έχουνε κανέναν να τους περιμένει.
Συνέχεια
κοιτάζουν έξω.
Αν
κάποιος τους ρωτήσει πού πηγαίνουνε,
μοιάζουν
σα να ’ρχονται από μακριά·
σα
να μην έχουν καταλάβει την ερώτηση.
ΓΥΜΝΟ
ΠΑΡΑΘΥΡΟ
Το
κρύο πρόσωπο του φεγγαριού φοβάμαι,
τώρα
που διαλύθηκαν όλοι οι μύθοι,
τώρα
που το παράθυρό μου δεν το προστατεύει
καμιά
τριανταφυλλιά.
Από
τη συλλογή «Να τελειώνουμε!», 1986.
Πηγή:
η συγκεντρωτική έκδοση «Χρίστος Λάσκαρης - Ποιήματα», β΄ έκδοση, Γαβριηλίδης,
2009.
Στην εικόνα: Nigel Van Wieck: “Q Train”, (1990).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου