ΛΕΩΦΟΡΟΣ
Δεν
ξέρω να σου πω
το
πώς βρέθηκα εδώ,
αντίκρυ τη λεωφόρο πως πέρασα
κι ούτε πως θα ’ρθεις
μον’ άπλωσε χέρια κλωνάρια κερασιάς
και
κόψε
κόψε
και λύσε τη γόρδια σιωπή
κόψε και μύρισε τη μοναξιά
όποιο
κι αν είναι το βράδυ
και σε τούτη την άθλια πόλη
μυρίζουν τα νυχτολούλουδα
κι οι χτύποι δεν θ’ αντηχούν
πένθιμο
τύμπανο ή σφυγμός πεθαμένου.
Όποιο
κι αν είν’ το βράδυ
όπιο το ίδιο άρωμα με τριγυρνά
αδέσποτο
σκυλί στα σοκάκια
περιμένοντας κάποιον ή κάτι να δείξει
το δρόμο
παντέρημος κάθε που ξημερώνει
περισυλλέγω κομμάτια μου
πεσμένα
ψίχουλα απ’ τ’ αντίδωρο των χριστιανών
πρόσφορο
στ’ ακροδάχτυλα των ποδιών σου.
Δεν
ξέρω πως βρέθηκα
αντίκρυ
στη λεωφόρο και μακριά.
Μη με ρωτήσεις ποτέ,
για
να σου δείξω πως θα ’ρθεις
είναι
φορές που θαρρώ εδώ γεννήθηκα
τη λεωφόρο δεν τη διάβηκα ποτές.
Το ποίημα του Γιώργου Ναούμη είναι αδημοσίευτο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου