ΝΑ
ΚΟΙΜΑΣΑΙ ΝΗΣΤΙΚΟΣ...
Να
κοιμάσαι νηστικός σε μια σοφίτα
Να
είσαι ο τεμπέλης του σπιτιού
Να
γίνεσαι σκουπίδι
Όταν
ανοίγεται ένα λερωμένο στόμα
Θα
σηκώσω το γιακά
Για
να φύγω σαν ένας ληστής
Από
το δικό μου σπίτι
Θα
κοιμηθώ στους δρόμους
Για
να νιώσω ολάκερη την πολιτεία
Να
τουρτουρίζει μαζί μου
Στο
παλτό μου έχω ένα λεκέ
Αλλά
είναι καιρό που δεν τον βλέπω
Θα
το ξαπλώσω χάμω
Και
θα στρωθώ πάνω του
Να
πιω λίγη βραδιά
Στη
γωνιά του έρημου κήπου
Θα
αιστανθώ τη σελήνη
Όπως
δεν αιστάνθηκα τίποτε
Στη
ζωή μου
Θα
την αιστανθώ στα χείλη μου
Σαν
ένα αχλάδι
Στα
μάγουλα
Σαν
άλλα μάγουλα
24.6.1937
ΔΕΝ
ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΟΙΗΤΕΣ...
Δεν
είμαστε ποιητές σημαίνει φεύγουμε
Σημαίνει
εγκαταλείπουμε τον αγώνα
Παρατάμε
τη χαρά στους ανίδεους
Τις
γυναίκες, στα φιλιά του ανέμου
Και
στη σκόνη του καιρού
Σημαίνει
πως φοβούμαστε
Και
η ζωή μας έγινε ξένη
Ο θάνατος
βραχνάς
23.4.1938
ΚΟΙΜΗΘΗΚΑΜΕ
ΜΕ ΣΤΟΜΑ ΑΝΟΙΧΤΟ...
Κοιμηθήκαμε
με στόμα ανοιχτό. Κι ο Θεός έριξε τ’
αγκίστρι, και μας πήρε την ψυχή
27.6.1938
ΟΡΕΞΗ
ΓΙΑ ΜΑΤΙΑ...
Όρεξη
για μάτια έχουν οι κρίνοι
Ωραίες αρχοντοπούλες
Είχαν
στη θάλασσα κυνήγι
Ποιος θα θερίσει τη θάλασσα
Θα
βγάλει άσπρο χορτάρι
Τα
νιάτα μας να θρέψει
Όχι
με αφρό
Αλλά
με στάρι αρμυρό;
Καλότυχη
η θάλασσα μάς γνέφει
Τ’ απάνω της πουλιά σαν να την οδηγούν
Σαν να τη φέρνουν στην αγκαλιά τους
Ο αιθέρας είναι δρόμος ίσιος
Μέσα του ο καθένας περπατεί
Σαν μέσα στον ίσκιο του
Ή μέσα στον ύπνο του
Όποιος φέρνει τη θάλασσα στην αγκαλιά του
Είναι σαν να μην υποφέρει από βάρος
Είναι σαν να μη ντρέπεται που πηγαίνει με τον αγέρα
Είναι σαν να κρατάει ολάκερη τη γη μέσα στο βλέμμα
Να τραγουδάει μέσα στη νύχτα
Και να του γίνεται η νύχτα μητέρα
Να τραγουδάει μέσα στον ήλιο
Και να αγαπάει μια γυναίκα
Που τη νομίζει βρέφος
Να τραγουδάει μέσα στον άνεμο
Κ’ έτσι να χάνει και να κερδίζει τη φωνή του
Τ’ απάνω της πουλιά σαν να την οδηγούν
Σαν να τη φέρνουν στην αγκαλιά τους
Ο αιθέρας είναι δρόμος ίσιος
Μέσα του ο καθένας περπατεί
Σαν μέσα στον ίσκιο του
Ή μέσα στον ύπνο του
Όποιος φέρνει τη θάλασσα στην αγκαλιά του
Είναι σαν να μην υποφέρει από βάρος
Είναι σαν να μη ντρέπεται που πηγαίνει με τον αγέρα
Είναι σαν να κρατάει ολάκερη τη γη μέσα στο βλέμμα
Να τραγουδάει μέσα στη νύχτα
Και να του γίνεται η νύχτα μητέρα
Να τραγουδάει μέσα στον ήλιο
Και να αγαπάει μια γυναίκα
Που τη νομίζει βρέφος
Να τραγουδάει μέσα στον άνεμο
Κ’ έτσι να χάνει και να κερδίζει τη φωνή του
18.12.1938
Η
ΘΑΛΑΣΣΑ ΘΡΥΜΜΑΤΙΣΤΗΚΕ...
Η
θάλασσα θρυμματίστηκε σε αναρίθμητα
κρύσταλλα
Τα
μαζέψαμε και καβάλλα στον άνεμο
ταξιδεύουμε
Τα
ρίχνουμε όπου βλέπουμε γυναίκες να
δέρνονται
Σα
να στερήθηκαν τα παιδιά τους
Τότε
ξαναγίνονται οι θάλασσες
Και
άφταστη αθωότητα τις διακρίνει
Τότε
εμείς οι άντρες πετάμε ψηλότερα στον
ουρανό
Για
να χορταίνουμε από μακριά το φέγγος
Ενώ
οι γυναίκες αιώνια αφηγούνται στα μωρά
Τη
γέννηση των θαλασσών
30.12.1938
Από
το βιβλίο «ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ,
Γιατί
τον είχαμε λησμονήσει…
Μια
ανθολόγηση από το σύνολο του έργου του»,
Εισαγωγή-Επιμέλεια:
Μ. Γ. ΜΕΡΑΚΛΗΣ
παραφερνάλια
τυπωθήτω, Αθήνα 2002
ὑπέροχος!
ΑπάντησηΔιαγραφή