Πέμπτη 24 Αυγούστου 2023

Xόρχε Λουί Μπόρχες, "Το σκοτεινό τριαντάφυλλο"





Κοσμογονία


Ούτε σκοτάδι ούτε χάος. Στο σκοτάδι
πρέπει να υπάρχουν μάτια για να βλέπουν πως υπάρχει,
όπως και για τη σιωπή και για τον ήχο αυτιά,
όπως χρειάζεται ο καθρέφτης τη μορφή που περιέχει.
Ούτε χώρος, ούτε χρόνος. Ούτε καν
κάποια θεότητα που να προνόησε
την αρχέγονη σιωπή της αρχικής νύχτας
του χρόνου, που θα είναι αέναος.
Το μεγάλο ποτάμι του Σκοτεινού Ηράκλειτου
δεν έχει αρχίσει την αμετάκλητη ροή του
που από το παρελθόν ξεχύνεται στο μέλλον,
που από τη λησμονιά κυλάει στη λησμονιά.
Κάτι που υποφέρει. Κάτι που ικετεύει.
Και υστέρα η ιστορία του κόσμου. Τώρα.





Το όνειρο


Τα μεσάνυχτα, καθώς θα σκορπάνε τα ρολόγια
άφθονο χρόνο
θα προχωρήσω παραπέρα απ’ τους συντρόφους του Οδυσσέα
στον τόπο του ονείρου, εκεί που δε φτάνει
η ανθρώπινη μνήμη.
Από τον βυθισμένο αυτό τόπο, διασώζω κατάλοιπα
που δεν καταλαβαίνω εντελώς:
τα πιο κοινά χορτάρια της βοτανικής,
ζώα κάθε λογής, συνομιλίες με νεκρούς,
πρόσωπα που εντέλει είναι προσωπίδες,
λέξεις από γλώσσες πανάρχαιες
και πότε πότε ένας τρόμος που δεν μπορεί να συγκριθεί
με τα καθημερινά βάσανα.
Θα είμαι όλοι ή κανείς. Θα είμαι ο άλλος,
που ήδη είμαι δίχως να το ξέρω, αυτός που κοίταξε
τούτο το άλλο όνειρο, την αγρύπνια μου.
Τη λογαριάζει υπομονετικά και χαμογελάει.





Δεκαπέντε νομίσματα
(εκλογή)

                                     στην Αλίσια Χουράδο


Βρέχει


Άραγε σε ποιο χτες και σε ποιες τάχατες αυλές της Καρθαγένης
να πέφτει τώρα δα αυτή η βροχή;




Ένας ελάσσων ποιητής


Στο τέρμα είναι η λησμονιά.
Ήρθα νωρίς.




Γένεσις Δ΄, 8 


Ήμουνα στην αρχέγονη έρημο.
Δυο μπράτσα έριξαν μια μεγάλη πέτρα.
Κραυγή δε βγήκε. Μονάχα αίμα.
Κι ο θάνατος − πρώτη φόρα.
Δε θυμάμαι αν ήμουνα ο Άβελ ή ο Κάιν




Ο φυλακισμένος


Μια λίμα.
Η πρώτη από τις συμπαγείς σιδερένιες πόρτες.
Κάποια μέρα θα ’μαι ελεύθερος.




Αιωνιότητες


Το φίδι που ζώνει τη θάλασσα και είναι η θάλασσα
το κουπί του Ιάσονα που δε σταματάει,
το καινούργιο του Σίγκουρντ σπαθί.
Τα μόνα πράγματα που αντέχουνε στο χρόνο
είναι εκείνα που δεν υπήρξαν ποτέ.


* * *




Πρωτέας


Προτού οι κωπηλάτες του Οδυσσέα
να εξαντλήσουν το κρασόχρωμο πέλαγο
μαντεύω τις απροσδιόριστες μορφές
εκείνου του θεού, του Πρωτέα.
Βοσκός των κοπαδιών της θάλασσας
και προικισμένος με το δώρο του προφήτη,
προτιμούσε τη γνώση του να κρύβει,
να περιπλέκει διάφορους χρησμούς.
Όταν τον υποχρεώνουν να μιλήσει,
μεταμορφώνεται σε φλόγα ή λιοντάρι,
σε δέντρο που ρίχνει τον ίσκιο του στην όχθη,
νερό που χύνεται μες στο νερό.
Μην τον φοβάσαι Αιγύπτιο Πρωτέα
εσύ, που είσαι ένας και μαζί πολλοί άνθρωποι.





Ο εξόριστος (1977)


Κάποιος ανηφορίζει στα δρομάκια της Ιθάκης
κι έχει ξεχάσει πια τον βασιλιά του, που ήταν στην Τροία
εδώ και τόσα χρόνια.
Κάποιος συλλογίζεται τις εκτάσεις που απόκτησε
το καινούργιο του αλέτρι, τον γιο του
και ίσως είναι ευτυχισμένος.
Στην άκρη του κόσμου, εγώ, ο Οδυσσέας,
κατέβηκα και πέρασα τις πύλες του Άδη
κι είδα τον ίσκιο του θηβαίου Τειρεσία
που χώρισε πάνω στο σμίξιμο τα φίδια,
κι είδα τον ίσκιο του Ηρακλή
που σκότωσε ίσκιους λιονταριών στον κάμπο
ενώ την ίδια στιγμή ήταν στον Όλυμπο. Αυτήν την ώρα
κάποιος θα βαδίζει στην οδό Μπολιβάρ, στην οδό Χιλής
ίσως ευτυχισμένος ή ίσως και όχι.
Μακάρι να μπορούσα να ’μουν εγώ.



                                                                          Μετάφραση: Δημήτρης Καλοκύρης




Το σκοτεινό τριαντάφυλλο (1975).
Πηγή: «Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Ποιήματα»,
Μετάφραση, Εισαγωγή, Σχόλια: Δημήτρης Καλοκύρης.
Εκδ. Ελληνικά Γράμματα 2006.


Στην εικονα: Jorge Luis Borges by Annemarie Heinrich, 1967.
Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου