Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2019

Κλεοπάτρα Λυμπέρη, "Ποιήματα"





Η χαμένη ζωή της Κατερίνας Β.


Όχι δεν είναι χαμένη αλλά ξοδεμένη.
Γιατί χάνω σημαίνει απόλλυμι
κι εγώ δεν απώλεσα τίποτε πιστέψτε με.
Καρποί μου τα αναρίθμητα σώματα
βλέφαρα, ευωδιές κήπων, μηλιές
πτηνά που πετούσαν χαμηλά
ταξιδεύοντας στην ιερή μοναξιά μου.
Τι βίος ενάρετος αυτές οι επαρχίες
να κρύβεσαι, να κρύβεις, να σε κρύβουν
με ραπτομηχανές να διηγείσαι
την αιδώ που φέγγει στις λαγόνες.
Όμως τις νύχτες δεν απώλεσα πιστέψτε με.
Όταν τα δώματα βυθίζονται στο σκότος
τότε καλπάζει ο αναμενόμενος
μες στις πτυχές του φουστανιού μου
τότε κοχλάζουν τα νερά
και τρέμει η Αχερουσία.


                (από τη συλλογή «Ο μοτοσικλετιστής θάνατος»
                 Εκδόσεις Κάβειρος 1990)





Ος τα πανθ’ ορα


Ο αφέντης έρωτας και κύριός μου
ος τα πανθ’ ορά κι εξουσιάζει
αυτός αυτός υψώνει το φονικό εγχειρίδιο
αποσπώντας εκ του σώματος τον τράχηλο
δήμιος αυτός με χεράκι φιλότιμα.
Έτσι το πλήρες αντηχεί
στο θρόισμα και στην αφή μισοφοριού
όταν τεντώνουνε σχοινιά
και πιάνεται σε δόκανο το τέρας.
Βαθιά βαθιά στη νύχτα των στομάτων
βαθιά με τους νεκρούς μου μαζεμένους
στο χαλινό της γλώσσας
στριγκές φωνές ναυαγοσωστικών.
Βούιζε το κρεβάτι σου
σαν Ιορδάνης ποταμός
πέφταν σεντόνια σχίζοντας το σκότος
απόσπασμα σύντομο του βίου μου
ενθύμιο της σάρκας
αίμα μου φαρμακωμένο.
Δέρμα πάνω στο δέρμα
κατάσαρκα να σε φορώ
ότι γυμνό και πένη μ’ άφησες
μες στην πυρά να ξαναβρώ τα μέτρα μου
στιγμές που με κατείχε η αθωότητας
προτού χαλάσω με έργα και με λόγια.


                (Από τη συλλογή «Μικρή Φιλαρμονική»
                 Εκδόσεις Ίκαρος 1993)





Η Χρησιμότης των λέξεων


Μπαίνοντας στα πάθη κι από πάθη βγαίνοντας
βρέθηκα χωρισμένος απ’ τη φύση μου
με τις σάρκες στα δόντια των σκύλων
άκουσα τότε τον κρυφό μου πολυέλαιο
να θορυβεί, νύχτα στους εξώστες.
Έτσι εξέρχονται τα ποιήματα, πάμφωτα,
σαν χριστουγεννιάτικα δέντρα
μεγαλωμένα στη φρίκη της γιορτής
κι απ’ τους δεσμούς των λέξεων, ο εχθρός
ξεβράζεται πνιγμένος
μέσα στην τόση προετοιμασία.


                (Πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό
                 Ποίηση, 2ο τεύχος, 1993)





Ωδή στη Σύλβια Πλαθ


Στο σκοτεινό κάδο των ερώτων, το κεφάλι της
Σύλβια είχε αποκοπεί απ’ το σώμα.
Εκείνη, μια πεταλούδα από φίλντισι, σχεδόν καμένη
(ζώο φτιαγμένο από στάχτη ή από το δεν είμαι ακόμα)
ναύαρχος της οργής, επίμονη δύτης, γι’ αυτό
συχνά πυκνά αποκεφαλιζόμενη.

Λέει: Μην κοιτάτε την τρέλα μου, είναι πρόσχημα
ποιητικό· για να γράφω, επιστρέφω πάντα στη στάχτη·
η τρέλα είναι τόσο βολική· η τρέλα είναι γεμάτη θαύματα·
εκτινάξεις στο μαύρο τετράγωνο του Μάλεβιτς·
πιάνομαι στη απόχη του θανάτου·
το ηλεκτροσόκ, σκέτο υπερθέαμα·
ακάνθινο στεφάνι – σαν αεροπόρος βουτάς
χαμηλά, ψηλά, δεξιά, αριστερά – όλα τα
καλύπτει η άγρια μοναξιά.

Μετά αμμουδιές, φλοίσβοι, βατόμουρα στον
κήπο μου τον παιδικό, μετά η συντριβή, η ιαχή·
σε κάθε πραξικόπημα του μυαλού
συνήθως υπάρχουν νικητές-ηττημένοι·
η τρέλα είναι κόκκινη μπίλια· με παίζει στο
κόκκινο – μια κερδίζει μια χάνει·
το γκάζι είναι πέρασμα για ψυχές
–ανοίγεις το κουμπί, περιμένεις·


                (Από τη σελίδα της ποιήτριας στο facebook, 2017)





Αν η Έμιλυ ήταν λιγότερο λυπημένη

                  Είμαι ο Κανένας. Εσύ ποιος είσαι;
                                   Είσαι κι εσύ ο Κανένας;
                                     ΕΜΙΛΥ ΝΤΙΚΙΝΣΟΝ


Ο ποιητής καλπάζω με ίππο τις σελίδες
πάνω στη χλόη της Έμιλυ – είμαι κι εγώ ο Κανένας;
Αχ Έμιλυ, πόσο απαλή η ματαιότητα
όταν σε σέρνει στον εαυτό σου.
Αλλά συνήθως ο κανένας είναι κάτι – ίσως το
άλογο που κουβαλάει τον αναβάτη, ίσως το σύννεφο
στο πάνω μέρος του πίνακα
ή στήθος που ξαφνικά τρυπάει και πέφτεις
στο πιο βαθύ σου σώμα.

Αν είμαι ο κανένας που δεν έγινα ο υπάρχων
αν είμαι ο ιππεύων που δεν έγινα ο
επόπτης στις αβύσσους, θα πει πως η λέξη αγαπώ
γέρασε μέσα μου πριν τη γεννήσω
(δηλαδή, πως δεν ξανάφτιαξα το σύμπαν)
γι’ αυτό και μένω στην κοιλιά του αλόγου μου
σαν περιττή αλογόμυγα.

Αν είμαι ο αγαπών ίσως να είμαι ο Κανένας
που η κάθε πράξη του έσωσε τις λέξεις.
Έτσι όμως η ποίηση μάλλον δεν ωφελείται
(πάνω σε τέτοιον ίππο ποιος ποιητής να καλπάσει;)
Γι αυτό ας συντρέχουν ο αναβάτης και ο ίππος
στ’ αγκάθια, στους γκρεμούς, στα φριχτά μονοπάτια
γι’ αυτό ας κουτσαίνει το άλογο
ώσπου ο ιππεύων να υποταχτεί
στην κακή μοίρα που τον έχρισε ποιητή


                (Από τη συλλογή «Το μηδεν σε φωλιά»
                 Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2018)





Στην εικόνα: Arnold Böcklin, «Isle of the Dead», (3rd version) 1883.
(Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου