«DOLCE»
Ο γαλάζιος καπνός της εξάτμισης
αιωρείται ακόμη και όταν το αυτό-
κίνητο έχει στρίψει πλέον τη γωνία,
μεταβάλλει την τοπογραφία του δρόμου,
την καθημερινή προοπτική όσων μένουν
για πάντα εδώ, θαμώνες αδιάφοροι
της τρέχουσας ζωής όπως κι εγώ,
που ξέρουν πολύ καλά από κατακτήσεις
κι απώλειες και πως από στιγμή σε στιγμή
κι από ώρα σε ώρα αλλάζουν χρώμα τα μάτια
σαν τα δικά σου που έγιναν γαλανά
αυτομάτως, μόλις με αποχαιρέτησες.
(Από την ενότητα Αποχαιρετισμοί [εισπνοή])
ΤΟ
ΠΛΗΡΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
Η
χρονιά κλίνει προς το τέλος της.
Για
άλλη μια φορά όσοι αντιστάθηκαν
κυρτώνουν
και κάμπτονται. Λυγίζουν τρυφερά
προς
τη μια πλευρά, με τη μονότονη
χάρη
μιας βέργας που δεν κοιτάζει τίποτα,
απλά
και μόνο δείχνει τη φορά του ανέμου,
δίχως
την πολύκλωνη ανθοφορία των πολλαπλών
κατευθύνσεων,
όπως έγειρε από το βοριά
το
πεύκο στη λόζα, όπως πέφτω να κοιμηθώ
έχοντας
το πρόσωπο στραμμένο στον τοίχο.
ΣΥΜΗ
ΕΠΟΥΡΑΝΙΑ
Πιο
γαλάζια η θάλασσα μετά τη μεσημβρινή
κατάκλιση.
Λουλουδιασμένο Μάη πλάγιασα
και
ξύπνησα Φθινόπωρο. Έρημη ακρογιαλιά,
φωνή
καμία. Όγκοι ραθυμίας υψώνονται
γύρω
μου, βουνά και πέτρες κι ερειπωμένα
κτίσματα
που ήρεμα ανθίζουν και φουντώνουν.
Ίζημα
ζωής όλος ο χρόνος που έχασα, πίσω
ξανά
θα μου δοθεί με τόκους και μερίσματα,
στη
Σύμη ακόμη μια φορά, κάποιο άλλο Καλοκαίρι.
Από την ενότητα Επέτειοι [παύση]
ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Όλο το πρωί να ανακαλύπτει, να εφευρίσκει
σκόνη. Επιτέλους, κάθεται να καπνίσει
εντεκάμιση η ώρα της Κυριακής,
κα ιη μυρωδιά του βραστού έχει ήδη
κατακτήσει το σπίτι. Όποιος αγαπάει
την τάξη, δεν αναπαύεται ποτέ. Διαρκής
η απειλή του χάους, πρόσκαιρη πάντα
η λάτρα του σπιτιού – ως και τα φυτά
στις γλάστρες απαιτούν την απόλυτη
επαγρύπνησή της: αλήθεια πότε αναπαύονται
τα λουλούδια; Τη νύχτα; Ανθίζουν
τα άνθη, σκέπτεται, στα σπίτια
που υπάρχει αγάπη, αλλά πώς να αντέξει
κανείς, όλη αυτή την πολλαπλή ανθοφορία
που συντελείται εν τη απουσία της;
Από την ενότητα, Δώρα [εκπνοή]
Από τη συλλογή «Η μάθηση της αναπνοής», Γ΄
έκδοση, Πλανόδιον, 2001
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου