Περιοδική έκδοση diPgeneration
Ανθολογία πεζού και ποιητικού λόγου
Τεύχος Έκτο
2022
ΣΤΕΛΛΑ ΔΟΥΜΟΥ
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΑΡΑΝΤΩΝΗ
ΧΑΡΗΣ ΜΕΛΙΤΑΣ
ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΛΒΙΑ ΠΑΠΑΗΛΙΟΥ
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΧΛΙΒΑΝΗ
ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΣΙΑΦΑΚΑ
ΣΤΑΥΡΟΣ ΣΤΑΜΠΟΓΛΗΣ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΤΑΤΣΗ
μετάφραση: Κατερίνα Λιάτζουρα
Έργο εξωφύλλου, καλλιτεχνική φροντίδα: Στράτος Φουντούλης.
δεν έβγαινε με τίποτα ο μήνας
τι θέλει ένας πλάνης ποιητής
ανάμεσα στις κούκλες της βιτρίνας;
η φτώχεια χορηγός στο σκηνικό
ανάμεσα στις κούκλες της βιτρίνας
σαν κούρος με βερμούδα και μακό.
περίγελος στα γυάλινά του τείχη
σαν κούρος με βερμούδα και μακό
μισούσε τους πελάτες και την τύχη.
αντίγραφο μιας ποίησης θνητής
μισούσε τους πελάτες και την τύχη:
Τρελάθηκε κατόπιν εορτής.
(στίχοι τραγουδιού)
ΕΝ ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ
μου δείχνουν άσκοπα.
Δεν έχουν
οι λέξεις μου φτερά
να φτάσουν. Μόνο κάτι πτερύγια
από ζώα
αλλόκοτα, γεννημένα για μαχαίρι
και λήθη.
Μόνο κάτι προγονικές γενειάδες
κουρασμένων απ’ τους δρόμους
της Πράγας ραβίνων.
Τι να θέλει η φτωχή;
Ο τελευταίος μου φίλος προδόθηκε στη Φλάνδρα.
Η πλάτη μου οργώθηκε από εφτά μαχαίρια.
Η γλώσσα μου μάτωσε από εφτά φλύκταινες.
Σπατάλησα τη νιότη μου σιωπηλά προσευχόμενος
πάνω στο κοιμητήριο μιας τέχνης δύστροπης,
όπως είναι μια μάνα πικρή, όπως είναι
η στροβιλάνθη, το μαβί λουλούδι της Κεράλα.
Έχω μόνο το σκοτεινό μου άλογο
κι έναν ιπποκόμο βουβό
κι ένα ζευγάρι σπιρούνια
απ’ το ματωμένο ασήμι των Άνδεων
κι έναν σκύλο τυφλό και πιστό.
Έχω μόνο μιαν έρημο μεγάλη σαν κόσμο
κι έναν κόσμο μικρό σαν σημάδι της στίξης.
έρχεται στριγγλίζοντας
όπως τα φρένα μηχανής στο κόκκινο φανάρι.
Έχει το χρώμα ενός κρασιού
που μάταια παλαιώνεται
(το πορφυρό βαθύ και το βαθύ βαθύ του Ρόθκο)·
τη μυρωδιά της σάλας που σφραγίστηκε
ύστερα από το σωτήριον έτος 2010.
Δεν γίνεται να μην την καταλάβεις.
Η τελευταία ευκαιρία
έχει κάτι από την ατμόσφαιρα
του Φάρου (θυμίζω τη σκηνή
που ακόμα και η θάλασσα
διαλύεται σε μια γαλάζια αχλή).
Τον ήχο των πλήκτρων που πατάς
καθώς μου γράφεις ξημερώματα
και κάτι από τη θάλασσα −τη θάλασσά σου−
την ιαχή «θάλαττα θάλαττα!».
Δεν γίνεται να μην την καταλάβεις.
Η τελευταία ευκαιρία
είναι το χνούδι τ’ ουρανού
Παρασκευή Μεγάλη ενός γλυκέος έαρος.
Η άσπρη μπλούζα που δε φόρεσες
εκείνο το φθινόπωρο ούτε κανένα άλλο
γιατί σε πρόλαβε ο καιρός, η απουσία των νεκρών
και πιο πολύ των ζωντανών με τα κοινά καντήλια.
Δεν γίνεται να μην την καταλάβεις.
τον αφημένο πνεύμονα έξω από το σώμα
Καμπαναριά ηχούν με οστά που απέμειναν
απ’ τη Μεγάλη Έξοδο της Νύχτας
Έτσι ανδρώνονται στις ξύλινες κολώνες της ΔΕΗ
εσταυρωμένοι πνεύμονες με μάτια δεινοσαύρων
Εμείς χωρίς ανάσα βελάζουμε σανό
έξω απ’ τη φάτνη, όπου Μάγοι χωριάτες
στοιβάζουνε αυγά μαζί με τα παιδιά τους
τ’ αυγά γίνονται κότες και τα παιδιά αυγά
ιαχές του τέλους τιτιβίζοντας σαν σκαν σε πέτρες
που χτικιάζουν αειθαλείς τη σιωπή τους
Από τα τσόφλια των σεισμών ανατριχίλα
Όταν με καρυοθραύστη ορμάει το φεγγάρι
στα κεφάλια των αυγών, και μας λερώνουν
απαστράπτοντα μεδούλια με παγιέτες
την ανακάλυψή του ξαναζεί
την επανάληψη εορτάζοντας
της σκοτεινής περιωπής του
αρχίζει και τελειώνει
ο κύκλος του έρωτα
στον πρώτο έρωτα
αυτός που ερωτεύτηκες
ποτέ δεν υπήρξε
στον τελευταίο
αυτός που δεν υπάρχει
είσαι εσύ
ζουν τα σώματα.
Εκδόσεις Μανδραγόρας, 2022.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου