είμαι πιστός των αναπεπταμένων
και σκλάβος του κυματισμού
κι ένα μαντήλι όταν ξετυλίγεται αρκεί
να μ’ αποζημιώσει.
ανέμισε, κυμάτισε κάτι ολάνοιχτο.
στροβίλισε το χιόνι των γλυκών χεριών σου
στον αέρα,
χόρεψε τελετουργικά για τον ακίνητο.
κείμενα πικρά
αναζητώντας εύσχημους τρόπους,
πάντα γυμνόν και πάντα ευπροσήγορο,
πάντα με τον τοίχο μπροστά του και πάντα
οικείον,
αυτόν που βούλιαζε όλα τα χρόνια
σε μία χοάνη λασπωμένη
μέχρι που ακινητοποιήθηκε στο στενό της στόμιο.
κείμενα ελπίδας
(τόσα οχυρώματα,
τόσες επιχειρήσεις ψυχραιμίας)
αυτός που δεν είχε ελπίδα στην καρδιά,
ούτε καν την ελπίδα του πρωινού φωτός.
τώρα τον καταδίκασαν
στη δημοσίευση των κειμένων του σκαμμένων από μέσα
τα δωμάτια,
τα ευπαθή τους πράγματα.
Ο καιρός περνάει
κι ο χαρακτήρας μου αλλάζει.
φθίνει
όπως του κουρασμένου τραγουδιστή η φωνή
(χαράματα σε κέντρο διασκεδάσεως)
ή όπως φθίνουν οι μύες του χεριού του σερβιτόρου
που συγκεντρώνει τ’ άδεια πιάτα.
πάνω στο μάρμαρο
κυκλώνες.
Αναφορές στο παρελθόν δεν θα επιδιώξουμε,
εύθραυστες διηγήσεις δεν θα επιχειρήσουμε
(θα μιλούν τα άλλα πρόσωπα
που θα ’χουν επικαθίσει στα πρόσωπά μας,
οι κόλαφοι
που θα ’χουν αυλακώσει τα μάγουλά μας).
αν συναντηθούμε
θα χαρούμε ο ένας την παρουσία του άλλου
σαν ν’ αρχίζει νέα σχέση μεταξύ μας
θα συζητήσουμε για χίλια τετριμμένα.
Πηγή: «Δημήτρης Κονιδάρης - Ποιήματα (1981-2016)», εκδ. Κουκκίδα, 2017.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου