Ι
Χειμερινό ηλιοστάσιο
το δεξί χέρι του Πάουλ Βιτγκενστάιν
στον ακήρυχτο πόλεμο της πανδημίας
στον καιρό της πάνδημης αιχμαλωσίας·
το θάβουμε copy-paste
στον κάδο ανακύκλωσης
του υπολογιστή μας.
πώς εξωραΐζεται η ερμηνεία
της συλλογικής αναπηρίας.
Ας δοκιμάσω.
Στη σκηνή, ο πιανίστας ερμηνεύει
το Κοντσέρτο για αριστερό χέρι του Μορίς Ραβέλ.
Στα παρασκήνια, ο σφουγγοκωλάριος παρερμηνεύει
ελευθερίες και δικαιώματα για πάλαι ποτέ αρτιμελείς.
Στην πλατεία, οι χειροκροτητές
αδυνατούν να ερμηνεύσουν
τη δυσφορία του σπόνσορα
πριν πάρει τον υπνάκο του στο πόντιουμ
– ας σταματήσει επιτέλους το πιάνο·
προελαύνουν ακατανίκητοι.
Αυλαία.
κι εσύ με μάλωνες, θυμάμαι, καθώς μ’ έντυνες
και με κανάκευες γλυκά· είσαι πιο όμορφη έτσι.
Πάντα με μάλωνες γλυκά και με κανάκευες, μητέρα.
με τα χλωρά αγκαθάκια απ’ τις τριανταφυλλιές σου
τις ολάνθιστες να μου κεντρίζουν τ’ ακροδάχτυλα
σαν τιμωρία για κάθε σου παραίνεση που αμέλησα.
στα γιορτινά σου ρούχα σ’ έντυσα για το μακρύ ταξίδι.
Αλκυονίδα μέρα ήταν που μίσεψες, καταμεσήμερο·
μα ήταν χιονιάς· ήταν λυγμός· και μαρασμός· και δίνη.
που ντύθηκα απαρχής τα πένθιμα του βίου μου τα ρούχα.
Δες με· ντύθηκα ατόφια την οδύνη μου να σε ξεπροβοδήσω·
παράπονό μου αναφιλητό· χλωρό κλαράκι· ροδοπέταλο.
ΙΙ
Θερινό ηλιοστάσιο
μέθυσαν στο λιόπυρο
της προκυμαίας.
Θαλασσινέ καημέ μου
λύσε, ταξίδεψέ τους.
σ’ έκρυψα στου κοχυλιού
το μαϊστράλι.
ανάμεσα σε πρόσωπα οικεία
και κουβεντιάζαμε τα τρέχοντα
ξάφνου μια νύξη ντροπαλή αιωρήθηκε
και μου φανέρωσες σεμνά το μυστικό σου.
Θήλεια κλωστή – στο άλικο του αίματος
βαμμένο υφάδι – καθώς ανάβλυζε
από τις δροσερές παρειές σου
άδραξε τη στιγμή και την οδήγησε θριαμβικά
μπρος στο αφανέρωτο ακόμα μυστικό μου.
Όπως αντάμωσαν στο φως τ’ απόκρυφα
στέναγμα γίναν και λυγμός γυναίκας
που η χαρμολύπη την αλώνει.
Μια στέρηση απροσδόκητη
(υστέρηση στην καθαρτήρια ρύση)
άνοιγε τώρα έναν κύκλο στη ζωή σου
κι έκλεινε στη δική μου έναν.
Για να θυμάμαι τούτη τη γλυκιά αντάμωση
κέντησα κομποβελονιά δυο κόκκινα κρινάκια
πάνω σε άσπρο ολομέταξο μαντίλι
και δίπλωσα μαζί τα μυστικά μας
να απαλύνει η χαρά τη λύπη.
– πάντα στην ώρα της
εκεί που δεν την περιμένεις.
Αγαπητέ μου κ. Παπαστεργίου, σας ευχαριστώ θερμά για τη χαρά και την τιμή τής δημοσίευσης. Σας εύχομαι από καρδιάς εμπνευσμένη δημιουργική συνέχεια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣας ευχαριστώ θερμά!
ΔιαγραφήΝα είστε πάντα δημιουργική!