δεν είναι υγρά μάτια και βουβό πρόσωπο.
που την παιδεύουνε ανόητα φώτα.
με λέξεις που δεν αναπνέουν δύσκολα,
που δεν αγκομαχούν.
έναν άνεμο ή έναν ποταμό,
μα γράφω ονόματα δίπλα σε άλλα ονόματα
και χωρίς να το θέλω,
χωρίς καθόλου να το θέλω,
κάποια κακορίζικα
αποκτούν οριζόντιες γραμμές κατάστηθα.
δάση δεν έχω να ποτίσω, κοπάδια δεν έχω να ξεδιψάσω,
πυρκαγιές δεν έχω να σβήσω.
εγώ την γεμίζω κι αυτή αδειάζει, αδειανή μένει και με κοιτάζει,
τι θέλω δεν τη νοιάζει.
Υγρή αφή· βαθειά ψυχή το μάζευε και σκόρπα.
Στεγνή ζωή· άνυδρη βροχή το μιλά και το σώπα.
ξεδιαλέγουν τα ψέματα
και τα βάζουν στην άμμο με τα κεριά για τους νεκρούς,
να πάρουν λίγη από την αλήθεια τους.
ή τους τιμάς ή δεν τους θυμάσαι,
δεν τους ικετεύεις αυτούς να πουν την καλή την κουβέντα
για σένα!
να μην καταλάβουν οι χθεσινοί ικέτες.
Αυτά είναι εκείνη η θαμπάδα στο γυαλί,
που όσος και να τρίβει ο νεωκόρος,
δεν φεύγει.
Πρωί το πρωί ξεθυμαίνει η θολή ομίχλη όσο να πεις,
αλλά είναι εκεί, τη βλέπεις·
μόνο σαν πέσει πάνω της μια ατόφια
αλήθεια, μια σπαραχτική εξομολόγηση,
δεν αντέχει και λειώνει,
εξαφανίζεται.
Άλλο ψέμα έχει τότε σειρά,
δεν βολεύονται εύκολα στην αλήθεια οι
άνθρωποι.
το αγρίμι μέσα μου!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου