Εν Πάτμω
Της κτίσης οι ανεπαίσθητοι
Χτύποι γιγάντιοι φεύγαν
Μα ευθύς τους ήπιε η αχόρταγη
Ματαιότης
Της πασχαλιάς ευώδιαζε
Κι άφριζαν ιριδένιες
Οι οράσεις; έπεφτε ο ίσκιος
Στα βαθιά σωθικά
Στα λιβάδια της ρέμβης
Φως απ’ το χόρτο ανέβαινε
Κι από τα βήματα
Φθόγγοι γλυκείς εγέμιζαν τον αέρα
Ω η σαγήνη τους
Πουλί από φως ανέβηκες
Με μιας το τραγούδι σου
Το τίναγμά σου χτύπησε
Του στήθους το σήμαντρο
Κι αντήχησε ο χρησμός
Των θρήνων
Κλείδωνε με τη σήψη του
Το φλύαρο στόμα
Στο ξαφνιασμένο απόβροχο
Ουράνιο τόξο φάνηκες
Της ερημιάς, να ενώσεις
Την Πάτμο με το άφωνο
Ο νους χόρτα μα ευθύς
Πέλματα αθώα περπάτησαν
Κι ανέβαζαν το ρίγος
Στα χείλη κι απ’ τα χείλη
Στην οικουμένη
Φύτευαν δάση στων ματιών
Τα στιγμιαία χαντάκια,
Θαύμα τα ευώδη χώματα
Κι ο ήχος ο μονάκριβος
Του «δόξα σοι τω δείξαντι
Το φως»
Κι ανέβαινε η πραότης
Απέραντη απ’ το στήθος
Μίσχος μονήρης έτρεμε
Κι ανύπαρχτος ευώδιαζε
Τα ουράνια
Και βροντερά σκοτείνιαζαν
Χρώματα αιθρίας
Χωρίς ο ουρανός
Να περάσει το σώμα του
Άγνωστος
Στον άνεμο, ποιο δέντρο
Στο δάσος; ως δι’ εσόπτρου
Βλέπουμε να διαβαίνει
Ο τρέμων μίσχος
Ο επίορκος νους κι ο ίσκιος
Στα ιώδη βραδιάσματα
Άγνωστος πάνω σε άγνωστες
Πέτρες καθόνταν
Της ησυχίας, μα ο κίνδυνος
Του θείου σεισμού ενεδρεύει:
Της ησυχίας τα ορύγματα
Είναι κεραύνια
Να ’ναι από μέσα ο άνθρωπος
Δέντρο, δε λιγοστεύει
Όταν της τρυφερής
Ανοίξεως οι κερήθρες
Τον ανυψώνουν
Της σκόνης που ανεβαίνει
Από τα κοιμητήρια
Στην καταιγίδα.
Το χέρι μου έμαθε τη σαγήνη του βάρους και το ξάγναντο της ελαφράδας
Ήρθαν μυστικά όλων των χρωμάτων κι όλων των φωνών που μετά βίας τα συγκράτησα
Διότι γύρευαν να με θανατώσουν σε στάση παρηγορίας
Και διότι ακόμη τα δοξαστικά τους αρώματα με ήθελαν γύρη τους κι εγώ δεν ξέρω πότε κι από ποιον άνεμο σκορπισμένη πάνω στις άλλες γύρινες προετοιμασίες
Μου ’ριχνε μερικούς ταπεινούς σπόρους
Έτσι από μέσα μου ξεπετάχτηκαν τόσα δάση και τόσα θηρία που ταιριάζουν στα δάση
Κι όλα τα μυστικά του θεού που τα γέννησαν δάση
Και να δείτε μια στιγμή την όψη μου
Να με δείτε στον ύπνο σας εαυτό σας γεμάτο συντριβή για το κακό που έκαμε στον πλησίον και σήμερα απελπιστικά μετανιώνει
Πηγή: «Δ.Π. Παπαδίτσα, Ποίηση», Μέγας Αστρολάβος / Ευθύνη, Αθήνα, 1997.
Στην
εικόνα:
Cosimo Tura, «Saint John the Evangelist in Patmos» (1470).
Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου