γράφει η ποιήτρια Μαρία Λάτσαρη
Θα ξαναβρεθούμε
την ώρα που τα παιδιά
μαθαίνουν το άλφα.
Μ’ ένα χαμόγελο και άδολη ματιά
ρούχα καθαρά, νύχια κομμένα
κανέναν δεν έχουμε να καταδώσουμε
ποιήματα παλιά μας νανουρίζουν.
Θα ξαναβρεθούμε
σε μια αιώνια άνοιξη
την ώρα της Ανάστασης.
Θα είμαι φαντάρος
και θα ’σαι απολυτήριο,
θα είμαι λάθος
και θα ’σαι συγγνώμη,
διψασμένος
κι εσύ νερό,
κυνηγημένος
κι εσύ κρυψώνα.
σπουργίτι εσύ
ψίχουλο εγώ.
«Διπλό!» είπα του παπλωματά
με περηφάνεια.
Έτσι τη νύχτα, η μοναξιά
Θα ‘χει τη θέση της πλάι μου
χωρίς να με πλακώνει.
γεννήθηκα μεγάλωσα αλήτεψα
πέθανα κι αναστήθηκα εδώ
όταν με πήρανε φαντάρο.
την Αρετσού τα Κάστρα το Ντεπό
χωρίς την Τσιμισκή με τις ωραίες γκόμενες
κοντά στο σπίτι μου η Τούμπα
άμα κερδίσει ο Ολυμπιακός και λείπω
πώς θ’ ακούσω τη σιωπή της κερκίδας
οι φίλοι μου φτηνά τσιγάρα
δρόμο δεν τους αφήσατε
γωνιά να σταθούν
έρχονται από μακριά
ζητιανεύουν οι φίλοι μου
παίζουν λατέρνα ακορντεόν
για μια αναμνηστική φωτογραφία
των διακοπών σας
οι φίλοι μου ζητούν συμπόνια
μαζεύουν αυτά που πετάτε
και στολίζουν γωνιά τού σπιτιού τους
κακό δεν κάνουν
όρθιοι να σταθούν
ν’ αφήσω θέλω
ένα –μικρό κι ασήμαντο
για τους πολλούς– σημάδι.
Σαν τα τραγούδια
που ακούγονται απ’ τα μεγάφωνα
κάθε Κυριακή στα στρατόπεδα
κάθε γιορτή στο Ψυχιατρείο»
Την δικαιούται αυτή τη θέση.
Πηγή για την εικόνα, η σελίδα του Γ.Λ. Οικονόμου στο facebook.