έχουμε την ίδια σύσταση
σκόρπιες σταγόνες χλωροφύλλης
μέσα σε χώμα ξερό
και στο μέτωπο την ίδια ρυτίδα
που ευθύβολα μας σημαδεύει
πάσχουμε από την ίδια αστοχία υλικών
όπου μας αγγίζουν
γινόμαστε τρίμματα
σε τσέπες περαστικών
Παλεύουν οι άκρες μας
να σμίξουν στερητικά
[μα εγώ μέσα στα χέρια σου
ολότελα συνοψίζομαι
κι εσύ σαν κόμπος στο λαιμό μου
ολάκερα σωρεύεσαι]
και κάπως έτσι οι νύχτες μας
ασελγούν πάνω στις μέρες τους
και είναι τρύπια τα σώματα
στεγνά τα σεντόνια
που μένουν ορθάνοιχτα χειμώνα καλοκαίρι
Που φέγγουν τις νύχτες
κάθε φορά που οι δρόμοι ερημώνουν
Που κρέμονται στους τοίχους σαν εικονίσματα
σε αδειανά δωμάτια
Υπάρχουν παράθυρα επίμονα
Που πίστεψαν σ’ ένα σιρίτι φως
στων λουλουδιών το παρανάλωμα
Που υπέκυψαν στου ανέμου την απροσδόκητη φορά
Υπάρχουν παράθυρα επίμονα
που πίσω από γρίλιες σφραγισμένες
ικέτεψαν παράφορα την άνοιξη
Και μπαινοβγαίνουν τα ρούχα στο πατάρι
Και πάλι γυμνά στέκουν τα σώματα
Γιατί στενέψαν τα καλοκαίρια ανεπανόρθωτα
ο σκόρος μάσησε τους χειμώνες
και η άνοιξη ξεθώριασε στο πλυντήριο
στριμωγμένη με γκρι φθινόπωρα
Κι αλλάζουν κάθε τόσο τα ρούχα
Και παραμένει εκείνο το παλιό κάταγμα
να θυμίζει πως αλλάζει ο καιρός
Λες κι η ζωή συνωστίζεται στο κόκαλο
μαζί μ’ όλα τα αβέβαια βήματα
και τις αδέξιες χειρονομίες
Κι αλλάζουμε λίγο λίγο
γινόμαστε παντός καιρού
σαν εκείνες τις φωτεινές επιγραφές
στων παλιών μοτέλ τους ρημαγμένους τοίχους
Και λίγο λίγο ξεκλειδώνει τη φυλακή μου
Όπου κι αν μ’ αγγίξεις
οι τοίχοι μαλακώνουν
κεντάνε πάνω μου την άνοιξη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου