όσο η τελεία σκαρφαλώνει.
−Πού θα σταθείτε; πού;
−Να μπω μετά από σας ή
μήπως είν’ αυθάδεια;
−Ως τελεία επιβάλλεστε
ή κάνουμε δοκιμές;
Η λέξη σταύρωσε τα πόδια της.
Ένα πλεκτό
σκούντηξε μίαν άλλη
άλλαξε θέση ανήσυχη.
−Μετάνιωσα
της είπε η τελεία
και αποσύρθηκε.
Ο ποιητής
την κουβαλά μες στο μυαλό του
μια την στριμώχνει
μια την εξορίζει.
και δύο χρόνια μετά
μ’ ακόμη −λες− τη σκέφτεται.
δυο τρεις μέρες μού είπατε
πια και θα ’ναι εδώ
στον φάκελο έγραψα «επείγον»
ξεφλούδισα τον χρόνο
―ο πατέρας βίδωνε
ρόδες βοηθητικές του ποδηλάτου.
Δεν ήρθε ακόμα.
―Τι παραγγείλατε, λοιπόν;
―Τα καλοκαίρια που ήμουνα παιδί.
―Λυπούμεθα. Αργήσατε.
Εξαντλημένο απ’ τον εκδότη.
αποφεύγεις τους καθρέφτες
να μη βλέπεις τη φθορά.
Το λες πανικό.
Πετάς πάνω από καταιγίδες
μ’ ένα τραγούδι των Beatles
παραφυλάς τον κηπουρό
μ’ ένα μακρύ ψαλίδι
κόβεις τη βροχή.
Το λες αναχρωματισμό.
Κρέμεσαι ανάποδα από έναν πλάτανο
λύνεις τα μαλλιά ενώ
βουτάς το κεφάλι στη θάλασσα
πνίγεις κάτι ψίχουλα λύπης και
το λες αντάρτικο.
ντύνεται με τα κύματα
στολίζεται στον καθρέφτη
γεμίζει κοχύλια η ματιά
καράβι γίνεται
φτάνει στα ξένα
στα λιμάνια βγάζει τα ρούχα της
αφρίζει θηρίο λαβωμένο
η θάλασσα μέσα της.
τυλιγμένες σε αυταπάτες
περιστρέφονται μ’ ένα τηλεκοντρόλ
γύρω από σκουριασμένα απογεύματα
χαμογελούν στους καναπέδες
σκεπάζουν κάτω από λινές κουβέρτες
ληγμένες αποφάσεις.
Έδωσα όνομα ποιητικό
σ’ αυτή την Κυριακή
την είπα
ακριμάτιστη.
Δεν είχα σκοπό τ’ όνομα να αλλάξω.
Φώναζαν όμως οι λέξεις.
Κάποια πράγματα δεν…
να μην αλλάξουν γίνεται.
Από τη συλλογή «Ξεκάθαρο κρύο», εκδ. Μανδραγόρας,
2023.
να μην αλλάξουν γίνεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου