φωτίζονται νοσταλγικά
από τον ήλιο του χειμώνα
ακόμα βουτηγμένες στη βροχή
υψώνεται και αιωρείται πάνω στη θάλασσα
σχεδόν αγγίζει την ακτή
μέσα στη διαφάνεια του πρωινού αέρα
ανθίζουν με μικρές φωτιές τη νύχτα
έτσι και το χαμόγελό σου μπουμπουκιάζει
ανάμεσα στους τοίχους και την άσφαλτο
με φλέβες νοτισμένες από τη βραδινή δροσιά
μια κίνηση ανάλαφρη που ζωντανεύει τη χαρά
ένα γλυκό του κουταλιού
ένα νερό στον δίσκο της γιαγιάς
μέσα στην κάτασπρη αυλή της συνοικίας
αιώνες που ωρίμασε στην απουσία
και αναδύεται τώρα σε αρχαία ερείπια
φύλλα ζουζούνια αγριόχορτα
μια σαύρα ακίνητη στο πρόσωπο της πέτρας
σαν προσευχή η μοναχική γυναίκα
στον δρόμο που ανεβαίνει προς τα μνήματα
ανάμεσα σε ξαφνικά λιλά και κίτρινα
μετά το ατέλειωτο ταξίδι στο σκοτάδι
και η μικρούλα έρημη εκκλησιά
με το θαμπό της κόκκινο
δεν έχει μνήμη
δεν έλαμψε ποτέ πάνω από δάκρυα και χαμό
δεν φώτισε εκτελέσεις
γι’ αυτό σαν από θαύμα αστράφτει
λέει, καλημέρα σας παιδιά
αγγίζει εδώ κι εκεί τα δέντρα
πιάνει κουβέντα με το αδέσποτο σκυλί
το χάραμα δεν έχει μνήμη
έχει μονάχα ένα βαθύ γαλάζιο φως
και το απλώνει χωρίς δισταγμό πάνω στον κόσμο
σ’ ένα δωμάτιο γκρίζο
να μου διαβάζεις το βαθύ γαλάζιο
και το κόκκινο,
να μου διαβάζεις ήχους, μουσικές,
να μου διαβάζεις ποιήματα
να κελαρύζει, να μοσκοβολάει η φωνή σου
να πλημμυρίζει το δωμάτιο λέξεις μυστικές
που αχνίζουν και θαμπώνουν τα παγωμένα τζάμια
ένα χαμόγελο κρυφό
όπως πετούμενο που ξαφνικά φτερούγισε
σε ερειπωμένο σπίτι
ή ο ξενιτεμένος που επιτέλους γύρισε
στη μία και μοναδική πατρίδα του
και να μ’ αγγίζεις με το φως
με κείνο το αχνό λησμονημένο όνειρο
κι η μουσική κάθε φωνής
συνθέτουν το χρώμα κάθε στίχου
κι όλοι μαζί οι στίχοι
το ποίημα σαν ουράνιο τόξο
μετά τα δάκρυα της βροχής
ποιήματα είναι μυστικά
που κάποτε έλαμψαν στη γη
κι έγιναν φώτα μακρινά
για τη νυχτερινή πορεία της ψυχής
στήνεται πάλι το αρχαίο σκηνικό
νέα ποιήματα κυοφορεί ο πόνος
στο πολυσέλιδο τετράδιο της ζωής
εκδ.
Μανδραγόρας, 2022.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου