Ι
Α κ ο υ α ρ έ λ ε ς
αντί γι’ ακουαρέλες
γελώ τον καμβά·
ακρυλικές αισθήσεις
για ψηφίδες λαξεύω
ιριδισμούς ναυπηγώ
παροξύτονους.
τρελό θαλασσοπούλι
ψαρεύει ρότες.
Του χαρίζω ζέφυρους
απαρνιέται το νόστο.
ΙΙ
Ψ η φ ι δ ω τ ά
σουρούπωνε κι εμείς ακόμα αδέσποτοι
με χίλια ζόρια μαζευόμασταν στο σπίτι.
κοίτα, «περνά, περνά η μέλισσα με τα
μελισσόπουλα και με τα παιδόπουλα».
κυνηγητό και φτου ξελευτερία στο κρυφτό
τρεχάλες με την μπάλα και κουτρουβάλες.
ψάξε, «πού ’ν’ το, πού ’ν’ το το δαχτυλίδι;
Να το, να το! Δε θα το βρεις». Κλάψε.
στέναζε η κούνια όπως την ανεβάζαμε ψηλά
όσο να σιάξει κύκλο η τροχιά της αλυσίδας.
τα γόνατα και τους αγκώνες για παλιά σημάδια
τότε που ξεγελούσαμε τον πόνο και γελούσαμε.
δώσ’ της κλότσο να γυρίσει, η ζωή να ξαναρχίσει.
για μια σταλίτσα αποδοχή και θύμωνα
με τους αδέξιους στίχους μου· επίμονα
με σκίαζε η απόρριψη ωσεί παρούσα.
απέχει η ενθάρρυνση απ’ τη συμπόνια·
το διαπιστώνω όσο περνούν τα χρόνια
και με θυμώνει το ευ του παραλόγου.
να νιαουρίζω σωρηδόν ευχαριστίες
με φληναφήματα κι άλλες αοριστίες
μια ολοκαίνουργια εποχή κομίζοντας.
μην τα στιχάκια μου μια κάποια αξία
βρήκαν· την ξιπασιά τους συνερίζομαι
και προσπερνώ αφειδώς την απραξία.
όταν ακούν να κελαηδούν αηδόνια;
Ζάπλουτη φέρομαι, αν και πληβεία·
φοβάμαι, κόλλησα στην εφηβεία.
Μαρία Ευφροσύνη Σπαρτάλη Στίλμαν, «Ο αγγελιαφόρος της αγάπης», 1885.
Ευχαριστώ από καρδιάς για την τιμή και τη χαρά της δημοσίευσης στον φιλόξενο Ποιητικό Πυρήνα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι χαρά μας να φιλοξενούμε ποιήματά σας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα είστε πάντα δημιουργική.