Στοιχεία βιογραφίας
[1962]
μέσα στα θρύμματα της αντοχής μας και της νιότης μας
κάποτε ακούω την πηγή του μακρινού της γέλιου
παλίρροια από ξανθά μαλλιά και στίχους
οξυγόνο γι’ αυτή την ποίηση που αργοπεθαίνει
μες στα σαγόνια του 1960.
Ραγισμένο
ταμπούρλο
[1964]
υποχωρούσαν τα μεγάλα οράματα αποδεκατισμένα
στα υπόγεια καταφύγια του στίχου.
συλλαβίσαμε τη ζωή μας με χαμηλή φωνή και λίγο φως
και με το δάκτυλο να διστάζει σε κάθε συλλαβή
− χάσαμε τη ζωή μας λίγο-λίγο και χωρίς κόπο.
άνεμοι χτεσινοί αυριανά ποιήματα
όταν η ιστορία πλατάγιζε σε κάθε συνοικία
τραντάζοντας τις ρίζες τ’ ουρανού της αδικίας τα μπαλκόνια…
− ανταύγειες μόνο
κουρέλια μουσικής που τα ξεβράζει τ’ όνειρο κι η τρέλα
ανταύγειες από μια μάχη που άλλοι δώσανε
και χάσανε για σένα.
τραγούδια που στις φλέβες τους από καιρό σταμάτησε το αίμα
χρόνια που σβήσανε προτού ν’ ανάψουν όλο τους το μπόι
δρόμοι που τέλειωσαν
μπροστά σ’ ένα γραφείο με τ’ όνομα σου ή τ’ όνομα μου στην πόρτα.
μικραίνοντας
μικραίνοντας
μικραίνοντας
έτσι θα πάμε ώς την άκρη της ζωής μας;
Σημειώσεις
για μια επέτειο γενεθλίων
[1966]
η χλόη γίνεται άχυρο κι η νιότη μνήμη χλόης
τα δάση που ονειρεύεσαι καίγονται τα χαράματα
όμως θέλω να ξέρεις
δεν κλαίω δεν τραγουδάω δεν ελπίζω τίποτα
απ’ τις δικές μας φλέβες στα ξένα χρηματοκιβώτια.
φωτογραφίες
κουφάρια από παλιά τραγούδια αγιάζουνε τη σκόνη του
δρόμου τη σκόνη των χειλιών
ώρες κομμένες σύρριζα απ’ τη νιότη μας ώρες ολοζώντανες
ακόμα μοιρασμένες σ’ όλα τα φέρετρα
στο γράσο στο μελάνι και στο μέταλλο.
κοίτα σε πόσο χαμηλές ελπίδες έδυσε το μέλλον
κοίτα πού κείτονται οι άνεμοι που ανάθρεφες σελίδα τη σελίδα
χαρτιά χαρτιά χαρτιά που δεν θα γίνουνε ποτέ σημαίες
ελπίδα την ελπίδα χάσαμε τη ζωή
ελπίδα την ελπίδα βρήκαμε την καρδιά λιωμένη
αυτό που περιμέναμε δεν πρόκειται να ’ρθεί.
ελπίδα την ελπίδα βρήκαμε την καρδιά λιωμένη
πού ’ναι τα μπράτσα που ’σπρωχναν τον ήλιο ν’ ανεβαίνει
πού ’ναι η φωτιά, πού ’ναι η φωτιά η αυριανή;
− πόσες φορές πρασίνισε απάνω σου η γη;
παιδί τού πολυβόλου τού στίχου μου καταγωγή
καταγωγή της νιότης μου σκιά γονατισμένη
Πηγή: «Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, Ποιήματα (1962-2018)», Πανοπτικόν, 2020.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου