ΔΙΧΩΣ ΜΟΥΣΙΚΗ
Στα
μαραμένα φύλλα
Αιωρείται
η εποχή
Ο
κήπος είναι γεμάτος κομμένα χέρια
Κλείστε
μου την καρδιά
Κλείστε
μου τα μάτια
Έχω
απαυδήσει να συλλέγω θανάτους
Αλίμονο
Οι
παπαρούνες μονάχα
Ξαναβρίσκουν
Το
αίμα τους στη χλόη
Οι
άνθρωποι πια δε γνωρίζουν τη μουσική
Τα
δέντρα εξαφανίστηκαν
Έμεινε
μόνο ο ουρανός
ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΙΟ
Θρυμματίστηκε
ο καθρέφτης μου
Και
το χαμόγελό μου
Πίσω
απ’ τα σύννεφα
Μια
λευκή μορφή
Με
περιμένει
Μακραίνοντας
του χαμογέλιου μου τα θρύμματα
Ύστερα
έρχεται το σκοτάδι
Μια
αιχμή λαμπερή
Ένα
μεγάλο μάτι που αργοπορεί σε κάθε γραμμή
Το
κρύο και η αλήθεια
Ένας
καπνός που βγαίνει από το στήθος μου
ΦΑΝΤΑΣΜΑΓΟΡΙΑ
Η
απίθανη χαρά μας
Ταξιδεύοντας
με διαμαντένιο αμάξι
Σε
δρόμους εσπερινούς
Που
γέννησε το φως
Και
το βελούδο
Σιωπηλό
Μες
στις βιτρίνες του ύπνου
Δείχνοντας
το αίμα του
Αχτίδες
ντυμένες χορεύτριες
Ήρθαν
να πλύνουν το πένθος
Τους
μαύρους κήπους
Όπου
κοιμούνται οι πεθαμένοι
Ω
τα γαλάζια δροσερά φύλλα
Που
κυλούν πάνω στα μάτια μας
Τα
τελευταία δάχτυλα της χαραυγής
Σκιές
που στάζουν μες στην καρδιά μας
ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ
Στο
δάπεδο
Ένα
σβησμένο κερί
Του
φεγγαριού τα μέταλλα
Πάνω
στις στέγες
Νύχτα
ενδόμυχη
Σαν
κάμαρα κλειστή
Δυο
σκονισμένα γάντια κιτρινίζουν
Πίσω
απ’ τα τζάμια τ’ ουρανού
Ο
θάνατος είναι καθρέφτης
Ποιος
είπε πως δε μιλούν οι νεκροί
Μέσα
στη σιωπή φυτρώνουν
Τα
λόγια τους σαν το χορτάρι
Με
κλειστές πόρτες
Με
κλειστά παράθυρα
Έρχεται
η βροχή
ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ
στον Pierre Reverdy
Πού
πρέπει να φύγουμε
Να
μη μας βλέπει κανείς
Πού
πηγαίνουν οι ταξιδιώτες
Από
πού έρχεται η καταιγίδα
Νύχτωσε
Οι
κούκλες ξυπνούν
Βγαίνουν
απ’ τα κουτιά τους
Καλησπερίζουν
Τα
παραθυρόφυλλα φοβήθηκαν
Οι
πόρτες κρυφομιλούν
Πώς
κατόρθωσα να δρασκελίσω αυτό το κατώφλι
Ποια
φωνή με καλεί
Γύψινα
μέτωπα
Ωραία
κορίτσια
Που
γίνατε συντρίμμια
Τα
λυπημένα χέρια σας ναυάγησαν στον ουρανό
Του
ταξιδιού αχτίδες
Χείλη
που ανάβετε μέσα στην κάμαρα
Όπως
τα σπίρτα
Ερειπωμένοι
τοίχοι σημαδεμένοι με περηφάνια
Καπνοδόχες
που αναθρώσκετε μουσική
Από
τη συλλογή «Φύλλα ύπνου», (1949).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου