Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2025

Τάσος Γαλάτης, "Ανιπτόποδες και σφενδονίτες"




ΑΝΙΠΤΟΠΟΔΕΣ ΚΑΙ ΣΦΕΝΔΟΝΗΤΕΣ


Θέλω να πεθάνω για να μην πονώ·
ο μόνος στίχος από τα παλιά ρεμπέτικα
που τραγουδώ συχνά πυκνά
καμιά φορά κραυγάζοντας
και κάποτε με ουρλιαχτά στο έρμο σπιτικό μου.

Μα τότε ήτανε αλλιώς
τότε ο θάνατος ήταν ακόμη ανύπαρκτος
κι ας έτρεχε ποτάμι το αίμα στα βουνά
κι ας στέναζαν οι φυλακές κι οι εξορίες
κι ας έφτασε το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης
το μήνυμα στην εκκλησιά
πάνω που ο στεντόρειος Παπα-Στρατής
βγάζοντας τον Εσταυρωμένο
βοούσε το «σήμερον κρεμάται επί ξύλου»
πως πάει, ο πατέρας μου σκοτώθηκε
στο άγριο μακελειό της Βαμβακούς
κι η μάνα μου γκρεμίστηκε λιπόθυμη απ’ το στασίδι.

Τότε που παίρναμε την κατηφόρα για το ρέμα
ο Μπάτης, ο Κουσκούνης, κι ο Μπουμπούνας
η Νίκη του Μαλαφέκα, το αγοροκόριτσο
ο Κατραμάδος κι ο Τιγκίρης
κι άλλοι πολλοί με τη δική του σφραγίδα ο καθένας
απ’ το μεγάλο μακελειό
καί τινες μάλιστα εξ αυτών
εντός ολίγου ποδοσφαιριστές δαφνοστεφείς
ανά το Πανελλήνιον
ξυπόλητοι, με τις πατούσες μαύρες από το λιγνίτη
τραγουδώντας το ηρωικό
«είμαστε αλάνια» (δις)
στις ανθισμένες λυγαριές της ποταμιάς
ψάχνοντας ποιος θα βρει το πιο γερό τσατάλι
για να ταιριάξει τη σφεντόνα του.
Ανιπτόποδες και σφενδονήτες
στην Καλογραίζα του ’47, ’48 και ’49
με τη δική του σφραγίδα ο καθένας
απ’ το μεγάλο μακελειό
κι όλοι μας διαλεχτά παιδιά μέσα στην πιάτσα.





ET IN ARCADIA EGO


Περιεργάζομαι τις ελληνάδικες ακρογιαλιές
τους δήθεν κίονες, τα κάλπικα ρουμάνια·
το σπουδαιοφανές φλαμανδικό τοπίο
που δεσπόζει αύθαδες στην αίθουσα αναμονής
μου δίνει τέλος τη χαριστική βολή.

Ζω, είναι βέβαιο, σε μιαν ανύπαρκτη πατρίδα
εδώ σ’ αυτούς τους τοίχους, σ’ αυτές τις κίβδηλες πλαγιές
αφήνουν τη στερνή πνοή τους
οι σάτυροι και οι βοσκοί της Γορτυνίας
τ’ αγόρι που έτρεχε στις όχθες του Μυλάονα
ο έφηβος που κολυμπούσε στις πηγές του Λούσιου.

Κι εγώ ένα πάππος
ένας Σειληνός ξεδοντιασμένος
τρεκλίζοντας στις ερημιές της λεωφόρου.





Από τη συλλογή «Ανιπτόποδες και σφενδονίτες», Γαβριηλίδης 2005.
Πηγή: «Α. Ευαγγέλου - Γ. Αράγης, Δεύτερη Μεταπολεμική Ποιητική Γενιά (1950-2012) - Ανθολογία», εκδ. Gutenberg (β΄ έκδοση, συμπληρωμένη), Μάρτιος 2017.





Ο Τάσος Γαλάτης (1937-2025) γεννήθηκε στο Αργοστόλι της Κεφαλονιάς, με καταγωγή από τη Νέα Φιγαλεία της Ολυμπίας. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ποιήματά του δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά στο περιοδικό "Πανσπουδαστική" (Απρίλιος 1962). Το πρώτο του βιβλίο "Μυθολογία του δάσους" (1962), χαρακτηρίστηκε από την κριτική "σαν μια παρουσία από τις σπανιότερες μέσα στην παραγωγή των νεοτέρων" (περ. "Διάλογος", τχ. 2, Θεσσαλονίκη 1962). Για το δεύτερο βιβλίο του "Τα παροράματα" (1968), ο Οδυσσέας Ελύτης παρατήρησε: "σπάνια το ποιητικό πρόβλημα αντιμετωπίζεται με τόση σοβαρότητα". Το 2006 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το βιβλίο του "Ανιπτόποδες και Σφενδονήτες". Ποιήματά του μεταφράστηκαν στα αγγλικά από τον George Thaniel (Γιώργο Δανιήλ). Ο Τάσος Γαλάτης υπηρέτησε ως φιλόλογος σε διάφορα σχολεία του εσωτερικού και του εξωτερικού.
 
Πηγή για την εικόνα και το βιογραφικό: Βιβλιοnet.
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου