αν κι από λίμνες άλλοτε
μοιάζουνε τώρα επίφοβες
και όλο ομίχλη θάλασσες.
τι δράκοντες, τι δόκανα έχουν στήσει
για την τρελή μου διάθεση
τόσες φορές ναυαγισμένη μέσα τους
κι εν τούτοις πάντοτ’ έτοιμη
για μια καινούργια περιδιάβαση
στα σκοτεινά νερά τους.
Στον Γιώργο Σαββίδη
γαλάζια πίσσα και χρυσή,
όπως αλείβουμε ένα σώμα αγαπημένο
με λάδι στην ακρογιαλιά.
Συλλογιζόμουν: αύριο
θα μ’ έχει κάνει είδωλο
για ν’ αλωνίζω πια στην παραλία
κάτω από τον ήλιο, το πρωί.
Ώσπου με κάλυψε έτσι ολόγυμνο
από το πρόσωπό μου απάνω
ίσαμε τα νύχια των ποδιών.
έστρεψε το κρανίο του τάχα μου τυχαία
χαμήλωσε, με κάρφωσε
έτσι όπως έκλεινα τα μάτια, ανύποπτος
και μ’ ένα σπίρτο αστραπιαία
μου ’βαλε πυρκαγιά.
Δεν είν’ αψίδες φωτεινές,
στημένες καρμανιόλες είναι
που υποδύονται αναμμένες τις αψίδες
για να περάσεις κάτω από τα τόξα τους
τάχα μου νικητής.
Πού νικητής και πώς;
Θα σ’ α - πο - κε - φα - λί - σουν.
στη σχετική ασφάλεια της σκιάς.
Ένα κερί που θα σου φέρω
όσο μπορώ πιο γρήγορα
θα ’ν’ αρκετό, ώσπου να ξημερώσει.
Γιατί θα ξημερώσει, μην τ’ αμφισβητείς.
Κάποια μέρα ξημερώνει τέλος πάντων.
Για όλους μας. Ξημερώνει.
τους χαμερπείς και ξέφυγε
για μια στιγμή, για λίγα δευτερόλεπτα
απ’ άρχοντες αστάθμητους κι αόρατους
αλλά και σταθμητούς
π’ άρον άρον θα σε σέρνουν
σαν την Άννα Μπόλεϊν στο δήμιο.
«Δικαστές, για μένα δικαιοκρίτες, δικαστές».
όπως εσύ,
όλοι τις έχουν κάνει τις λαδιές τους
όπως και η Άννα φυσικά.
Αλλά
τα χρόνια που ’ρχονται τουλάχιστον Μετά
να σε δικάσουν έντιμα
κι έστω, να σε καταδικάσουνε Σωστά.
Σημείωση:
Giudici, ad Anna Giudici: Δικαστές, για την Άννα, δικαστές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου