ΓΙΑΤΙ ΜΠΗΚΑ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ
Μπήκα
στη θάλασσα γιατί
την
πλατωσιά μου χρώσταγε η ζωή,
ας
πούμε πως την πήρα.
Φοβήθηκα
του ωκεανού τη μοναξιά
κι
έπλαθε ο νους συνταξιδιώτες.
Τους
είδα όμως να διαλύονται
όπως
διαλύει τη σκόνη την πυκνή
μια
ηλιαχτίδα,
τους
είδα να διαλύονται
από
τον ήχο της μπουρούς
και
ηχήθηκα σε συριγμούς
απόλυτης
ερημιάς.
Παράξενη
που είναι η ζωή,
ναυλώνεις
τα όνειρα για να κάνεις
το
γύρο ενός καραβιού.
ΕΠΑΙΤΗΣ ΛΕΞΕΩΝ
Στα
συναισθήματα περιπλέκονται
οι
αισθήσεις,
και
οι σκέψεις καταφεύγουν
στην
επαιτεία των λέξεων.
Στις
δύσκολες μέρες αρχίζει
το
παραμιλητό
και
στα κύματα ο μονόλογος
φαντάζεται
την εικόνα της.
Στα
λιμάνια του κόσμου
οι
προσδιορισμένες ανάγκες
καρφωμένες
στην ομοιότητα
επαναλαμβάνονται,
κι εγώ,
κουρδισμένο
κατασκεύασμα
φτιάχνω την υπόθεση της ζωής μου
αγνοώντας
το αποτέλεσμα.
Ανακοινώσεις
των επιθυμιών
και
στην αντίπραξη
συνωστισμένα
τα μυστικά
κλαίνε
με χαμόγελο,
ο
χρόνος τρώει στα σωθικά τον πόνο
περιορίζοντας
το πάθος.
Παράξενο
πρωινό με τον ήλιο να κρύβεται
στο
σχήμα ενός περίεργου νέφους.
Γκρίζο
χρώμα παντού, ένα γκρίζο
με
τη σαφήνεια της απουσίας της.
Τα
πάθη ανομολόγητα
στην
ακολουθία του χειμώνα,
ο
ψίθυρος της ανάσας
φέρνει
τη νοσταλγία στα χείλη
κι
ο ήχος των ονείρων
ακατέργαστες
λέξεις στην αλμύρα.
ΣΑΡΚΑΣΜΟΣ
Η
σκέψη περιφέρεται σκοπίμως
προσφέροντας
με ζηλευτό τρόπο
την
ύψιστη μορφή εξάσκησης της υπομονής.
Στην
εναλλαγή των λέξεων ο θυμός,
σύνθεμα
διασκεδαστικό, αναδύει
τη
χαριτωμένη πλευρά της ανυπαρξίας μου.
Ολίγιστου
φιλολογικού ενδιαφέροντος οι στίχοι
τείνουν
προς την επιστήμη των ψυχών
και
αφήνουν το άναυδο να περιφέρεται
στη
ρουτίνα των θλιβερών ημερών.
Χωρίς
εναλλαγές η μονοτονία εξαπλώνεται
και
το απόλυτο της τρέλας μηχανεύεται το αύριο.
Η
άποψη για τη ζωή εκδηλώνεται ποικίλως,
άλλοτε
πασπαλισμένη με ανυπέρβλητη νοημοσύνη,
κι
άλλοτε πλουμισμένη με την ανυπαρξία
της
ψευδούς εποχής, αναδεικνύοντας την τρέλα
ως
το μέγιστο προτέρημα των καιρών.
Το
χαμόγελο διαγράφεται στην κυριολεξία
και
το ανέκφραστο προλογίζει τα επερχόμενα.
Στο
περιθώριο της προσμονής η πένα γράφει
κωδικοποιημένα
απομεινάρια του μυαλού
και
απλανές το δόλιο βλέμμα
στο
περιεχόμενο του καινού βρίσκει τη σωτηρία.
Η ΚΑΠΕΤΑΝΙΣΣΑ
Η
καρδιά της μια μικρή πληγή
πάνω
στο σώμα
με
το αντιφέγγισμα της θάλασσας
ακατοίκητο
σαν κουρσεμένη μνήμη,
τα
μάτια της ντυμένα προσμονή
με
γκρίζους ουρανούς ανάμεσα.
Τα
χέρια της ντυμένα την τελευταία
αφή
του αποχαιρετισμού.
Ο
έρωτας που πεθαίνει σαν είδωλο
σε
σκοτεινό καθρέφτη.
Το
πρόσωπο της γεμάτο ρωγμές
κι
η υπομονή να κυλά τρυφερά
το
τελευταίο της χαμόγελο.
Πελάγη,
θάλασσες κι ωκεανοί
που
υπάρχετε χάρτινες κηλίδες
πάνω
στ’ ακατοίκητο σώμα της.
Τα
ποιήματα του Χρήστου Γ. Μιχαλιού δημοσιεύονται για πρώτη φορά.
Στην εικόνα : «Καράβι σε τρικυμία», πίνακας της Ελένης Μουσαμά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου