Γένεσις
Κι
όπως κοιτούσα απέναντι μου
είδα
ένα διάφανο πρόσωπο να μου χαμογελάει
κι
εγώ έβλεπα μέσα του και πίσω απ’
αυτό
την
άμμο και τη σκόνη της δημιουργίας.
Σε
μια βαλίτσα κουβαλώ
τη
μισή αλήθεια
που
είναι χειρότερη
κι
από ένα γυάλινο ψέμα.
Την
άλλη μισή την ψάχνω
στην
ίριδα του ματιού σου
που
αποτυπώνεται το άπειρο να πλανάται.
Με
αυτό το σπλαχνικό φως που με διαπερνά
ξημερώνει
η έβδομη μέρα.
Απουσίας
εξωραϊσμός
Λάγνες
σκέψεις και τολμηρές βεβαιότητες
φαντασιώνεσαι
τις αποδημητικές νύχτες.
Η
ιστορία περιφέρεται στα καλντερίμια
της αισχύνης
με
τ’
ακρωτηριασμένο της χαμόγελο.
Στο
ρηχό ύπνο ακροβατείς,
ενώ στα βλέφαρα σου πυγολαμπίδες
ξενυχτούν.
Κι
εσύ εξωραΐζεις την απουσία.
Τα
ωραία λόγια πρέπει να λέγονται σε άσχημες
περιστάσεις.
Σε
σένα απευθύνομαι, που γελάς.
Η
αίσθηση του χιούμορ δεν σ’
εγκαταλείπει ποτέ.
Τι
υπέροχος ο άνθρωπος!
Αλήθεια, τι είναι η ποίηση;
Εξορκισμός
των λέξεων, των σκέψεων, των εννοιών.
Ακόμη
το αναζητώ.
Αν
νομίζεις ότι εξιλεώνεσαι γράφοντας
πέντε αράδες
πλανάσαι
πλάνην οικτράν.
Άκου
τη φωνή μου στους γαλαξίες.
Το
σύμπαν με ηχογραφεί.
Περίπατος κατά μήκος τ’
ουρανού
Ο
αέρας φυσάει μανιασμένος
μέσα
στο δωμάτιο
βλέμματα
στροβιλίζονται
κι
εκσφενδονίζονται στους χάρτινους
τοίχους.
Οι
λέξεις πλαγιάζουν σε άσπρα σεντόνια
κι
από το μαξιλάρι ξυπνούν οι εφιάλτες
και
λάβα πλημμυρίζουν τα μάτια.
Η
άνοιξη θ’ αργήσει μια
εποχή
μα
θα σου χαμογελάσει ένα πρωί, σαν μικρό
παιδί.
Οι
πασχαλιές θ’ ανθίσουν στην ώρα τους
όταν
ακούσουν το κάλεσμα της καρδιάς σου
και
τα άδεια παπούτσια θα σε οδηγήσουν
σε
μονοπάτια με ελιές και μηλιές σπαρμένες
κατά μήκος τ’ ουρανού
ενώ
εσύ θα φυτεύεις ήλιους
στην
ψυχή τ’ απομεσήμερο.
Από
τη συλλογή «Μεσημβρινοί», (.poema..) εκδόσεις,
2014