Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2025

Αμαλία Ραπτοπούλου, "Το Γαλάζιο Δωμάτιο"





Πέτρα γένους θηλυκού


Κρατάς μια πέτρα θηλυκή στο χέρι σου.

Πώς ξέρεις το γένος της;

Μα από τη λεία της υφή!

Από το πώς προσαρμόζεται αθόρυβα

στις σχισμές και στις καμπύλες της χούφτας σου,

Τις αδιόρατες μυτερές προεξοχές

που σε γρατζουνούν απαλά

αν τύχει να σφίξεις παραπάνω τη γροθιά σου.

Κάνεις να τη ρίξεις καταπάνω μου

Μετά κοντοστέκεσαι

Αλλάζεις γνώμη

Παίρνεις ένα πινέλο με κόκκινη μπογιά

Και γράφεις πάνω της αργά

Τ’ όνομά μου.





Εκτέλεση


Από τη μια μεριά ο ταύρος
Από την άλλη ο αετός
Στο ανάμεσό τους
Εσύ
Στη μέση του ανάμεσα
Εγώ

Είμαι
η χαμένη σου πατρίδα
Το φως και η νύχτα σου
Το σπίτι που άφησες πίσω σου, το ξέστρωτο κρεββάτι.

Είμαι
Το ξέφωτο μέσα στην καταιγίδα
Το λουλούδι στην άκρη του δρόμου
Το χαμόγελο στα χείλη του νεκρού

Είμαι η πνοή που φουσκώνει το στήθος σου
Ο αέρας που ανασαίνεις
η γουλιά που υγραίνει το λαρύγγι σου
Είμαι η σκιά της ψυχής σου, ο δισταγμός και ο φόβος σου,
η δύσκολή σου απόφαση,
η αρχή και το τέλος του δρόμου σου.
Είμαι η επιστροφή σου κι η άμεση αναχώρηση

Σ’ ένα πεδίο γυμνό
Με στήνεις και με ξεστήνεις στην ίδια πάντα θέση

Κι εγώ κάθε φορά αρνούμαι ευγενικά
Το μαντίλι στα μάτια μου.





Γαλλικό άσμα


Ίσως εσύ, ίσως εγώ,

Ν’ ακούγαμε τον ίδιο ήχο

Εκείνο το βράδυ που το πρωί

δεν θα ’φερνε αυτά που ποθούσαμε

Ίσως εσύ, ίσως εγώ,

Να κλείσαμε τα μάτια όταν περνούσε από μπροστά μας

τραγουδώντας η ζωή

Ίσως εσύ, ίσως εγώ,

Ν’ αγαπηθήκαμε σε μια εποχή τόσο παλιά

Που ξεχαστήκαμε πια, χώρια.





Πεδιάδα


Εδώ στην πεδιάδα αργοπεθαίνω

Εγώ, ο λάτρης των υψηλών βουνοκορφών
και των απύθμενων θαλάσσιων βαράθρων

Κυλιέμαι μέσα στα σχοινιά π’ ολούθε με ζώνουνε

Στο χόρτο και στη λάσπη που υπομονετικά με περιμένει

Σ’ αυτήν την αποχαυνωτικά επίπεδη επιφάνεια

Χωρίς κίνδυνο, χωρίς ένταση, χωρίς ελπίδα

Εδώ στην πεδιάδα αργοπεθαίνω

Ίσως πάλι εσείς αυτό να τ’ ονομάζετε ευτυχία

Και μέσα στο στενό κεφάλι σας

Να με καλοτυχίζετε συχνά μεγαλοφώνως.





Άνοιξη εν Αθήναις


Ο Απρίλης παίζει τουμπερλέκι στην άκρη του δρόμου
Γεμίζει τα στενά με φωτάκια πορνείων
τους δρόμους με πλανόδιους πωλητές
τα μάτια μου με σκόνη.

Όμως Εσύ είσαι εδώ για Εμένα

Με στέφεις Κόρη μέσα στο ολόφωτο μαρμάρινο παρελθόν
του ιερού λόφου, και με λατρεύεις μυστικά

Κι εγώ κοιτώ κατάματα
εκείνη την πανσέληνο, πριν χρόνια

Και υποτάσσομαι
στην ανοιξιάτικη νομοτέλεια των πραγμάτων.





Από τη συλλογή «Το Γαλάζιο Δωμάτιο», εκδόσεις ΧαρΙώ, 2025.
 
 

Η Αμαλία Ραπτοπούλου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη.
     Απόφοιτος του Πειραματικού Σχολείου, ολοκλήρωσε τις σπουδές της στην Ιατρική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια έλαβε τον τίτλο Ιατρικής ειδικότητας Ρευματολογίας καθώς και τον τίτλο Διδάκτορα της Ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης στο Ηράκλειο Κρήτης.
    Από μικρή ηλικία είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την λογοτεχνία και την ποίηση, όμως η ενασχόλησή της με τον γραπτό λόγο προέκυψε μέσα στην τελευταία πενταετία. Έχοντας περάσει ένα σημαντικό μέρος της ζωής της ασκώντας το δύσκολο λειτούργημα της ιατρικής, η ποίηση της προσφέρει μια διέξοδο προς έναν κόσμο ονείρου και φαντασίας, όπου υπάρχει τόπος και χρόνος για να έρχονται στην επιφάνεια ανεκπλήρωτες επιθυμίες, παιδικά κι εφηβικά οράματα και, χαμένα στο βάθος του χρόνου, όνειρα ζωής.
    Ποιήματά της πρωτοδημοσιεύτηκαν στον διαδικτυακό τόπο «Ποιητικός Πυρήνας», έχουν συμπεριληφθεί στους συλλογικούς τόμους «Ο χρόνος που περνά και χάνεται» και «Ταξίδι» από τις εκδόσεις «Παρέμβαση», στον 20o και 22ο τόμο του λογοτεχνικού περιοδικού «Νόημα» από τις εκδόσεις “GRDiscoverybooks” και «Γράφημα» και στον συλλογικό τόμο «Σταγόνες Άνοιξης» με επιμέλεια itravelpoetry. Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή «Κάτοικος Βυθού» από τις εκδόσεις «Κάτοικος Βυθού» από τις εκδόσεις «Παρέμβαση».
     «Το Γαλάζιο Δωμάτιο» είναι η δεύτερη ποιητική συλλογή της που εκδίδεται από τις εκδόσεις «ΧαρΙώ».
 

Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2025

Ευγενία Βάγια, "Η Ρήξη"





Η ΔΙΑΒΑΣΗ


Όσο πιο κοντά στη γλώσσα το όνειρο
τόσο κομπιάζει το συντακτικό του.
Όποιος δεν είναι αυθόρμητος θα ξέρει
την ατελέσφορη αναμάσηση,
να μην αποφασίζει το πόδι ποια πέτρα θα πατήσει
για να διασχίσει το ποτάμι.
Τι το καινούργιο ψέλλιζε το όνειρο λοιπόν
από την άφθαστη όχθη;
Με τα μάτια
κολυμπούσα ανάμεσα σε αποκόμματα
και με το νου μου
έβαζα τη στεναχώρια του ανθρώπου που χωρίζεται
από το υλικό του, από αυτό που ονομάζουμε
πληρότητα,
σαν να χωρίζεται απ' το γάλα του ο γαλαξίας
κι αφήνει μόνο πέτρες
μες στα στενά της ύπαρξης.





Η ΡΗΞΗ


Ο ποιητής δεν είναι από καλλιέπεια
Ούτε καμιά ρομαντική ψυχή και λοιπά καθησυχαστικά προσωπεία
Είναι η ρήξη, η ανεξήγητη
σπάνια βλάβη, το ελάττωμα του μηχανισμού
που αποκρύπτει η διεύθυνση

Σκίζει τη συσκευασία
μέσα από τη συσκευασία.





ΗΘΕΛΑ ΤΗΝ ΗΣΥΧΙΑ ΜΟΥ


Ήθελα την ησυχία μου
ένα χαρτί να γράψω
να μη μου μιλάνε, να μη χρειάζεται
να μιλήσω για να πείσω
να τους δείξω το χαρτί
αν ήθελαν

Τόσο πολύ να ασχοληθούν μαζί μου
εντάξει
ας πάλευαν με τους αριθμούς
ας έλυσαν
την εξίσωση
ας καταλάβαιναν το ποίημα.





ΔΕΝΔΡΙΤΕΣ ΧΙΙ, ΤΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΑΓΓΙΓΜΑΤΩΝ


Στα μουσεία προσερχόμαστε ακρωτηριασμένοι σαν τα αγάλματα. Είναι ο πολιτισμός που μας κόβει τα χέρια.

Από τα αντικείμενα που θαυμάζω, ποτέ κανένα δεν με διάλεξε για ιδιοκτήτη του. Ίσως με σνομπάρουν επειδή δεν διαθέτω χρήματα για την απόκτησή τους, και ούτε που μου πέρασε κάτι τέτοιο από το μυαλό σαν όνειρο, όταν, ας πούμε, κερδίσω το λαχείο. Εγώ με τη σειρά μου τα σνομπάρω επειδή τα έχουν πιάσει τα βρόμικα χέρια των εμπόρων και επειδή καταμαρτυρούν τον κακόγουστο και άπληστο πλούτο της εποχής. Όπου και αν εκτίθενται, σε βιτρίνα, σαλόνι ή μουσείο, παραμένουν ιερή ξένη ιδιοκτησία, απαγορεύεται να τα αγγίξεις. Με πικάρει η περίπτωσή τους. Αφού δεν είναι δημόσια, δεν είναι καν αγαθά, είναι ταξικά αγκάθια στη φτωχή μου καρδιά.

Είμαι πάντα με το μέρος του κλέφτη, λατρεύω τα μακριά του χέρια. Αυτός τουλάχιστον βιώνει μια καθαρή επιθυμία και την πραγματοποιεί, δεν μένει με το μαράζι ούτε και καταλήγει καντηλανάφτης στα ξένα καζάντια.

Δεν βρίσκω πια διαφορά οθόνης και βιτρίνας ή οθόνης και παραθύρου. Η θέα της θάλασσας από το κλειστό παράθυρο ενός αυτοκινήτου πιάνεται ως φυσική επαφή, ενώ η ίδια θάλασσα ιδωμένη μέσα από μια οθόνη όχι;

Δεν έχει σημασία η απόσταση όσο το τι μεσολαβεί. Μας χωρίζουν οι παρεμβάσεις των άλλων, τα πολιτισμικά παράγωγα που διατάσσονται κατά μήκος του χώρου και του χρόνου.

Η δυνατότητα πρόσβασης σε όλα τα έργα τέχνης μέσα από την οθόνη, κάνει το διαδίκτυο τον μεγαλύτερο εχθρό όσων βλέπουν ομορφιά μόνο στην κατοχή και την αποκλειστικότητα. Ή όσων πλουτίζουν σκηνοθετώντας ιερά και άβατα.

Αυτό που βλέπω μόνο εγώ. Ο καθρέφτης είναι το μόνο αντικείμενο που χάνει την αξία του χωρίς τον ιδιοκτήτη του.

Η εποχή που θα με ξεπεράσει, που δεν θα μπορώ καν να λειτουργήσω και να επιβιώσω χρησιμοποιώντας τα μέσα της, έχει έρθει. Συλλέκτες, πουλήστε όσο έμεινε καιρός. Ονειρεύομαι μια γιορτή των τελευταίων αγγιγμάτων.





Η ΤΕΧΝΗ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΙΩΝ ΧΑΡΑΚΤΙΚΩΝ


Άνθισα και μαράθηκα εμμονικά
κι απελπισμένα
Τι τέλεια ενορχηστρωμένη αστοχία
τι μάταιο λουλούδι
καταβροχθίσατε
εσείς που ξέρετε πώς να κρατάτε
καλά τη θέση σας
να μη δείχνετε κλαρί από το δέντρο σας
στις αστραπές της νύχτας
Με βρίσκει απροετοίμαστη αυτό το σκοτάδι
Τριήμερο σαν
παρατεταμένη έκλειψη
Όμως και πάλι, μόλις λαλήσουν οι γλώσσες της φωτιάς
γίνεστε άφαντοι
η σκόνη που κάθεται πάνω στα πράγματα.





Από τη συλλογή «η ρήξη [δενδρίτες και άλλα ποιήματα]», εκδόσεις Περισπωμένη 2023.


Η Ευγενία Βάγια γεννήθηκε στον Βόλο το 1963. Έχει σπουδάσει βιολογία και θέατρο και εργάστηκε ως κειμενογράφος και δημιουργική διευθύντρια στη διαφήμιση. Έχει εκδώσει τις συλλογές Lailapse (Ενδυμίων, 2013) και Μικρή Χιροσίμα (Μελάνι, 2019). η Ρήξη είναι η τρίτη ποιητική της συλλογή (Περισπωμένη, 2023).

Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2025

Ιωάννης Σεβαστιανός Ρώσσης, "Μοναχικόν"




ΜΟΝΑΧΙΚΟΝ


Ξένοι κάτω απ’ τον ίδιον ουρανό,
κάτω απ’ τον ίδιο ήλιο.
Ίσως να μην το νιώθεις, μα σε ξέρω.
Ίσως να μην το νιώθω, μα με ξέρεις.

Δεν υπήρξα ποτέ μου κυνηγός.
Πάντα μου άρεσε να περιμένω
πότε το θαύμα πότε την όμορφη πριγκίπισσα.
Σωστά!
              Το θαύμα δεν ήρθε
μήτε η όμορφη πριγκίπισσα. Κανείς
δεν προχωρεί προσμένοντας. Το ξέρω.
Πες
πως απέτυχα. Με νιώθεις, φαντάζομαι.
Πράγματα γνωστά, δικά μας, όλα τούτα.
Δεν ξαφνιάζουν.
                                               Κι ωστόσο
μη θαρρείς πως κάθομαι
μπροστά σ’ έναν καθρέφτη μιλώντας
                 με τον εαυτό μου.
                                                Αν γράφω
γράφω για μας,
γι’ αυτά που πνίγεις στο τσιγάρο σου     κι εγώ
πάνω σε τούτο το λευκό
                                   το δύσκολο χαρτί.

Προσεύχομαι
να ’ναι σφοδρός για τους νέους ο Έρωτας    και σπλαχνικός
ο Χρόνος για τα δέντρα που γερνούν.
                                                             Γράφω για μας,
για κάποια μακρινά λιγόζωα ταξίδια,
ευσύνοπτα σαν αστραπή,
σ’ εκείνα τα κατάφυτα νησάκια της Ελπίδας
− παιδιά της προσευχής παρά του κόσμου.

Γράφω
και θυμάμαι τον κλόουν,
τους νάνους που παράσταιναν παιδιά,
τότε
σ’ ένα γυάλινο τσίρκο. Και στους πάγκους
κούκλες κουρντισμένες να γελούν.
                                                          Δεν ήμουν
εγώ ο κλόουν;   Κι εσύ
ένας ωραίος ακροβάτης επάνω στο σκοινί;
 
Μόνο που αποστρέφομαι την αγορά,
κοιτάζω κατάματα τη φλόγα.
Δεν είναι έπαρση αλλά
ο δρόμος που παίρνει κάποτες ο άνθρωπος
− όχι το παραδείσιο πουλί ούτε τ’ αφρόψαρο
μήτε οι δράκοι του Κομόντο
(τέρατα της ομορφιάς ή της ασκήμιας) αλλά εμείς
οι νοσταλγοί της ανθρωπιάς.
                                                Να
γιατί φαντάζεσαι πως κρύβομαι
κι ακατανόητη θαρρείς τη γλώσσα που μιλώ.

Είμαι η φωνή σου
− όχι μια πόρνη ανάμεσα σε πόρνες,
μα το χαμένο διαμάντι που γυρεύεις
και δεν τ’ ομολογείς μήτε τις ώρες που
το σύννεφο της σκόνης κατακάθεται.

Αν τολμήσεις να ’σαι μόνος
(γοερά μόνος)
τότε
θ’ αναγνωρίσεις στη φωνή μου
το θάρρος που ανακτήθηκε, της κούρασης
τη θεία κατοχή.
                          Μην ακολουθείς.
Παραδέξου το φόβο σου
και οι ρίζες δυνατές θα δέσουνε στο χώμα.
Μαζί θα σαλπάρουμε για τη Μαύρη Θάλασσα
− αυτή που λεύτερη λογιέται, όχι νεκρή.

Είναι θησαυρός η μοναξιά.

Πρέπει να γδυθείς,
να πετάξεις τα ρούχα
τούτα τα ευάγωγα πειθήνια φτερά
τόσο πρόθυμα στην κολακεία του αγέρα.

Πληθαίνουν οι ερωτήσεις.
Κι η αλήθεια τόσο κοντά, τόσο μακριά
σαν το φεγγάρι που συναντάς το πρωί
πρόσωπο σκαμμένο
                                 φάτσα στο δικό σου.
Όμως εκεί
στην πιο ανήλεη ερημιά
στρώνει να δειπνήσεις η Αγάπη.


                      Ιωάννης Σεβαστιανός Ρώσσης
                                                         8.9.2013






Πρώτη δημοσίευση

Στην εικόνα: Pablo Picasso, «La Mort d'Arlequin», 1906 
(gouache and pencil on board, 68.5 x 96 cm, private collection).
Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons.




Ο Ιωάννης Σεβαστιανός Ρώσσης γεννήθηκε στον Πειραιά το 1954. Σπούδασε στην Πάντειο Πολιτικές Επιστήμες. Εργάστηκε ως διοικητικός υπάλληλος σε ασφαλιστική εταιρία ώς την συνταξιοδότησή του. Έχει εκδώσει επτά ποιητικές συλλογές. Τελευταία του ποιητική συλλογή Η χώρα που δεν τιμωρεί (εκδόσεις "κουκούτσι" 2019). Ποιήματά του έχουν δημοσιευθεί σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά μεταξύ των οποίων, ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, ΤΟ ΚΟΙΝΟΝ, ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ, ΠΟΙΗΣΗ, ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ καθώς και στην εφημερίδα ΑΥΓΗ. Ποίημά του θα συμπεριληφθεί στο ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΒΑΛΚΑΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ που ετοιμάζουν οι εκδόσεις Μαΐστρος ενώ στο ηλεκτρονικό περιοδικό "Πολύμνια, ARS POETICA" θα αναρτηθούν ποιήματά του μεταφρασμένα και στα ισπανικά.


Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2025

Θανάσης Κουτλής, "Άχρονα"





ΜΝΗΜΕΣ


Φτάνει ως τ’ αυτιά μας μια βραδιά
Μουσική απόμακρη σβυσμένη
Στην καρδιά ξυπνάει τα παληά
Τρέμει η σιωπή μας σαστισμένη

Κι απ’ τον λογισμό μας τον βαρύ περνούν
Σαν σκιές στον τοίχο φοβισμένες
Μνήμες που την πίκρα τους γυρνούν
Στης ψυχής μας τις γωνιές τις λυπημένες

Και τ’ αστέρια παύουν να γελούν
Ζωγραφίζουν μόνο τον καημό μας
Γύρω τα βουβά κλαριά θρηνούν
σαν ακούν πνιχτό τον στεναγμό μας

Κλαίει η σελήνη μόνη και χρυσά
Βάφει τα καυτά τα δάκρυά μας
Κι έν’ αγέρι αρχίζει να φυσά
Και μακρυά τη σέρνει τη χαρά μας

                                                        1972





ALLE SPIE


Σκάψτε βαθιά πολύ βαθιά
Στα έγκατά μου να τρυπώσετε· εκεί
Αθάνατ’ η ψυχή μου πεταλούδα
Μέσα σε φως ουράνιο κατοικεί





ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΛΙΓΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΜΕΡΑΣ

                              μνήμη Στέργιου Δημούλη


Μέσα στο λίγο φως της μέρας
Τρίζουν τα ξάρτια της φωνής μου

Σκορπάει στάχτες ο αέρας
Απ’ τη φωτιά της προσμονής μου

Μόνος απόμεινα στην όχθη
Και η τρικυμία μες στη μνήμη

Μοιάζω με άγγελο που εδιώχθη
Και τον σιμώνει μαύρη φήμη

Μακρυά θολώνει το φεγγάρι
Ίσκιοι κυκλώνουν την ψυχή μου

Αποστερήθηκα τη χάρη
Δεν έχει φως η προσευχή μου





Σ.Κ.


Σκυμμένος
στα
μαβιά
νερά
του δειλινού
ράβει
της μνήμης
τα
σχισμένα
δίχτυα





ΚΑΙ ΞΑΦΝΙΚΑ ΠΕΥΚΟΥ ΔΡΟΣΙΑ


Και ξαφνικά πεύκου δροσιά στην κάμαρη
Άρωμα πεύκου μες στη θλίψη μου
Από ’να καλοκαίρι ανέμελο
Από ’να πεθαμένο ποίημα





Από τη συλλογή «Άχρονα», Λαμία 2025.




Ο Θανάσης Κουτλής γεννήθηκε το 1954 στη Λαμία. Σπούδασε νομικά στη Νεάπολη της Ιταλίας. Έχουν δημοσιευθεί οι συλλογές του Το πρώτο σκαλί (1972), Νυκτερεία (Οιωνός, α΄ έκδ. 1988, β΄ έκδ. 2006), Με δυο σταγόνες ήλιο (Αστρολάβος/Ευθύνη, 1995), Του φθινοπώρου και της λησμονιάς (Οιωνός, 2006) και Άχρονα (εκτός εμπορίου, Λαμία, 2025). Ποιήματα και μεταφράσεις του δημοσιεύτηκαν στα λογοτεχνικά περιοδικά: "Γράμματα και Τέχνες", "Πόρφυρας", "Πάροδος", "Νέα Πορεία", "Το Δέντρο", "Ανακύκληση", "Εμβόλιμον", "Γραφή", "Φθιωτικά Χρονικά", "Ελίτροχος", "Παρέμβαση", "καρυοθραύστις", "Κουκούτσι", "Ακτή", "Εντευκτήριο", "Οδός Πανός" και "Ευθύνη", της οποίας υπήρξε τακτικός συνεργάτης για δεκαοκτώ χρόνια. Έχει μεταφράσει ποίηση των: Quasimodo, Pasolini, Luzi, Turoldo, Pavese, Rebora, Saba, Montale, Pascoli, Raboni, Porta, Sereni, Cardarelli, καθώς επίσης και πεζά των: Pavese, Turoldo, Montale, Svevo, Ginsburg, Ballo, Landolfi, Leopardi, Cecchi, Magris, Sant'- Agostino, Musatti, Tozzi, Settembrini κ.ά. Ποιήματά του έχουν συμπεριληφθεί σε ανθολογίες. Ζει στη Λαμία.
 

Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2025

Χριστίνα Καραντώνη, "Αποκλιμάκωση"



*    *    *


ΞΥΛΟΦΩΝΟΣ


Ο ήχος ξύλινος το μέταλλο
επικαλύπτει τής φωνής
Αργείς και δεν πρέπει

Όσες και να επιχειρούνται επι-
στρώσεις μουσικά να παρεμ-
βάλλονται χαλιά χάχανα ν’ αναρ-
ριχώνται στην αυλή θλιβερά την
αίθουσα διαπερνά αναμονής
μονόχειρα επαίτου ακορντ-
                                                  εόν

Εξοφλούνται οι ματαιώσεις
μ’ ένα αερόφωνο τικ τοκ;


Από την ενότητα «Ιχνηλασία»






ΑΝΕΛΙΞΗ


Έτη το φως μακράν ανέλιξη προμήνυε υπό
εξαφάνιση ‒υποτελείας ένεκα στη χλιδή‒
ειδών κάποιας πολυτελείας
Προοπτική δηλαδή διέβλεπε υπερ-
ίσχυσης πολυτίμων τινών έναντι των
χύδην ευτελών ‒ σωτηρία

Τούτο χωρίς ταγών μεσσιών
μάγων παρέμβαση ή αρωγή
υπό την προϋπόθεση ότι επι-
θυμούν διακαώς και αδιαλείπτως
μοχθούν του πνιγηρού χυλού να

αρθούν υπεράνω


Από την ενότητα «Κλιμάκωση»






ΑΠΟΚΛΙΜΑΚΩΣΗ
XΙΙΙ


Ποτέ δεν τους φόβισαν
παρελθούσες παρούσες
βαθείες πληγές, απλές εκδορές ή
το απρόβλεπτον παράπλευρων φθορών
ότι αμφίρροπος ο αγών, η πάλη

Από σφυρήλατο σίδηρο ας
οι αντοχές τους –το γνώριζαν καλά‒
και όχι απ’ ατσάλι


Από την ενότητα «Αποκλιμάκωση»






ΟΥ-ΤΟΠΙΑ


Σινικής μελάνης ύψωσε τείχος
έως καλύψεως τελικής ‒διαγραφής άλλως‒
συστημάτων ανυψώσεως
‒απλών κλιμάκων αν-
ελκυστήρων και λοιπών από μηχανής
καταξιώσεως θεών με το ζόρι‒

Αδιάφορον εάν κρίσις ή προτροπή
πεδίον πάντως διανοίγεται
όχι δόξης, φωτός ‒ από χέρι

Παίξε και γέλασε
Ότι παιδίον ο χρόνος και

ουδείς πλέον πεσσός


Από την ενότητα «Προοπτική»





Σε κλίμακα 1/1 θα έπρεπε να χαρτογραφούνται οι κραδασμοί, όταν ανέρχονται κατέρχονται ή για μιαν ανάσα στέκονται φωνή τε και βλέμμα. Υπόκεινται όμως στων αρθρώσεων τη φθορά διό μεγεθύνονται ή σμικραίνουν, άλλοτε αλλοιώνονται κατά τη μεταφορά, συμπαρασύρουν άρα πρέπει και θα, κι εκτίθενται όπως μπορούν. Ανά ζεύγη πάντως, ενενήκοντα και μία φορές.
Από την έκδοση





Από τη συλλογή «Αποκλιμάκωση», εκδόσεις Κουκκίδα, 2025.






Η Χριστίνα Καραντώνη γεννήθηκε στην Αμαλιάδα το 1959. Σπούδασε Φιλολογία και Φιλοσοφία στην Αθήνα και το Παρίσι. Ζει στην Πάτρα, όπου εργάστηκε ως φιλόλογος.
Επιμελήθηκε εικαστικά (περί τα 60 εξώφυλλα κοσμούνται με ζωγραφιές είτε φωτογραφίες της), αλλά και φιλολογικά, λογοτεχνικά βιβλία και περιοδικά.
Ποιήματα και κριτικά της δοκίμια έχουν δημοσιευθεί σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά και συλλογικούς τόμους, ενώ το μελέτημά της Νατάσα Κεσμέτη: Ευλόγως η χαρά, εκδόθηκε από τις Εκδόσεις Κουκκίδα (2022).
Στις έξι έως τώρα ποιητικές της συλλογές, Κοινοτυπίες (Πλέθρον, 1989), Ακόμα χρόνος (ΑΩ Εκδόσεις, 2011), Πάθη συμφώνων (Οι Εκδόσεις των Φίλων, 2014), Σε κλοιό σώματος (Εκδόσεις του Φοίνικα, 2016), Παρακειμένων Εκείνων (Εκδόσεις του Φοίνικα, 2019), Από βροχή σε βροχή (Το Ροδακιό, 2021) ‒μια συνομιλία ποίησης και φωτογραφίας‒, έρχεται να προστεθεί η Αποκλιμάκωση (Κουκκίδα, 2025) ως δεύτερη άμα απόπειρα συνδιάλεξης των φωτογραφιών της με τον ποιητικό της λόγο
.




Οι εκδόσεις Κουκκίδα σας προσκαλούν
την Πέμπτη 27 Νοεμβρίου και ώρα 19:00
την παρουσίαση του βιβλίου της Χριστίνας Καραντώνη:

ΑΠΟΚΛΙΜΑΚΩΣΗ

Το βιβλίο θα παρουσιάσουν οι:
Ιφιγένεια Σιαφάκα, Συγγραφέας
Ιωάννης Κανέλλος, Ομότιμος καθηγητής ΙMT Atlantique

Στο Εναλλακτικό Βιβλιοπωλείο
Θεμιστοκλέους 37 – Αθήνα τηλ. 210-3802644


Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2025

Νίκος Μυλόπουλος, "Στων μηρών τις παλιές προφητείες"





ΚΙΤΡΙΝΙΖΟΥΝ ΤΑ ΦΥΛΛΑ ΚΑΠΟΙΕΣ ΝΥΧΤΕΣ


Ανεμπόδιστα αγκαλιάζω τα τρυφηλά σου περάσματα
Εκτοξεύονται απ’ τις πλάτες σου ζεστά τριαντάφυλλα
Στολίζοντας με λίγο φως ενεστώτα
Του κόσμου την περιστρεφόμενη μαυρίλα.
Βαθειά η ανάγκη του χάους
Σιωπή του ουρανού
Ανατριχιαστική φαντασίωση
Τη στάθμη ανεβάζει ποταμίσιου έρωτα
Χέρια πλωτά
Ταξιδεύουν κατά μήκος των υγρών μας σωμάτων
Ανεβάζοντας την έκσταση στο απόγειο

Ύστερα συμβολικές συζητήσεις σιωπής.

Το φιλί θυμίζει θερμό χειροκρότημα
Κι η αγκαλιά με γεύση θυμάρι
Γεννά εμπόλεμα θραύσματα.

Η ανάσα τώρα λαχανιάζει τα σωθικά σου.
Ένα μετά το άλλο τ’ αστέρια χαιρετούν και κοιμούνται.
Κυλάει κι αυτός ο Οκτώβρης
Χωρίς οι σπορείς ποτέ να ελπίζουν.





ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ


Με βήμα αδιάφορο κι ελαφρύ ένδυμα περιπάτου
Εκδράμουν οι λεπτοδείκτες
Αδιαφορώντας πλήρως για τον κοσμικό χρόνο
Κυματιστή η ανάσα των επιζώντων κληρονόμων
Μνήμη ιδρώνει στιγμές ολοζώντανων μύθων
Τα δάκτυλα απ’ την ατέλειωτη έξαψη τρέμουν
Καθώς παγιδευμένα ασθμαίνουν στα ανθρώπινα ναρκοπέδια
Ενώ τα χείλη που άλλοτε σκόρπιζαν πνοές
Τώρα καταπίνουν χαμένα χαμόγελα και φυσαλίδες του τίποτα.
Μόνο κάποιοι ελάχιστοι ανθίζουν ακόμη σε βράχια απρόσιτα
Ανάμεσα στην αληθινή ζωή και τη δίδυμη χυδαιότητα
Μιας παρακαταθήκης που εξελίσσεται εύθραυστα
Σε τρυφερότητα ανοιχτή κλειστών παραθύρων.

Στης οσμής σου τ’ ανεπαίσθητα ίχνη χαμένος
Ξεχνώ για λίγο την καταγωγή των ονείρων
Το ανέφικτο πολεμώντας με πικρές αυταπάτες.





ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΜΕ ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΧΡΩΜΑ


Βιώνοντας χειμώνες δυσαρέσκειας σε εξισώσεις σκότους
Άνοιγα στα κτήματά σου λακκούβες σκεπασμένες με γυαλί
Για να βλέπω μέσα σου τ’ αλλεπάλληλα ναυάγια
Όταν χιόνι με σκέπαζε στη ζοφερή σου απουσία.
Η μόνη υπαρκτή βεβαιότητα που χάριν αυτής
Σε κάποια πτυσσόμενα όνειρα εξακολουθώ να υπάρχω
Το άγγιγμα του ανέφικτου.
Περιφρονώντας τις θνητές γλώσσες
Που με εμπάθεια διασύρουν το παρελθόν
Την πυρωμένη ασπάζομαι λόγχη των πνευμάτων
Και το ασύμμετρο της σιωπής σου κυανό λογοπαίγνιο.
Εξόριστος απ’ τα δρώμενα ο θαυμασμός μου επιχειρεί
Το άδειο να γεμίσει κι ανυπέρβλητο τίποτα.

Χαράματα ακόμη μα εσύ
Ήδη μοσχοβολάς αθωότητα.





ΕΞΑΓΟΡΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΠΟΥΣΙΑ


Έψαχνα σε όλη μου τη ζωή
Τη γέφυρα που οδηγούσε σε σένα
Μα δεν τη βρήκα.
Ξετυλίγοντας σκυθρωπός
Το νήμα των στεναγμών
Συναντώ έναν άγγελο να χαμογελά.
Είμαι η γέφυρα που ψάχνεις ψιθυρίζει
Κι ακαριαία ξαπλώνει στη λίμνη.
«Περπάτησε» προστάζει
«Επάνω μου».

Αρχίζει να βρέχει φωτιές.
Παλίρροια.





ΠΕΡΙΔΕΡΑΙΟ ΜΕ ΜΑΡΓΑΡΙΤΕΣ


Περπατώ ανάμεσα σε κύματα και παγωμένη λάσπη
Κι όμως
Ατενίζω τη θάλασσα με την ελπίδα να σε δω
Να ρίχνεις φως στο παρελθόν
Σε δύο κοιτάζοντας ταυτόχρονα κατευθύνσεις
Γέρνω στο ελάχιστο που χαρίζει ευτυχία
Τα χείλη σου του δειλινού λεπίδι
Ως συνήθως απειλούν.
Μια λάμπα κρατώντας θυέλλης
Φωτογραφίζω το αόρατο που με επέλεξε
Μπροστά μισάνοιχτη πόρτα
Οι καημοί φτερουγίζουν
Ζω με πλακόστρωτα όνειρα και πάθος
Που μες στο υποσυνείδητο φουντώνει.

Ένα δάκρυ αργοκυλά στον παράδεισο.
Ποιος θα σκύψει να το μαζέψει;





Από τη συλλογή «Στων μηρών τις παλιές προφητείες», εκδ. Πααρέμβαση, 2025.




Ο Νίκος Μυλόπουλος γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1951 στην οποία σπούδασε, ζει και εργάζεται ως Χειρουργός Οφθαλμίατρος. Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Α.Π.Θ.
  Έχει εκδώσει δεκατρείς ποιητικές συλλογές ενώ συμμετείχε και σε τέσσερα συλλογικά ποιητικά βιβλία. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα Ιταλικά, Γερμανικά και Ισπανικά και έχουν δημοσιευθεί σε πλείστα ελληνικά και ξένα λογοτεχνικά περιοδικά και στο διαδίκτυο. Επίσης επιλεγμένα ποιήματά του περιλαμβάνονται σε πολλές ποιητικές ανθολογίες.
    Συνεντεύξεις, ανέκδοτα ποιήματα και κριτικά σημειώματα για το έργο του έχουν δημοσιευθεί στους ιστότοπους λογοτεχνίας Culture Book, Ennepe moussa, Fractal, Literature, Diastixo, καθώς επίσης στο «Νόημα», «Στους πίσω κήπους μίας λέξης», στη «Φιλολογική» και στην «Οδό Πανός».
 

Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2025

Κώστας Θ. Ριζάκης, "σονεττοταραχή"





σονεττοταραχή


νήστεψα τ’ όνειρον άχρις πρωίας
(πού δεν κουρτίνιαζες ηλίου φως;)
κι έτσι απάνθρωπος κάθε ιστορίας
κεντώ το σκούντημα καθώς τυφλός

προχθές μυξόκλαψες −ποιας υστερίας
αδρός ξεμύτισες παιδαγωγός;−
δε λέω λυπήθηκα· αλλά κυρίας
μέλημα βέλτιστον το ζην σαφώς

μ’ όποιον της σύνευνο μετ’ αληθείας
άλλως: κουράστηκα κι αντίο – τρως
καταπρόσωπον γύμνια μανίας

πάλιν μπουκάρισες γκρι πανικός·
πόσο αταξίδευτος της νηνεμίας
παλάμη ετίναξες στα ρέστα ώς


                                               15.9.2019
                           Κώστας Θ. Ριζάκης




Ο ποιητής Κώστας Θ. Ριζάκης (Λαμία, 1960) εξέδωσε δεκαοκτώ συλλογές, τη μία συγκεντρωτική (των εξ πρώτων ‒ γ΄ επαν. Κουκκίδα 2020). Διηύθυνε ή και συνδιηύθυνε επτά έως τώρα (σε εννέα εν συνόλω περ.) λογ. περιοδικά. Επίσης, επιμελήθηκε περί τα 220 βιβλία (ιδία ποιητικά), αρκετά αφιερώματα σε έντυπα άλλων, καθώς και τιμητικούς τόμους σε μορφές (Κ.Ε. Τσιρόπουλο, Γ. Πέγκλη, Μ. Μέσκο, Ο. Αλεξάκη, Σ. Σαράκη, Ζ. Σαμαρά, Β.Π. Καραγιάννη, Δ. Αγγελή, Γ.Χ. Θεοχάρη, Κ.Α. Κρεμμύδα, Σ.Σ. Σταμπόγλη ‒ τα τελευταία 2 υπό έκδοσιν) τής λογοτεχνίας μας. Ενασχολείται δε και συνεχίζει, με τη σύγχρονη γυναικεία γραφή (Ζ. Δαράκη, Λ. Παππά, Μ. Καραγιάννη, Κ. Κούσουλα, Χ. Κουτσουμπέλη, Έ. Λάγκε, Έ. Κορνέτη, Ν. Κεσμέτη, Κ. Ρουκ, Μ. Κουγιουμτζή, Α. Μπακονίκα, Ά. Γρίβα, Δ. Δημητριάδου, Ν. Χαλκιαδάκη, Δ. Μήττα, Η. Νικοπούλου, Λ. Καλλέργη). Πρόσεξε πολύ όσους νεώτερους άξιους. Τελευταία του συλλογή η, γυμνός επί τα μάτια, ΑΩ Εκδόσεις 2025. Έχουν γραφεί και εκδοθεί πολυάριθμα μελετήματα για το ποιητικό του έργο.



Πρώτη δημοσίευση

Στην εικόνα: David Wilkie, «Blind-Man's Buff» (1812).
Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons.


Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2025

Τζόρι Γκράχαμ, «Σαν Σεπόλκρο» (Απόδοση, Επίμετρο: Σοφία Γιοβάνογλου)


Piero della Francesca"Madonna del Parto, in Monterchi, Sansepolcro" (1467)



Τζόρι Γκράχαμ: «Σαν Σεπόλκρο»

Απόδοση, Επίμετρο: Σοφία Γιοβάνογλου


Μες στο γαλάζιο αυτό φως
     μπορώ να σε πάω εκεί,
ενώ το χιόνι μ’ έχει κάνει
     έναν κόσμο από κόκαλο
διάφανο στο βλέμμα. Αυτό
     είναι το σπίτι μου,

το τμήμα μου απ’ το Ετρουσκικό
     τείχος, του γείτονά μου
οι λεμονιές, και, κάτω ακριβώς
     από την κάτω εκκλησία,
το εργοστάσιο των αεροπλάνων.
     Ένας κόκορας

λαλεί όλη τη μέρα στην αχλή
     έξω από τα τείχη.
Υπάρχει γάλα στον αέρα,
     πάγος πάνω στις ελαιώδεις
λεμονόφλουδες. Πόσο καθαρός
     είναι ο νους,

ιερός τάφος. Είναι αυτό το κορίτσι
     του Πιέρο
ντέλλα Φραντσέσκα, που ξεκουμπώνει
     το γαλάζιο φόρεμά του,
τον μανδύα του καιρού του,
     για να αρχίσει

να γεννά. Έλα, μπορούμε να μπούμε.
     Είναι πρoτού να
γεννηθεί ο θεός. Κανείς δεν έχει
     σηκωθεί ακόμα
για τα μουσεία, τη γραμμή
     παραγωγής —σωμάτων

και φτερών— την υπαίθρια
     αγορά. Αυτό κάνουν
οι ζωντανοί: μπαίνουν μέσα.
     Είναι μακρύς ο δρόμος.
Και το φόρεμα ανοίγει διαρκώς
     απ’ την αιωνιότητα

ώς την ιδιωτικότητα, σκιρτώντας.
     Μέσα, στην καρδιά,
είναι η τραγωδία, η παρούσα στιγμή
     για πάντα νεκρογέννητη,
μπαίνοντας όμως μέσα, κάθε ανάσα
     είναι ένα κουμπί

που ανοίγει, κάτι τρομακτικά
     επιδέξιο στα δάχτυλα
ανακαλύπτει κάθε φρένο.








Το ποίημα στην αγγλική:

San Sepolcro*
 
In this blue light
     I can take you there,
snow having made me
     a world of bone
seen through to.  This
     is my house,
 
 
my section of Etruscan
     wall, my neighbor's
lemontrees, and, just below
     the lower church,
the airplane factory.
     A rooster
 
 
crows all day from mist
     outside the walls.
There's milk on the air,
     ice on the oily
lemonskins.  How clean
     the mind is,
 
 
holy grave.  It is this girl
     by Piero
della Francesca, unbuttoning
     her blue dress,
her mantle of weather,
     to go into
 
 
labor.  Come, we can go in.
     It is before
the birth of god.  No one
     has risen yet
to the museums, to the assembly
     line—bodies
 
and wings--to the open air
     market.  This is
what the living do: go in.
     It's a long way.
And the dress keeps opening
     from eternity
 
to privacy, quickening.
     Inside, at the heart,
is tragedy, the present moment
     forever stillborn,
but going in, each breath
     is a button
 
coming undone, something terribly
     nimble-fingered
finding all of the stops.


_________
*To San Sepolcro (Σανσεπόλκρο) είναι πόλη στην Τοσκάνη.





Jorie Graham (9 Μαΐου 1950): Σπουδαία Aμερικανίδα ποιήτρια της λεγόμενης μεταπολεμικής γενιάς, που γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη και μεγάλωσε στην Ιταλία και τη Γαλλία. Ξεκίνησε τις σπουδές της στο Παρίσι, αναγκάστηκε, όμως, να τις διακόψει μετά την απομάκρυνσή της από το Πανεπιστήμιο, λόγω συμμετοχής της σε φοιτητικές διαδηλώσεις, και, αργότερα, να τις συνεχίσει στη Νέα Υόρκη.

Οι εικαστικές τέχνες, η μυθολογία, η ιστορία και η φιλοσοφία είναι κεντρικά θέματα στο έργο της, ενώ καθοριστικά έχουν επιδράσει σε αυτό η γλύπτρια μητέρα της και ο δημοσιογράφος πατέρας της, όπως, επίσης, και η τρίγλωσση ανατροφή της και η καταβύθισή της στην ευρωπαϊκή κουλτούρα. Ο κριτικός David Baker έγραψε κάποτε γι’ αυτήν ότι δεν θα μπορούσε να σκεφτεί «κανέναν άλλον σύγχρονο αμερικανό ποιητή που να έχει αξιοποιήσει και εκθέσει την πραγματική μηχανική της αφήγησης, της φόρμας, της στρατηγικής έρευνας με μεγαλύτερη πληρότητα από ό,τι εκείνη […] και κανέναν άλλον ποιητή ικανό να χρησιμοποιήσει τα ποικίλα συστήματα της φιλοσοφίας, της επιστήμης και της ιστορίας τόσο γόνιμα και δελεαστικά». Ο φίλος της, ποιητής Mark Strand, είπε με αφορμή την ποίησή της: «Η αμερικανική ποίηση είναι γεμάτη από το “Αχ, εγώ ο καημένος”. Η Jorie δεν το κάνει αυτό. Νομίζω ότι έχει σμιλεύσει ένα τόσο ισχυρό έργο που είναι αδύνατον να αγνοηθεί».

Βραβεύθηκε και διακρίθηκε πολλές φορές, ενώ το 1996 τής απονεμήθηκε το βραβείο Πούλιτζερ. Αντικατέστησε τον νομπελίστα Ιρλανδό ποιητή, Σέιμους Χήνυ, στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, ούσα η πρώτη γυναίκα σε αντίστοιχη θέση.

Στις ποιητικές της συλλογές συμπεριλαμβάνονται οι εξής: Hybrids and Plants (1980), Erosion (1983), όπου αρχικά συμπεριλήφθηκε και το πιο πάνω μεταφρασθέν ποίημα, Never (2002), Sea Change (2008), Place (2012), Fast (2017), Runaway (2020), κ.ά.




Πηγές:
Poetry Foundation/JorieGraham
Poetry Foundation/JorieGraham/San Sepolcro
The New Yorker

Πηγές για τις εικόνες:
Wikipedia
The New Yorker 


Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2025

Μαρία Θεοφιλάκου, "Άνθη απ’ τον πλανόδιο οργανοπαίχτη"





Άνθη απ’ τον πλανόδιο οργανοπαίχτη


Η ελπίδα αποδήμησε, πέφτοντας
αποφασιστικά στις ράγες,
ένα πρωί που πάνω τους
οι άνθρωποι τράβαγαν για τη δουλειά.

Έκτοτε, αυτός
τα μουσικά του πλήκτρα περιφέρει
στην αποβάθρα, και παρατηρεί το πλήθος,
μπαίνει στο πλήθος,
γίνεται πλήθος,
ίσα ν’ αφήσει ένα ανθάκι – χάδι υπομονής,
καθώς συρίζουν οι σιδηροτροχιές
και τού σκεπάζουν τις νότες στο ρεφρέν.

Και τα λεπτά είναι κινούμενο
τσιμέντο, αλλά συνεχίζουν.
Και το πρωί είναι δεσμώτης σε
λερωμένο κάθισμα, αλλά συνεχίζει.
Και η αλυσίδα των ημερών είναι γκράφιτι
πάνω σε γκράφιτι, αλλά συνεχίζει.

Και η ζωή στέκει για πάντα
άπιαστη, στο μέσον της σκηνής,
ίδια με φευγαλέα αντανάκλαση
στο ξεχαρβαλωμένο τζάμι.


                                       Μαρία Θεοφιλάκου




Πρώτη δημοσίευση



Η Μαρία Θεοφιλάκου γεννήθηκε το 1983 στην Αθήνα, όπου και ζει. Από το 2011 διατηρεί το ιστολόγιο "στο τρένο τηςποίησης". Έχει εκδώσει μια ποιητική συλλογή, με τίτλο "ΑΝ[ΩΝ]ΥΜΑ" (εκδόσεις Δωδώνη, 2010). Ποιήματα και μεταφράσεις της έχουν δημοσιευθεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά.


Στην εικόνα:
Richard Kalvar | Italia 150 Street theater at the Aret' a Palma bar in Piazza Santa Maria La Nova. Naples, Italy. 2011. © Richard Kalvar | Magnum Photos.

Πηγή για την εικόνα
magnumphotos.com