ταραγμένο, όπου σκορπάνε των ψυχών εγκαταλείποντας
κορμί κι αλάτι άνθρακα· της μπόρας λίπασμα· κλειδώσεις
άκανθοι και βρόγχος ξηρασίας οι τριγμοί.
Αμαξοστοιχία υπόγεια τραβάει πίσω της την πόλη απ’ το
ποδάρι· κι αυτή κουτσή βαστά ανάποδα, κρατά
αδιάβαστα τα νέα.
Κι ακούς βήματα πυρρίχιου· νομίζεις.
Έφηβοι μύριοι, στρουθία σε κίνηση ακαθησίας είναι·
ο μυστικός τους πυρετός.
Κι οι επικράτειες των προσφύγων· και οι άκαπνες
ταξιαρχίες μιας νεοανεργίας, καθώς συνθλίβονται
όλα εν μέσω εκβιασμών· ό,τι καλλιεργεί την Επαιτεία·
της αειπαρθένου Αλληλεγγύης θυγατέρα·
μεγάλη η χάρη τους μήτηρ και κόρη.
όπου έντομα μηρυκάζουν την αλληλεγγύη, καθώς
η ελεήμων πολιτεία σκηνοθετεί την ανάγκη της.
Οι ελεήμονες· ό,τι υποθάλπει υποσχέσεις του φαίνεσθαι
και η καταστροφή συγκαλύπτεται
στην ασάφεια των
εξωραϊσμών.
Η οργάνωση είναι μια ευφυής μετατόπιση χρόνου και
χώρου, ένας κόσμος λαβυρινθώδης, όπου ενισχύεται
Η οργάνωση είναι μια ευφυής μετατόπιση χρόνου και
χώρου, ένας κόσμος λαβυρινθώδης, όπου ενισχύεται
η
συμμετοχή στην ανισότητα του άυλου.
Θα έλεγα, ακρωτηριάζοντας εκείνο το Ποίημα*,
τον ρυθμό του κλέβοντας, πως: μάστορας
της απόκρυψης είναι ο χειριστής.
Αχ, από καρφί η πληγή· κι είναι
λοξό τo αγκίστρωμα της συντριβής
στα χείλη μου επάνω.
Mε καλοπληρωμένη άφεση
o
δρόμος μας για τον παράδεισο έχει στρωθεί.
_________________
* «Η φούγκα του θανάτου»-«Todesfuge», 1944-1945.
Πάουλ Τσελάν.
θ΄
Κυριακή βράδυ.
Ο
ήχος των αιώνων έχει φυλακιστεί πίσω από την οθόνη,
το τέταρτο μάτι· αυτήν τη γροθιά επιβολής στο μέτωπο.
Και το τρίτο μάτι απόμεινε χώμα στεγνό· ένα σπήλαιο
από ρίζα ξεριζωμένη, ζωγραφιά ευφάνταστης
πίστης· μια ιδέα έτσι κι αλλιώς.
Αλλά τώρα όλα τα γεύομαι οινοπνεύματα δίχως οίνο και
πνεύμα· καθώς της μέρας επιταχύνεται η εκμετάλλευση·
καθώς εξαντλείται η κίνηση, καθώς εξαντλούμαι
στην αποδοχή των εντολών ευζωίας.
Παγώνουν οι λέξεις αντί να φλέγονται.
Και οι αριθμοί, η άβυσσος της αβύσσου, ελέγχουν
την εξέλιξη· ήχοι αστραπιαίοι να
συνθλίβουν τις έννοιες.
Κάτι σαν σήμανση κινδύνου στις πύλες
των ονείρων τρομοκρατεί τ’ όνειρο.
ΑΚΙΝΗΣΙΑΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ
Το
κόκκινο φεγγάρι ανεβαίνει, άνοιγμα κατευθείαν
στο πάθος της αβύσσου, ώχρα, παλιόκρασο του γάμου
στο εικονοστάσι της παστάδας.
Φλεγόμενο φιλί της μνήμης αναστατώνει τη μοναξιά.
Μία φωτογραφία, στιγμιαία στάση φωτός, ανακουφίζει
την αβεβαιότητα της οπτικής.
Οι ταχύτητες, οχήματα μεθυσμένα· το ένα παραπατάει
πίσω απ’ τ’ άλλο. Ένας επιτυχημένος εμπρησμός κάθε
μεσημέρι· φόρτωμα με νοθευμένους χρόνους· όπου
οι φλεγμονές της πόλης φλέγονται· το σαράκι
του οιωνεί παρόντος.
Ξεγλιστράς κομμάτια· από το κεκαυμένο
των ήλιων, από το απομεσήμερο της κούρασης,
απ’ την συγχώρεση του απόδειπνου.
Από
τη συλλογή «Τεθλασμένη πόλεως αφή», Κουκκίδα 2021.
Θα έλεγα, ακρωτηριάζοντας εκείνο το Ποίημα*,
τον ρυθμό του κλέβοντας, πως: μάστορας
της απόκρυψης είναι ο χειριστής.
Αχ, από καρφί η πληγή· κι είναι
λοξό τo αγκίστρωμα της συντριβής
στα χείλη μου επάνω.
Mε καλοπληρωμένη άφεση
* «Η φούγκα του θανάτου»-«Todesfuge», 1944-1945.
Πάουλ Τσελάν.
Από την ενότητα:
A΄. Συνοικήσεις
Κυριακή βράδυ.
το τέταρτο μάτι· αυτήν τη γροθιά επιβολής στο μέτωπο.
Και το τρίτο μάτι απόμεινε χώμα στεγνό· ένα σπήλαιο
από ρίζα ξεριζωμένη, ζωγραφιά ευφάνταστης
πίστης· μια ιδέα έτσι κι αλλιώς.
Αλλά τώρα όλα τα γεύομαι οινοπνεύματα δίχως οίνο και
πνεύμα· καθώς της μέρας επιταχύνεται η εκμετάλλευση·
καθώς εξαντλείται η κίνηση, καθώς εξαντλούμαι
στην αποδοχή των εντολών ευζωίας.
Παγώνουν οι λέξεις αντί να φλέγονται.
Και οι αριθμοί, η άβυσσος της αβύσσου, ελέγχουν
την εξέλιξη· ήχοι αστραπιαίοι να
συνθλίβουν τις έννοιες.
Κάτι σαν σήμανση κινδύνου στις πύλες
των ονείρων τρομοκρατεί τ’ όνειρο.
Από την ενότητα:
B΄. 13 μπαλάντες του bar
στο πάθος της αβύσσου, ώχρα, παλιόκρασο του γάμου
στο εικονοστάσι της παστάδας.
Φλεγόμενο φιλί της μνήμης αναστατώνει τη μοναξιά.
Μία φωτογραφία, στιγμιαία στάση φωτός, ανακουφίζει
την αβεβαιότητα της οπτικής.
Οι ταχύτητες, οχήματα μεθυσμένα· το ένα παραπατάει
πίσω απ’ τ’ άλλο. Ένας επιτυχημένος εμπρησμός κάθε
μεσημέρι· φόρτωμα με νοθευμένους χρόνους· όπου
οι φλεγμονές της πόλης φλέγονται· το σαράκι
του οιωνεί παρόντος.
Ξεγλιστράς κομμάτια· από το κεκαυμένο
των ήλιων, από το απομεσήμερο της κούρασης,
απ’ την συγχώρεση του απόδειπνου.
Από την ενότητα:
Γ΄. Από
Λεκανοπεδίου, Εχινάδες
Ευχαριστίες μύριες εκ βαθέων και άλλες τόσες ευχές.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπητέ κύριε Σταμπόγλη είναι χαρά μας!
ΔιαγραφήΗ "Τεθλασμένη πόλεως αφή" είναι εξαιρετική συλλογή.