πώς μεταμφιέζεστε:
υποκλίνεστε, όταν… πρέπει,
στέκεστε αλύγιστοι, όταν δεν πρέπει·
κατά περίσταση…
όταν οι άλλοι προσεύχονται
και πολεμούν·
θυσιάζετε τους ανδρείους
προδίδοντας τα περάσματα·
σκοτίζετε το φως της αλήθειας.
Τώρα, σας ξέρουμε…
πιστέψαμε κιβδηλοποιούς.
Θαυμάσαμε μάσκες περίτεχνες
που περνούσαν για πρόσωπα
και ήταν προσωπεία…
Αμοιβαία
μετάθεση, 1999
(20072)
για κείνους τους υγρούς καιρούς,
για τη βροχή που ήρθε με τον κεραυνό,
για τους μοναχικούς θανάτους.
έσταζε ξάγρυπνη σιωπή
από τη νύχτια στέγη.
Ώρες πολλές, χρόνους πολλούς−
αιώνες πολικούς−
επίμονος ήχος ενοχής·
σαν φυλακή, που σε αναιρεί…
είδε το δρόμο των μυστικών βημάτων−
είναι αυτά τα βήματα
που έρχονται
από βαθιά σκοτάδια…
Βήματα από μαύρο φως
στις ερημιές του κόσμου.
Υφαίνοντας
άνεμο,
2004 (20082)
στις βραχώδεις ρωγμές
του στίχου.
Ν’ αφουγκραστείς απ’ τα έγκατα
τα ελάχιστα και τα μέγιστα·
τα νοητά κι απερινόητα του κόσμου.
Θα
συναντηθείς
με τον εαυτό σου·
με την δική σου ματαιότητα
και μοναχός θα ματώσεις.
Εδώ στην ατσάλινη πόλη-
εξόριστος στον χρόνο-
δειλός κι αδιάφορος για μια χειραψία,
για το αισθαντικό κάλλος μιας προσέγγισης.
Κι
εσύ ποίημα λειψό
απόψε καρκινοβατείς.
Στην δεσποτεία του άρρητου λόγου
πεισματικά μ’ αντιπαλεύεις.
Κι
η δυσαρέσκεια της γης
κι η δυσαρέσκεια τ’ ουρανού
κι ο θάνατος πλάι μου.
Πηγή:
Περιοδικό Ακτή, τχ. 123, καλοκαίρι 2020.
(Ανθολόγηση για το Ελληνομουσείον: Γιώργος Κ. Μύαρης)
Στην εικόνα: Léonard Defrance, «The Rope Dance».
Πηγή
για την εικόνα: Wikimedia Commons.
Ν’ αφουγκραστείς απ’ τα έγκατα
τα ελάχιστα και τα μέγιστα·
τα νοητά κι απερινόητα του κόσμου.
με τον εαυτό σου·
με την δική σου ματαιότητα
και μοναχός θα ματώσεις.
Εδώ στην ατσάλινη πόλη-
εξόριστος στον χρόνο-
δειλός κι αδιάφορος για μια χειραψία,
για το αισθαντικό κάλλος μιας προσέγγισης.
απόψε καρκινοβατείς.
Στην δεσποτεία του άρρητου λόγου
πεισματικά μ’ αντιπαλεύεις.
κι η δυσαρέσκεια τ’ ουρανού
κι ο θάνατος πλάι μου.
Βεβαιότητες
που λιγοστεύουν, 2016
(Ανθολόγηση για το Ελληνομουσείον: Γιώργος Κ. Μύαρης)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου