Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2024

Μαχμούντ Νταρουίς, «Μάθημα Από Το Κάμα Σούτρα (Περίμενέ Την)» (μετάφραση από τ’ αγγλικά - επίμετρο: Σοφία Γιοβάνογλου)






Μαχμούντ Νταρουίς | «Μάθημα Από Το Κάμα Σούτρα (Περίμενέ Την)» | 1999

Μετάφραση από τ’ αγγλικά: Σοφία Γιοβάνογλου


Περίμενέ την με μια κούπα αζουρένια.
Περίμενέ την ένα δειλινό την Άνοιξη, ανάμεσα σε μυρωδάτα ρόδα.
Περίμενέ την με υπομονή αλόγου για βουνά εκπαιδευμένου.
Περίμενέ την με τη διαλεχτή καλαισθησία ενός πρίγκιπα.
Περίμενέ την με εφτά προσκέφαλα από σύννεφο.
Περίμενέ την μ’ ευωδιές από καιόμενο λιβάνι γυναικείο.
Περίμενέ την μ’ αντρικό άρωμα σανταλόξυλου στο άλογο καβάλα.
Περίμενέ την και μην βιάζεσαι.
Αν φτάσει αργά, περίμενέ την.
Αν φτάσει πιο νωρίς, περίμενέ την.
Μην τα φοβίσεις τα πουλιά μες στα πλεγμένα της μαλλιά.
Περίμενέ την να καθίσει σ’ έναν κήπο στ’ αποκορύφωμα της άνθισής του.
Περίμενέ την μην πειράξει ο αέρας του την τόσο άμαθη καρδιά της.
Περίμενέ την, από σύννεφο σε σύννεφο, το ρούχο απ’ τα σκέλια της να στείλει.
Και περίμενέ την.
Οδήγησέ την στο μπαλκόνι για να δει πώς πνίγετ’ η σελήνη μες στο γάλα.
Περίμενέ την και πριν το κρασί, να της προσφέρεις το νερό.
Τις δύο πέρδικες π’ αποκοιμήθηκαν στο στήθος της, μην τις κοιτάξεις.
Περίμενε κι ευγενικά το χέρι πιάσ’ της, όταν στο μάρμαρο την κούπα ακουμπήσει.
Σαν να μαζεύεις τη δροσιά γι’ αυτήν, περίμενε.
Μίλα της σαν το φλάουτο σε μια χορδή βιολιού που ’χει τρομάξει,
Σαν να ’ξερες από πιο πριν τι μέλλεται το αύριο να φέρει.
Περίμενε, και γυάλισε τα δαχτυλίδια της, τη νύχτα, ένα-ένα.
Περίμενέ την μέχρι η Νύχτα να σου πει, με τον δικό της τρόπο:
Κανείς δεν είναι ζωντανός, πέρ’ από σας τους δύο.
Έτσι, ευγενικά στον θάνατο, που τόσο επιθυμείς, οδήγησέ την και περίμενε.




Επίμετρο

Μαχμούντ Νταρουίς (Mahmoud Darwish, 13 Μαρτίου 1941 - 8 Αυγούστου 2008): Παλαιστίνιος ποιητής που γεννήθηκε στο χωριό Αλ Μπάρουα της Γαλιλαίας.[1] Ήταν ο δεύτερος γιος μιας μουσουλμανικής σουνιτικής οικογένειας γαιοκτημόνων, η οποία κατέφυγε με τα οκτώ παιδιά της στον Λίβανο, αμέσως μετά την ίδρυση του Ισραηλινού κράτους, το 1948. Έζησε, πάντα με την αίσθηση του εξόριστου, στο Νταρ Αλ Άσαντ, στο Καρ Γιασίρ, στη Χάιφα, στη Μόσχα, στο Κάιρο, στη Βηρυτό, στον Λίβανο, στο Παρίσι και στη Ραμάλα, όπου και τάφηκε.
    Σε συνέντευξή του[2] σημειώνει: «Μπορώ να περιγράψω όλα όσα έγραψα ως ποίηση ενός εξόριστου. Γεννήθηκα εξόριστος. […] Υπάρχει εξορία στην κοινωνία, εξορία στην οικογένεια, εξορία στην αγάπη, εξορία μέσα σου. Όλη η ποίηση είναι έκφραση εξορίας ή ετερότητας».
    Διακρίθηκε και βραβεύτηκε πολλές φορές. Το έργο του, ποίηση και πρόζα, είναι ευρύ. Σε αυτό συγκαταλέγονται τα εξής: Πουλιά χωρίς Φτερά (1960), Φύλλα Ελιάς (1964), Ένας Εραστής από την Παλαιστίνη (1966), Τα Πουλιά πεθαίνουν στη Γαλιλαία (1970), Ωδή στη Βηρυτό (1982), Λιγότερα Τριαντάφυλλα (1985-86), Το Κρεβάτι Μιας Ξένης (1998), απ’ όπου και το μεταφρασμένο ποίημα, Το Ίχνος της Πεταλούδας (2008), κ.ά.




____________________
1. Περισσότερα για τη βιογραφία και το έργο του σε: Νταρουίς Μαχμούντ (2010). Κατάσταση Πολιορκίας, Μτφρ. από τα Αραβικά - Επίμ: Αγγελική Σιγούρου, Εκδόσεις Μαΐστρος, σσ. 209-223.

2. Στο Διαδικτυακό Περιοδικό Medium, Τ. 42, 2012-13, σε: https://thepalestineproject.medium.com/exile-is-so-strong-within-me-i-may-bring-it-to-the-land-667edf393af6






Το «Περίμενέ την» (Wait For Her) μελοποιήθηκε από τον Roger Waters:








Το ποίημα σταγγλικά

Lesson From The Kama Sutra (Wait For Her)


Wait for her with an azure cup.
Wait for her in the evening at the spring, among perfumed roses.
Wait for her with the patience of a horse trained for mountains.
Wait for her with the distinctive, aesthetic taste of a prince.
Wait for her with the seven pillows of cloud.
Wait for her with strands of womanly incense wafting.
Wait for her with the manly scent of sandalwood on horseback.
Wait for her and do not rush.
If she arrives late, wait for her.
If she arrives early, wait for her.
Do not frighten the birds in her braided hair.
Wait for her to sit in a garden at the peak of its flowering.
Wait for her so that she may breathe this air, so strange to her heart.
Wait for her to lift her garment from her leg, cloud by cloud.
And wait for her.
Take her to the balcony to watch the moon drowning in milk.
Wait for her and offer her water before wine.
Do not glance at the twin partridges sleeping on her chest.
Wait and gently touch her hand as she sets a cup on marble.
As if you are carrying the dew for her, wait.
Speak to her as a flute would to a frightened violin string,
As if you knew what tomorrow would bring.
Wait, and polish the night for her ring by ring.
Wait for her until the night speaks to you thus:
There is no one alive but the two of you.
So take her gently to the death you so desire,
and wait.




Η αγγλική μετάφραση του ποιήματος είναι του Sinan Antoon και η επιμέλεια των Munir Akash και Carolyn Forché και περιλαμβάνεται στο: Mahmoud Darwish (2003). Unfortunately, It Was Paradise, Selected Poems. Translated and Edited by Μunir Akash and Carolyn Forché (with Sinan Antoon and Amira El-Zein), University of California Press.


Πηγή για τις εικόνες:
Medium
Pulse



Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2024

Τόλης Νικηφόρου, "ένα καθαρό μαντήλι"





ένα καθαρό μαντήλι


αυτές δεν είναι λέξεις
δεν είναι ποίημα
είναι ένα καθαρό μαντήλι
για να σφουγγίσει δάκρυα
μια μακρινή αχτίδα του ήλιου
για να ζεστάνει τις καρδιές

κι ακόμα είναι χάδι απαλό
νερό από χιόνι απάτητο
για να μπουμπουκιάσει
έστω αχνό ένα χαμόγελο





ελεύθερα


όπως ο ψίθυρος της βροχής
πάνω στα φύλλα των δέντρων
ή ένα πουλί ψηλά στον ουρανό
τα ποιήματα μου δεν χρειάζονται
καμία άδεια για να φτερουγίσουν
εδώ, εκεί ή οπουδήποτε

πατρίδα τους είναι η ψυχή
και ιδιαίτερη προτίμησή τους
τα βιβλία του σχολείου
τα άγνωστα ιστολόγια
και τα μάτια των παιδιών

τα ποιήματά μου δεν ανήκουν
ούτε καν σε μένα τον ίδιο
μου δόθηκαν ως διάμεσο
για να τα μοιράσω ελεύθερα
σε κείνους που τα αγαπούν





έφυγαν μα δεν χάθηκαν

                        μνήμη Ανέστη Ευαγγέλου


οι ποιητές που έφυγαν δεν χάθηκαν
έγιναν μακρινή μουσική το σούρουπο
η λάμψη στα μάτια ενός παιδιού
άγγιγμα από χέρι αγαπημένο

άφησαν αποτυπώματα στην εποχή
κατέχουν μόνιμη θέση στη βιβλιοθήκη
δωρεά για τις γενιές που θα ’ρθουν

έφυγαν μα δεν χάθηκαν
στίχοι έγιναν σε ποιήματα
πουλιά σε καταγάλανο ουρανό
και αλεξικέραυνο σε καταιγίδες
όλα όσα επιμένουν
ν’ ανθίζουν μέσα στον χειμώνα





ένας πλούσιος


κάθομαι στο πίσω μας μπαλκόνι
με απόλυτη ησυχία και γαλήνη
αυτό το μεσημέρι του Δεκέμβρη
και ανασαίνω μυρωμένο οξυγόνο
ενώ με τυλίγει ο γαλάζιος ουρανός
και χαϊδεύει το πρόσωπό μου
ένας γλυκός χειμωνιάτικος ήλιος

από τη μια ορθώνεται η ελιά
με το βελούδινό της πράσινο
από την άλλη ήρθε και κάθισε
στα κάγκελα ένα μικρό πουλί
ενώ μου κρατάει σφιχτά το χέρι
η αγαπημένη μου για πάντα

είμαι ένας πλούσιος της ζωής
που έχει φορολογηθεί βαριά
από τρικυμίες και καταιγίδες





ζωή


μια λέξη με μόλις τρία γράμματα
και αιώνια αναπάντητα ερωτήματα

αίνιγμα χωρίς λύση
λαβύρινθος χωρίς έξοδο

χωρίς άλλες μάταιες απορίες
χωρίς επικίνδυνη γνώση
λούζομαι στο φως του ήλιου
ανασαίνω το άρωμα της στιγμής

                        

ακούγεται στο βάθος
ένα παλιό τραγούδι
μελωδικό νοσταλγικό
σαν από δίσκο γραμμοφώνου
και ξαφνικά παράφωνο
καθώς γλιστράει η βελόνα
ο δίσκος σπάζει
κι επικρατεί σιγή
απόλυτη σιγή για πάντα

για κάποιον έχουν τελειώσει
όλες οι μουσικές του κόσμου





Από τη συλλογή «ένα καθαρό μαντήλι», εκδ. Μανδραγόρας, 2024.

Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2024

Κώστας Θ. Ριζάκης, "δρόμος μετ’ αλύσων"





δρόμος μετ’ αλύσων


«δεν το αποκλείω φυσικά φαίνεται
ωστόσο απίθανο να επανασυμβεί»

έτσι ζωής κοντά σαράντα συναπτά
σαράντα κυλιόμενα κακοχρονάκια
σχόλης στο μπλάβον τέτοιας απειλής
ο επικρεμάμενος κεραυνοτιμωρός τ’
άφησεν μιας το αφήνει εκ νέου πάλιν
τετάρτης δέκατης φουρνιάς παίρνει
ν’ απαλειφθεί ‒ο μέσος τών ανθρώπων
είθισται αναλόγως ν’ αντιδρά κ’ υγιές το
τι δεν ακουμπάει πιεστικά στις μνήμες‒

(η αναχθείσα σ’ ενοχήν στίχοις με προχωρά)



                                       Κώστας Θ. Ριζάκης




Ο ποιητής Κώστας Θ. Ριζάκης (Λαμία, 1960) εξέδωσε δεκαέξι συλλογές, τη μία συγκεντρωτική (των εξ πρώτων γ΄ επαν. Κουκκίδα 2020). Διηύθυνε ή και συνδιηύθυνε επτά έως τώρα (σε εννέα εν συνόλω περ.) λογ. περιοδικά. Επίσης, επιμελήθηκε περί τα 200 βιβλία (ιδία ποιητικά), αρκετά αφιερώματα σε έντυπα άλλων, καθώς και τιμητικούς τόμους σε μορφές (Κ.Ε. Τσιρόπουλο, Γ. Πέγκλη, Μ. Μέσκο, Ο. Αλεξάκη, Σ. Σαράκη, Ζ. Σαμαρά, Β.Π. Καραγιάννη, Γ.Χ. Θεοχάρη, Δ. Αγγελή τα τελευταία 2 υπό έκδοσιν) τής λογοτεχνίας μας. Ενασχολείται δε και συνεχίζει, με τη σύγχρονη γυναικεία γραφή (Ζ. Δαράκη, Λ. Παππά, Μ. Καραγιάννη, Κ. Κούσουλα, Χ. Κουτσουμπέλη, Έ. Λάγκε, Έ. Κορνέτη, Ν. Κεσμέτη, Κ. Ρουκ, Μ. Κουγιουμτζή, Α. Μπακονίκα, Ά. Γρίβα, Δ. Δημητριάδου, Ν. Χαλκιαδάκη). Πρόσεξε πολύ όσους νεώτερους άξιους. Τελευταία του συλλογή (με τον Σταύρο Σταμπόγλη) η, πυξίδα ουρανομήκης, εκδ. Παρέμβαση 2023. Έχουν γραφεί και εκδοθεί πολυάριθμα μελετήματα για το ποιητικό του έργο.




Πρώτη δημοσίευση

Στην εικόνα: Pieter Brueghel the Elder, «The Dutch Proverbs» (1559).
Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons.

Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2024

Κατερίνα Ατσόγλου, "Το βάρος της μοναξιάς"




 
ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ


Στο παιδικό κρεβάτι ζουν ακόμη τα όνειρά μου,
τρέχουν φορώντας άσπρα λουλούδια στα μαλλιά
και ψιθυρίζουν μύθους στα παιδιά μου.

Δίνουν στο στόμα μου φωνή
και βοηθούν να προχωρήσω.
Όπου υπάρχει εμπόδιο έρχονται αετοί

με παίρνουν στα φτερά τους
και βλέπω από ψηλά αλήθειες,
εκείνες που λησμόνησα για το καλό μου.

Στο παιδικό κρεβάτι ζουν ακόμη τα όνειρά μου,
έχουν χέρια μακριά
και με τρομάζουν άθελά τους.





ΗΤΑΝ ΜΑΙΟΣ


Έχασα στα χαρτιά
έχασα στην αγάπη
έχασα το σπίτι μου
τους φίλους μου
έχασα τη ζωή που ονειρευόμουν
και τώρα πληρώνω δόσεις
και ληξιπρόθεσμες οφειλές
να σώσω μια χώρα στα πρόθυρα του θανάτου.

Τις Κυριακές κοιτάζω τις βιτρίνες,
μοιάζουν κουρασμένες γυναίκες
που προσπαθούν να συμμαζέψουν τ’ άπλυτα
και να ταιριάξουν ένα ζευγάρι κάλτσες.
Κάποιες, Κυριακές, τουλάχιστον
θυμάμαι τον πατέρα ν’ ανάβει μια φωτιά
και εμείς, ν’ απλώνουμε τα χέρια·
ήταν Μάιος κι εγώ χαμογελούσα!





ΕΙΜΑΙ ΣΑΝ ΕΣΕΝΑ


Πατέρα
ακόμα σε αναζητώ
δεν με κατάλαβες ποτέ
ούτε εγώ εσένα.

Στέκεσαι σιωπηλός
στέκεσαι μακριά μου
δεν έτρεξα ποτέ
στην αγκαλιά σου.

Σκληρός σαν το μυστρί
που μας έθρεψε
και καθαρός σαν το νερό
μες τον ασβέστη.

Πατέρα, μου έλειψες πολύ
ήθελα στον αέρα αγκαλιές
και βόλτες με ποδήλατο
ήθελα να έχω χρώμα ροζ για σένα.

Είμαι σαν εσένα
σκληρή και μόνη!





ΠΛΑΝΗ


Αν ήξερα την ανηφόρα μου
κι αν γνώριζα πως στην καρδιά σου δεν υπάρχω,
τόσο χειμώνα δεν θα ξόδευα, για να σε πείσω
πως ο κοκκινολαίμης τις νύχτες δεν κοιμάται.





ΙΑΣΗ


Πάντα έχω στην τσέπη μου
λίγη κλωστή και μια βελόνα
για να μπαλώνω τις καταστροφές
και της ζωής να διορθώνω τα στριφώματα.





Από τη συλλογή «Το βάρος της μοναξιάς», εκδ. Βακχικόν, 2024.





Η Κατερίνα Ατσόγλου γεννήθηκε τον Μάιο του 1977 στην Κόρινθο. Σπούδασε Λογιστική στο Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Επιστημών Δυτικής Μακεδονίας και το 2023 ολοκλήρωσε το Μεταπτυχιακό με τίτλο «Δημιουργική Γραφή» στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο. Σήμερα εργάζεται στη Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης και Αποχέτευσης του Δήμου Σικυωνίων.
     Ποιήματα και κείμενά της δημοσιεύονται σε ηλεκτρονικά και έντυπα περιοδικά και blogs. Το Σεπτέμβριο του 2019 συμμετείχε στη συλλογική ανθολογία των μεταπτυχιακών φοιτητών του ΕΑΠ Κι αν τα κτήρια μιλούσαν (εκδόσεις Κέδρος). Τον Ιανουάριο του 2020 κυκλοφόρησε η πρώτη της ποιητική συλλογή Συμβολισμοί (εκδόσεις Βακχικόν). Τον Απρίλιο του 2021 συμμετείχε στην ανθολογία με θέμα τον Νόστο στο περιοδικό Απίκο, ενώ τον Ιούνιο του 2023 συμμετείχε στην ανθολογία Στο ξάφνιασμα της ομορφιάς για τον Τίτο Πατρίκιο, στο περιοδικό Intellectum. Το 2023 το έργο της συμπεριλήφθηκε στη συγκεντρωτική συλλογή της Εταιρείας Κορινθίων Συγγραφέων 95 Παρουσιάσεις στα Κορινθιακά Γράμματα (εκδόσεις Πολύφεγγος).
    Διατηρεί ένα προσωπικό ιστολόγιο αφιερωμένο στη λογοτεχνία, το «Προοίμιον», και μέσα από τη διαδικτυακή συχνότητα του web radio του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου «δημιουργεί» ραδιοφωνικές εκπομπές, όπου διαβάζει λογοτεχνία κι επιλέγει τη μουσική.
     Το βάρος της μοναξιάς είναι η δεύτερη ποιητική συλλογή της.



Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2024

Δημήτρης Γ. Παπαστεργίου, "Πέντε σονέτα"





ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΕΡΩΤΙΚΗ
(ΕΞΟΡΙΣΤΑ ΕΚΘΕΜΑΤΑ)


Ειδώλιο κυκλαδίτικο θυμίζεις
σπάνιο γλυπτό σ’ ένα μουσείο ξένο.
Το ξέρεις: μου ’χει γίνει απωθημένο
το βλέμμα σου, απ’ όπου, μ’ εξορίζεις.

Σ’ αρχαίο τώρα κάθομαι εδώλιο
ζευγάρι ετρουσκικό διασκεδάζω
παίζοντας άρπα· κάπως μετριάζω
τον φθόνο, με της Τέχνης το εμβόλιο.

Μετρά χιλιετηρίδες η ερημιά μου.
Θα σπάσουν των μουσείων οι προθήκες
μόλις θελήσεις να βρεθείς κοντά μου

−ποιήματα όταν γίνουν οι συνθήκες−
τότε, η ερωτική κληρονομιά μου
θα επιστρέψει· ως θραύσματ’ από νίκες.





ΣΑΦΑΡΙ


Στης Ποίησης την αχανή πατρίδα
βραδιάζει. Γρήγορα τσακάλια τρέχουν
τα μέλη της ενώ στα δόντια έχουν,
κλεμμένα απ’ του λέοντος τη μερίδα.

Τα έλη της με κροκοδείλων μάτια
μας βλέπουνε· κυριαρχίας ήθος
διαλαλεί κάποιου γορίλα στήθος
κι οχιές παραφυλάνε στα κρεβάτια.

Πού να σταθείς και πούθε να περάσεις;
Φτενός ο εξοπλισμός −κάτι θα λείπει
πάντα− και ξέρεις: δεν υπάρχει χάρτης.

Μονάχα επικίνδυνες προσβάσεις
κι εκείνη η λεοπάρδαλή σου λύπη,
μόνος σαν περπατάς, και μπαίνει Μάρτης.





ΒΟΥΚΑΜΒΙΛΙΑ


Στου μπαλκονιού μου τη γωνιά στέκει μονάχη
μια βουκαμβίλια που κακόπαθε κοντά μου −
δώρο ειρωνείας ενός άτυχου ερωτά μου−,
να μείνει εν ζωή, κάθ’ έτος, δίνει μάχη.

Εφέτος άργησε τα φύλλα της να βγάλει·
μία ευχή ψιθύρισα να μη μου σβήσει
και μείνω μόνος. Μ’ άντεξε, για να μου ανθίσει
με κάθε φύλλο μια συγκίνηση μεγάλη.

Κλαδιά-προβλήτες, που το βλέμμα μου αράζει,
κρατούν σφιχτά τα πέταλά της στ’ αγριοκαίρι
κι όμοια τ’ αγκάθια της νύχια από μαινάδες.

Ώρες κοιτώ το λίκνισμά της στο περβάζι
κι αναπολώ… μα ’κείνη δίχως να το ξέρει
στέλνει εκδρομή στα όνειρά μου τις Κυκλάδες.





ΔΥΣΗ


Ηλιοβασίλεμα στην πρώτη νιότη.
Λιόδεντρα, πεύκα, βράχια, κι όσα πήρα
μαζί μου, σγούρυναν απ’ την αλμύρα
σαν τα μαλλιά αμούστακου νησιώτη.

Τα πάντα λειαίνει η σμύριδα του ηλίου
(στις φλέβες κάθ’ εφήβου, τους κοπτήρες,
βυθίζει αργά). Τρέμουν οι αισθητήρες
− να πώς, η δύση, βάμμα ιωδίου

γίνεται, κι αίμα ’πάνω σε χρυσάφι.
Μικρή τουρίστρια σπαράζει: «Jimmy
I love you»· Νάξος, Ίος και Ανάφη,

μια δίνη εντός μου, κόμπος στο στομάχι.
Tα μάτια σου, παντού, θανάτου μνήμη:
αυτού της Πενθεσίλειας στη μάχη.





ΛΑΔΙ ΣΤΗ ΦΩΤΙΑ


Τα ποιήματά σου πέφτουν λάδι στη φωτιά
κι εσύ σαν Νέρωνας θαυμάζεις στους εξώστες.
Φλέγετ’ η Ποίηση, φεύγουν οι αναγνώστες
για να σωθούν, μα εσένα μάγεψε η πυρά.

Να διώξουμε λοιπόν και τον στερνό γενναίο
που θέλει κάτι, απ’ το κακό, να διασωθεί·
στις στάχτες ν’ απομείνουμε εγώ κι εσύ
να με ρωτάς: «Τι σου θυμίζω; Τι σου εμπνέω;»

Από τις Κυριακές θα πω την Τυρινή,
απόχρωση −γεύση και υφή− το σάπιο μήλο
κι εκ των ανθρώπων τον, από συμφέρον, φίλο.

Ό,τι, απέναντί σου, μου ’χει χρεωθεί −
ως είπε ο Καίσαρ Αύγουστος (ή ο Σενέκας;)−
θα σου το ξεπληρώσω ad calendas graecas.





Πρώτες δημοσιεύσεις:
«Κληρονομιά ερωτική», στο ιστολόγιο Στο τραίνο της ποίησης (29/9/2021).
«Σαφάρι», στο περιοδικό καρυοθραύστις, τχ. 8-9, Νοέμβρης 2021.
«Βουκαμβίλια», στο περιοδικό Δίοδος, τχ. 22, Ιούλιος 2022.
«Δύση», στο περιοδικό η Παρέμβαση, τχ. 209-210.
«Λάδι στη φωτιά», στο περιοδικό σταφυλή, τχ. 4, Απρίλιος 2023.



Σημειώσεις:
«Δύση», στίχ. 14: Πενθεσίλεια: Η βασίλισσα των Αμαζόνων την οποία τραυμάτισε θανάσιμα στη μάχη ο Αχιλλέας και όταν έβγαλε το κράνος της και αντίκρισε την ομορφιά της, την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα, όμως, ταυτόχρονα, γέμισε από απέραντη θλίψη.

«Λάδι στη φωτιά», στίχ. 14: ad calendas graecas [= στις (ελληνικές) καλένδες]: Φράση που αποδίδεται από τον Ρωμαίο ιστορικό Σουητώνιο [(Gaius Suetonius Tranquillus) στο έργο του De Vita Caesarum (Περί του βίου των Καισάρων)], στον Καίσαρα Αύγουστο [Gaius Iulius Caesar Octavianus Augustus, (63 π.Χ. − 14 μ.Χ.)]. Καλένδες (calendas) ήταν, σύμφωνα με το ρωμαϊκό ημερολόγιο, οι πρώτες ημέρες του μήνα, οι νουμηνίες. Ο Καίσαρας Αύγουστος, μιλώντας για κάποιους αφερέγγυους χρεοφειλέτες, είπε «Πληρώνουν ad calendas graecas», εννοώντας, την πρώτη (ή τις πρώτες μέρες) του μηνός μεν, αλλά των (ανύπαρκτων) ελληνικών καλενδών, δηλαδή ποτέ.
Πηγές: Βικιπαίδεια & https://sarantakos.wordpress.com/



Στην εικόνα: Νίκος Εγγονόπουλος, «Ποιητής και Μούσα» (1938).




Ο Δημήτρης Γ. Παπαστεργίου γεννήθηκε το 1968 στη Βέροια όπου και ζει. Έχουν εκδοθεί οι ποιητικές συλλογές του, Η τράπουλα του καλοκαιριού (Ars Poetica, 2012), Furor Scribendi (Ars Poetica, 2013), Ο άστεγος της οδού Χαμογέλων (Σαιξπηρικόν, 2015), Έλαβον (Σαιξπηρικόν, 2017), Τα μεροκάματα ενός έρωτα (Εντευκτήριο, 2019), Της μιας ανάσας ποιήματα (Κουκκίδα, 2021), Όλα στο μαύρο (Ρώμη, 2022), Οκτώηχος Της Αχανούς (Ρώμη, 2023) και Κάτοψη (Ρώμη 2023). Ποιήματά του έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά και ανθολογίες.