Η ΗΛΙΚΙΑ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ
Να εξαφανίσει το ψύχος
Ν’ ανάψει ένα ρόδο μες στον καθρέφτη
* * *
Από το φως της πανσελήνου
Και η θύμηση σου ξεπροβάλλει σαν ανθισμένο γιασεμί
* * *
Με τα χείλη σου με τα χέρια σου
Να ξαναρχίσω τη ζωή μου
Ο ΑΦΡΑΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ
Όσο η ίριδα των ματιών σου θα πολλαπλασιάζει την παρουσία σου
Όσο θα πλέω επάνω στο μετάξι του κορμιού σου
Όσο τα χείλη σου θα θωπεύουν τον ύπνο μου
Όσο ο ουρανός θα κατεβαίνει ως τις αιχμές του στήθους σου
Όσο το σμάλτο της σελήνης θα στεφανώνει την κόμη σου
Δε θα φοβούμαι μήπως κατρακυλήσω στην άβυσσο
* * *
Τα φλογισμένα χείλη της
Ο άφραστος ύμνος της
Ο κόσμος όλος
* * *
Μα τίποτα
Μόνο το φως το πελιδνό
Απ’ τα φανάρια του δρόμου
Μα τίποτα
Μόνο ένα ξίφος που λόγχιζε
Την καρδιά μου
ΜΕ ΤΟΝ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΩΡΙΩΝΑ
Παρά μια σκιά της ομορφιάς σου
Και στη φωνή σου παραμονεύουν
Πολύ παράξενες συλλαβές
Ήχοι βιολιού που μαγνητίζουν
Νεροποντή από μαύρους κρίνους
Κι από φθόγγους ερωτικούς
Κανένα φθινόπωρο δεν αναδίνει
Τόσους ατμούς μεθυστικούς
* * *
Γλιστράει πάνω στην κόμη σου
Ξεγυμνώνει το στήθος σου τον λαιμό σου
Και η αυγή κυλάει
Μέσ’ απ’ τα χείλη σου
Μέσ’ απ’ το ανθόφυλλο
Του κορμιού σου
* * *
Τη νυχτερινή
Μια σελήνη μονάχα επιπλέει
Φωτεινή
Καθώς υπόλειμμα φωσφορικό
Ενός ναυαγίου
* * *
Κι ανάμεσα στα χείλη σου
Εξαφανίζεται ο χρόνος
Κι ανάμεσα στα δόντια σου
Λάμπει το μήλο της ηδονής
Από τη συλλογή «Μικρά ερωτικά εγκώμια» (2002).
Στην εικόνα: William Blake Richmond «Venus and Anchises».
Πηγή για την εικόνα: Wikimedia Commons.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου