Ο προθάλαμος λέω
Η αυλαία όπως ανοίγει
Το σώμα σου πριν γνωριστούμε
Οι λέξεις προσοχή
Οι φράσεις έτοιμες
Η ιστορία σε πλήρη ανάπτυξη
Μην προδώσεις την αναμονή
Τα λεπτά της δάχτυλα
Σκαλίζουν αδιάβαστα πλήκτρα
Όπως σκάβεις μείνε
Πιο ψηλά ματώνει το φως
Αρκεί η νύχτα άδεια.
Προτίμησέ το από τις ονειροπολήσεις
Γυναικεία δάχτυλα βελονιασμένα
Από αιώνες υποταγμένης ομορφιάς
Έδειχναν τον σωστό δρόμο
Το κολύμπι στο κενό είναι απαιτητικό
Απ’ την αρχή δρόμοι και σημεία
Να οριστεί στο τίποτα ένα καινούργιο σύμπαν
Πριν σε σκεπάσει η λάσπη
Χωρίς διλήμματα
Να σημαδεύω το κενό με ομορφιά
Μία για όλους
Δοκιμασμένη γενιές
Αστικά σαλόνια
Με μισόκλειστα παραθυρόφυλλα
Αυλές πλημμυρισμένες γέλια
Τριαντάφυλλα και γυναικείο ιδρώτα
Πολλές φορές το είπα
Την ώρα της γραφής
Μονόδρομα να σχεδιάζω
Τον διάκοσμο των λογισμών μου
Σε ασφαλή τελάρα τις λέξεις ν’ απλώνω
Με πολύχρωμους μουλινέδες
Κινήσεις ακριβείας
Να μην αποφασίζω παρά
Την επανάληψη της μικρής ιστορίας του φύλου μου
Στις επιφάνειες που εμπόδιζαν για αιώνες
Τα δάκρυα να μιλήσουνε στη γη.
Από την ενότητα «Έκκεντρα»
Πόσο βαθιά να σκαλίσω το χώμα
Τα χέρια να βυθίσω στις λέξεις
Τα νύχια
Τρέμω τα έγκατα τη λάσπη
Με ρινίσματα χρυσού πλασμένη ωστόσο
Τα παράξενα κλάσματα φοβάμαι
Τις βλοσυρές αναλογίες
Τις ζυγαριές ακριβείας
Δεν παζαρεύουν διαφορές
Δεν επιτρέπουν αναθεωρήσεις
Είν’ ένας τέλειος εφιάλτης
Με χαμένα παιδιά ανάμεσα
Κλαίνε σα σαλεμένες γάτες
Όπως απ’ τον κερματισμένο εαυτό τους κρύβονται
Φοβάμαι τα χοροπηδητά των άυλων σωμάτων
Τα παιχνίδια της θλίψης όταν στενεύει ο δρόμος
Είναι νύχτα βαθιά μες στο ποίημα
Πόσο βαθιά να γνωρίσω το χώμα
Το στόμα να κολλήσω στις λέξεις
Επανωτίζω τα χείλη στο πώμα
Τo μπουκάλι ακμαίο ναυάγιο
Μιας χαμένης μικρής Ατλαντίδας
Ποια αρχή με δικάζει και πάλι
Να βυζαίνω στιγμές τελειωμένες
Ο καιρός είν’ υγρός και σακάτης
Στην καρδιά του λιωμένου μου χρόνου
Αθώρητες σπηλιές παντού λεκέδες μνήμης
Κρατημένη ακέραια η δανεική ανάσα
Του αόρατου βαμπίρ της πρότερης μέρας
Διεκδικεί το γουργουρητό των παρακείμενων ωκεανών
Μια νέα τρομακτική ευκαιρία, όπως ας πούμε
Ένα μέλλον που δεν της ανήκει
Έτσι η τόλμη ξοδεύεται στο ανέφικτο
Κι είναι μια σκούρα θάλασσα στο ποίημα
Ένα τίποτα το ποίημα που θάλλει αιωνίως.
Από την ενότητα «Ποιητικολογώ»
Μεριάζει σαν ξεκλείδωτη πόρτα
το γυαλισμένο μου είδωλο
Πιάνει να λέει την ιστορία
ο αφηγητής
που δε μου μοιάζει
−όπως κανένας αρχετυπικός αφηγητής
τους ήρωές του−
που δε με βλέπει
−όπως κανένας κουκλοπαίχτης
τις μαριονέτες του−
που δε μ’ ακούει
−όπως κανένας διευθυντής ορχήστρας
ένα πειθήνιο βιολί του−
Πλάθει τους μύθους του
παίζοντας το φως στα δάχτυλα
καλοπροπονημένος ζογκλέρ
ενόσω εγώ στάμπα κολλημένη στον τοίχο
στον εαυτό μου ζητώ να επιστρέψω
Ο καθρέφτης πρέπει να πει την ιστορία
κι εγώ να δρέψω τις επιλογές του
επιμένοντας όπως το εγώ αποφασίζει
να ιστορηθώ
Ο αφηγητής συνεχίζει
Σίγουρα δεν ακούει
Δε βλέπει
Δε μου μοιάζει
Ξεκολλώ απ’ τον τοίχο
Το είδωλο επιστρέφει ακέραιο
και πέφτω με φόρα στο μέλλον μου
κι ένα χαμόγελο μοιρασμένο σε θρύψαλα
σε μια ευκτική ή μελλοντική επανένωση των σπασμένων
μένει χαμόγελο σε κάθε χρόνο
Που περπατάει αξημέρωτα στη γειτονιά σου
Με τα χλωμά μαλλιά κουρτίνα
ανάμεσα στα μάτια και τον έξω κόσμο
Και αν κρύβει μες στις τσέπες της τα χέρια
Είναι γιατί μια ξεδοντιάρα χειρομάντισσα
Διαβάζει στις παλάμες της μόνο νεκρές αγάπες
Καθώς βαδίζει σαν πλεούμενο στο χώμα
Γλιστράει κάθε τόσο στα πλακάκια
Και το κορμί της δεν ορίζεται από χάρτες
Τον εαυτό της ή ίσως μια χαμένη μνήμη
Τίποτα άλλο γιατί αυτό φωνάζει:
Δεν είναι μπορετό να της δοθεί η αγάπη
Όταν μιλάει γρυλλίζει τα φωνήεντα
Και το κρασί που πίνει το ξερνάει
Δεν ξέρει να υψώνει το κεφάλι της με χάρη
Όλο τις πέτρες και τη λάσπη μελετάει
Να περπατήσει με ομπρέλα κόκκινη όπως ξέρει
Και όπως περνάει κάτω από τριανταφυλλιά ανθισμένη
Μια μέλισσα πετάξει από μπροστά της
Κι απλά σηκώσει το κρυφό της χέρι
Κι η μέλισσα μυρίσει την ορφάνια
Και ούτε κουνηθεί ούτε πειράξει
Μονάχα μείνει στη φωλιά από σάρκα
Σαν να της άνοιξε ουρανός χρυσή κυψέλη
Φανεί απέναντι ακριβώς και βλεφαρίσει
Πριν βγει ο ήλιος η βροχή πριν σταματήσει
Πριν κλείσει την ομπρέλα της πριν προχωρήσει
Και πριν τη γνώμη της η μέλισσα αλλάξει
Τότε μπορεί
Ν’ αρχίσει μες τον κόσμο
Μια αγάπη από εκείνες των βιβλίων
Για τη γυναίκα τη φτιαγμένη από ομίχλη
Από την ενότητα «Παρεκκλίσεις»
Έργο εξωφύλλου: Φωτεινή Χαμιδιελή.
Η Ρία Φελεκίδου σπούδασε νομικα στο ΑΠΘ
και δημοσιογραφία στο Εργαστήριο Επαγγελματικής Δημοσιογραφίας στην Αθήνα. Πτυχιούχος
του Μεταπτυχιακού Δημιουργικής Γραφής στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, του ετήσιου
προγράμματος παιδαγωγικής κατάρτισης της ΑΣΠΑΙΤΕ, και απόφοιτος της Σχολής
Σεναρίου του Αντέννα.
Εργάστηκε ως δικηγόρος και δημοσιογράφος
στη Λάρισα και στη Θεσσαλονίκη.
Σήμερα, εκπαιδευτικός στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση
με εμπειρία στη διαπολιτισμική εκπαίδευση.
Εξέδωσε δεκατρία παιδικά βιβλία, τρεις
ποιητικές συλλογές και μία νουβέλα.
Αυτή είναι η πρώτη διπλή της συνεργασία με
τις εκδόσεις Κουκκίδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου